Κατηγορίες

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

98 χρόνια από τη δολοφονία της Ρόζα Λούξεμπουργκ

Η κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή, κανείς δεν ξέρει που το κορμί της παραχώσαν. Έλεγε την αλήθεια στους φτωχούς Γι’ αυτό κι οι πλούσιοι τη σκοτώσαν.
Μπέρτολντ Μπρεχτ....


 Στις 15 Γενάρη του 1919, στρατιωτικά και παραστρατιωτικά ακροδεξιά αποσπάσματα (Freikorps), κατ’ εντολή της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Γερμανίας που είχε επικηρύξει το κεφάλι της με 100.000 μάρκα, συνέλαβαν και δολοφόνησαν τη Ρόζα Λούξεμπουργκ μαζί με τον Καρλ Λίμπνεχτ και άλλους συντρόφους της. Με τους υποκόπανους των όπλων έσπασαν το κεφάλι της και μετά ένας υπολοχαγός της έδωσε τη χαριστική βολή και την πέταξαν από μια γέφυρα σε ένα ποτάμι του Βερολίνου.

 Για τέσσερις μήνες η τύχη της «αγνοούνταν». Η κυβέρνηση ποτέ δεν παραδέχτηκε τη δολοφονία και διέδιδε, δια μέσου της κεντρικής σοσιαλδημοκρατικής εφημερίδας «Vorwärts», ότι η Ρόζα είχε τάχα λυντσαριστεί από το πλήθος. Το Μάη του 1919, το πτώμα της ξεβράστηκε, σε προχωρημένη αποσύνθεση, στην όχθη του ποταμού και η αλήθεια άρχισε να γίνεται γνωστή. Τον Ιούνη του 1919, εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες πήραν μέρος στην κηδεία της, αποδίδοντας τον τελευταίο φόρο τιμής στη μεγάλη μαρξίστρια και επαναστάτρια.

 Ο θάνατος της Λούξεμπουργκ και του Λίμπνεχτ, όπως και χιλιάδων επαναστατημένων εργατών του Βερολίνου, σηματοδότησε το τέλος της (άγνωστης σε πολλούς) γερμανικής επανάστασης του 1918-19 και την προσωρινή σταθεροποίηση της καπιταλιστικής εξουσίας, όχι πια με το αυτοκρατορικό καθεστώς του Κάιζερ που είχε γκρεμιστεί από τις μάζες το 1918, αλλά με τη μορφή της κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» (τη λεγόμενη «δημοκρατία της Βαϊμάρης»).

 Η καταστολή της «εξέγερσης του Σπάρτακου», όπως έμεινε γνωστή (λόγω του ότι οι Σπαρτακιστές –η πολιτική ομάδα όπου ανήκαν η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπνεχτ– είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέγερση), έγινε από τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση στο όνομα της «νομιμότητας». Στην πραγματικότητα έγινε για την υπεράσπιση της αστικής «νομιμότητας», δηλαδή της εξουσίας των Γερμανών καπιταλιστών απέναντι στους εξεγερμένους εργάτες.

 Οι συνέπειες της ήττας της γερμανικής επανάστασης ήταν τεράστιας ιστορικής σημασίας. Το γερμανικό νεαρό Κομουνιστικό Κόμμα, άπειρο και αποκεφαλισμένο, χωρίς τους ιστορικούς ηγέτες του, απέτυχε να αρπάξει και την τελευταία επαναστατική ευκαιρία το 1923.
 Το οριστικό τέλος της γερμανικής επανάστασης οδήγησε στον πλήρη πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό αποκλεισμό της ρωσικής επανάστασης, με συνέπεια τον εκφυλισμό του σοβιετικού κράτους και την επικράτηση της σταλινικής γραφειοκρατίας, της κρατικοκαπιταλιστικής αντεπανάστασης μέσα στη Ρωσία και παράλληλα τον εκφυλισμό των Κομουνιστικών Κομμάτων και της Κομουνιστικής Διεθνούς σε μια ιδιότυπη εκδοχή του ρεφορμισμού, που οδήγησε σε απανωτές ήττες την εργατική τάξη παγκοσμίως.

