ΟΤΑΝ
ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ...
Πρόσφατα σε εβδομαδιαίο έντυπο
"οικονομικού" περιεχομένου, συστημικού όμως προσανατολισμού, διανεμόταν
μαζί με το έντυπο αυτό δωρεάν και ένα άλλο ολιγόφυλλο. Το άλλο αυτό έντυπο
(πολυτελούς κατασκευής) με τίτλο "Μεταλλευτικά Νέα", αποδεικνύετο
ιδιοκτησία της περίφημης εταιρείας "Ελληνικός Χρυσός", στην οποία ως
γνωστόν χαρίστηκε η εκμετάλλευση των ορυχείων χρυσού και χαλκού (ή και ότι
άλλου υπάρχει στο εκεί έδαφος) της περιοχής της Χαλκιδικής. Το εν λόγω λοιπόν έντυπο
θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό ως ένα ακόμη διαφημιστικό των έργων και
δραστηριοτήτων της εταιρείας αυτής, αφού στον τόπο αυτό οποιοσδήποτε έχει το
ελευθέρας να γράφει και να λέει οτιδήποτε του έλθει στο μυαλό, ανεξαρτήτως της
υποστάσεως του παρουσιαζόμενου, μιας και κανείς δεν ελέγχει κανέναν, ούτε και
υποχρεώνεται ο κάθε ένας να αναλάβει τις συνέπειες των λόγων και των πράξεών
του, αρχής γενομένης από τον πρώτο πολίτη αυτής της χώρας και μέχρις του
τελευταίου ανθυποϋπαλλήλου. Δεν θα έδινα λοιπόν παρά ελάχιστη σημασία σε αυτό
το έντυπο, και πάντως όχι περισσότερη από αυτήν που δίνω σε ένα φυλλάδιο
συνοικιακού μεζεδοπωλείου, εάν δεν έπεφτε το βλέμμα μου στον κραυγαλέο τίτλο
της πρώτης σελίδας: "ΤΟ Σ.Τ.Ε. ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ".
Θεώρησα επομένως ότι ...
ο τίτλος θα έχει να κάνει με
μία δικαστική απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, σχετικά με κάποια
εταιρική διαφωνία ή επιχειρηματική σύγκρουση ανάμεσα σε επιχειρήσεις, για την
οποία η ιδιοκτήτρια του εντύπου αυτού προφανώς δικαιώθηκε έπειτα από κάποιον
μακροχρόνιο αγώνα. Συνηθισμένο αυτό ανάμεσα σε επιχειρήσεις, όπου η κάθε μία
κοιτάει το συμφέρον της απέναντι στην άλλη και -θεμιτά ίσως- χρησιμοποιεί
όποιον τρόπο θεμιτό (μερικές φορές και αθέμιτο, αλλά αυτό είναι άλλη
ιστορία...), προκειμένου να το υπερασπιστεί. Όμως στην προκείμενη περίπτωση η
δικαστική αυτή απόφαση είχε να κάνει με την διαμάχη ανάμεσα στους κατοίκους της
Χαλκιδικής και την εταιρεία! Βρέθηκε λοιπόν η ιδιωτική αυτή εταιρεία, η οποία
ανήκει σε μερικούς κεφαλαιοκράτες αλλοδαπής προέλευσης που ούτε κατοικούν στην
περιοχή ούτε τους ενδιαφέρει το μέλλον και η τύχη της, να έρχεται σε
αντιπαράθεση με την κοινωνία της περιοχής (έστω και εάν δεν πρόκειται για το
100% της κοινωνίας), και να πανηγυρίζει για την νίκη της. Κάτι δεν πάει καλά
εδώ και πρέπει να το δούμε...
Συνήθως όταν δύο πλευρές έρχονται σε αντιπαράθεση
(ιδιαίτερα εάν αυτή φτάνει σε σφοδρότητα και ένταση να καταλήγει στην
δικαιοσύνη και σε ανώτερο βαθμό), αυτό σημαίνει ότι κάποιος από τους δύο πρέπει
να έχει δίκιο και κάποιος άδικο. Σπανίως έχουν και οι δύο άδικο και σχεδόν ποτέ
και οι δύο δίκιο. Άρα λοιπόν, βασιζόμενοι στην στοιχειώδη αρχή της δικονομίας,
αυτός που δικαιώνεται σημαίνει πως είναι σωστός, ενώ ο έτερος είναι λάθος. Στην
προκειμένη περίπτωση σημαίνει ότι η εταιρεία αυτή έχει δίκιο και είναι σωστή σε
αυτά που πρεσβεύει και σχεδιάζει να πραγματοποιήσει, ενώ από την άλλη μεριά η
κοινωνία της περιοχής είναι λάθος και αυτό που θεωρεί και απαιτεί είναι άδικο
και προβληματικό.
Ας δούμε όμως εδώ τι σημαίνει αυτή η απόφαση του
"δικαστηρίου" του ελληνικού κράτους. Βεβαίως έχουμε να κάνουμε με ένα
"κρατικό" δικαστήριο, δηλαδή έναν φορέα ο οποίος λειτουργεί υπέρ του
κράτους ως αυθύπαρκτη υπόσταση και αρμοδιότητα την εύρεση του δικαίου και την
απονομή της δικαιοσύνης. Οι έννοιες αυτές όμως δεν καθορίζονται από μία ευρεία
κοινωνική παραδοχή, αλλά από τους λοιπούς φορείς του "κράτους",
δηλαδή την πολιτική εξουσία και την "εκλεγμένη" κοινοβουλευτική τάξη.