Στην ίδια τη Γερμανία η «δημοκρατία» δεν «στέριωσε» και δεν «άνθησε», όπως υπόσχονταν οι «νομιμόφρονες» σοσιαλδημοκράτες. Αντίθετα, η ήττα και η υποχώρηση του γερμανικού προλεταριάτου άνοιξε το δρόμο στους ναζί του Χίτλερ. Η αστική τάξη της Γερμανίας, πέταξε σαν στυμμένες λεμονόκουπες τους σοσιαλδημοκράτες ηγέτες, αφού είχαν κάνει τη βρόμικη δουλειά και ανέθεσε την εξουσία στον Χίτλερ και στο ναζιστικό καθεστώς του οργανωμένου τρόμου.
 Η αδυναμία της εργατικής τάξης να δώσει την επαναστατική λύση στο πρόβλημα της τεράστιας κρίσης του καπιταλιστικού καθεστώτος παγκοσμίως , επέτρεψε στις αστικές τάξεις των διαφόρων χωρών μια νέα τεράστια κούρσα των εξοπλισμών και τελικά στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον πιο φονικό και βάρβαρο πόλεμο στην ιστορία, που άφησε «κληρονομιά» στην ανθρωπότητα αμέτρητα εκατομμύρια νεκρούς και σακατεμένους, τεράστια καταστροφή και πείνα, την απίστευτη φρίκη του ολοκαυτώματος και τον εφιάλτη της πυρηνικής βόμβας.

 Η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε προειδοποιήσει ότι, μπροστά στην παρακμή του καπιταλισμού, το πραγματικό δίλημμα της ανθρωπότητας είναι σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Το ότι θα επικρατούσε η βαρβαρότητα δεν ήταν μοιραίο. Η Ρόζα δεν ήταν μοιρολάτρης, πίστευε ακράδαντα ότι σε αυτό το δίλημμα θα απαντούσε η δράση των ανθρώπων. Της άρεσε να κάνει λογοπαίγνιο με την κλασική φράση του Μαρξ, λέγοντας: «Οι άνθρωποι πράγματι δεν διαλέγουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κάνουν την ιστορία τους, αλλά την ιστορία τη γράφουν οι άνθρωποι με τη δράση τους».

Πρώτη από όλους τους μεγάλους επαναστάτες των αρχών του 20ού αιώνα, η Ρόζα Λούξεμπουργκ ρίχτηκε στη μάχη για να ξεκαθαρίσει ποιος ήταν ο πραγματικά ρεαλιστικός δρόμος για να αλλάξει ο κόσμος και να καταπολεμηθούν οι αυταπάτες που οδηγούσαν στην ήττα. Η μάχη αυτή ήταν ο αγώνας ενάντια στο ρεφορμισμό και στον αναθεωρητισμό των βασικών αρχών του μαρξισμού, η μάχη δηλαδή ενάντια στην αυταπάτη ότι μπορούμε να μεταρρυθμίσουμε βαθμιαία τον καπιταλιστικό λύκο σε σοσιαλιστικό αρνάκι και ότι η επανάσταση είναι τάχα περιττή.

 Τελευταίες λέξεις: πίστη στην επανάσταση 

 Οι τελευταίες γνωστές λέξεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ, γραμμένες το απόγευμα της δολοφονίας της, ήταν για την πίστη της στις μάζες, και στο αναπόφευκτο της επανάστασης:

 «Η ηγεσία απέτυχε. Ακόμα κι έτσι, η ηγεσία πρέπει να δημιουργηθεί εκ νέου, από τις μάζες και μέσα από τις μάζες. Οι μάζες είναι το αποφασιστικό στοιχείο, είναι ο βράχος πάνω στον οποίο θα κτιστεί η τελική νίκη της επανάστασης. Οι μάζες ήταν στα ύψη() ανέπτυξαν την “ήττα” αυτή σε μία από τις ιστορικές ήττες που είναι η τιμή και η δύναμη του διεθνούς σοσιαλισμού. Και γι’ αυτό η μελλοντική νίκη θα ανθίσει από αυτή την “ήττα” 

“Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο!” Ηλίθιοι δήμιοι! Η “τάξη” σας είναι χτισμένη στην άμμο. Αύριο κιόλας η επανάσταση θα “ανυψωθεί με μια βροντή” και με σαλπίσματα θα ανακοινώσει στον τρόμο σας: Ήμουν, Είμαι, Θα είμαι!» (Τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο, Συλλογικά Έργα)