Η μέχρι σήμερα εμπειρία πάρα πολλών δεκαετιών δείχνει πως, αυτοί οι φορείς
διαμόρφωσης της όποιας "έννομης τάξης", πρωτίστως ενδιαφέρονται και
μεριμνούν για την εδραίωση της δικής τους εξουσιαστικής τάξης και την
εξασφάλιση του καθεστώτος αυθυπαρξίας τους, παρά για την γενική πρόοδο της
κοινωνίας και του τόπου από όπου προέρχονται και για την οποία -υποτίθεται πως-
βρίσκονται στις θέσεις εκείνες. Η έννοια του υπηρέτη της κοινωνίας, στην οποία
υπάγεται κάθε είδους δημόσιος λειτουργός, έχει αντικατασταθεί με την έννοια του
διαχειριστή, η οποία εξελίχθηκε με την σειρά της σε αυτήν του καταχραστή της
κοινωνικής ανάγκης. Δεν είναι του παρόντος να αναφερθώ σε παραδείγματα, θα
απαιτούταν εξάλλου τόμοι γι' αυτό.
Η απόφαση του δικαστηρίου στην οποία αναφέρομαι,
έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με την βούληση της κοινωνίας, τοπικής και όχι
μόνον. Επαναλαμβάνω ότι δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το ποσοστό της κοινωνίας που
αντιτίθεται (εάν είναι 100, 90 ή 75% οι αντιτιθέμενοι), αλλά ότι η συντριπτική
πλειοψηφία δεν συμφωνεί με την ενέργεια αυτή. Εδώ τώρα μπαίνει το (κρίσιμο κατά
την άποψή μου) ερώτημα, κατά πόσον μία κοινωνία πλειοψηφικά είναι υπεύθυνη και
αρμόδια να κρίνει για την τύχη της, ή οφείλει να υπακούει σε κάποιους άλλους
"ειδικούς", "πεπειραμένους" ή εν πάση περιπτώσει
"αρμοδιότερους" για κάποια συγκεκριμένα ζητήματα. Είναι αυτονόητο πως
μία κοινωνία, εάν θέλει να έχει κάποιου είδους πολιτισμό, οφείλει να ακούει
όλες τις γνώμες των μελών της, ή ακόμη και μη μελών της, εάν αυτοί όλοι έχουν
να της προσφέρουν κάτι ωφέλιμο για την πορεία της. Την απόφαση όμως της πορείας
της την έχει αυτή η κοινωνία στο σύνολό της και με βάση την αρχή της
πλειοψηφίας. Οιαδήποτε άλλη περίπτωση οδηγεί σε παρεκτροπή και δημιουργεί
καθεστώτα είτε ολιγαρχίας (στην οποία λίγοι και "δυνατοί" επιβάλλουν
την γνώμη τους στους υπολοίπους), είτε αριστοκρατίας (στην οποία οι
"άριστοι" των υπολοίπων -οι "ειδικοί" δηλαδή-, ηγούνται και
ορίζουν τις τύχες, οπότε μπαίνει το ζήτημα με τι κριτήριο ορίζονται αυτοί οι άριστοι),
είτε απολυταρχίας (στην οποία κάποιος ή κάποιοι πρεσβεύει το "απόλυτο
καλό" -σας θυμίζει τίποτα πρόσφατο;). Σε κάθε περίπτωση η κοινωνία
κάνοντας τις επιλογές της και υπερασπιζόμενη αυτές, κατά το ίδιο συμφέρον,
αναλαμβάνει και το όποιο κόστος αυτών. Για παράδειγμα οι Γερμανοί σαν κοινωνικό
σύνολο επέλεξαν τον Χίτλερ και τον ναζισμό και στην συνέχεια σαν σύνολο τον
ανέχθηκαν, μη αντιστεκόμενοι, οπότε δεν έχουν κανέναν λόγο να επικαλούνται την
όποια τύχη τους για τα κακά που τους προκλήθηκαν (και προκάλεσαν οι ίδιοι
βεβαίως). Ξεκάθαρα πράγματα δηλαδή: κάνεις τις επιλογές σου ως κοινωνία αυτόνομα
και υφίστασαι τις όποιες συνέπειες -θετικές ή αρνητικές- εσύ η ίδια πρωτίστως·
οι υπόλοιπες κοινωνίες βεβαίως έχουν το δικαίωμα της αντίστασης σε επιλογές οι
οποίες τις βλάπτουν!
Στην προκειμένη περίπτωση η κοινωνία της Χαλκιδικής
(σε κάποια άλλη περίπτωση η κοινωνία της ανατολικής Αττικής για όσους έχουν
καλή μνήμη), αποφάσισε έχοντας πλήρη συνείδηση πως δεν θέλει τα μεταλλεία που
κάποιοι άλλοι σχεδίασαν στην περιοχή της. Η απόφασή της αυτή πέραν των άλλων
δεν προέκυψε από μια παρόρμηση της στιγμής, αλλά από την εξέταση πολλών
παραγόντων, είτε υποκειμενικών (προβληματισμός για την πορεία του τόπου τους
και της ζωής τους), είτε αντικειμενικών (έλεγχος των πιθανών αποτελεσμάτων και
συνεπειών της "επένδυσης" αυτής, εναλλακτικές μορφές αξιοποίησης του
υφιστάμενου πλούτου κλπ). Ως εκ τούτου δεν είναι αποδεκτή η κατηγορία εναντίον
των μελών της κοινωνίας αυτής ότι δεν σκέφτονται το "συμφέρον" τους
και τα οφέλη από τις προτεινόμενες ενέργειες. Άρα λοιπόν έχουμε να κάνουμε με
μία πλήρως συνειδητή απόφαση της κοινωνίας, η οποία όπως είδαμε προηγουμένως
αναλαμβάνει φυσικά κει τις ευθύνες της υλοποίησης αυτής της απόφασης. Προσοχή όμως!
Δεν τίθεται σε διαβούλευση η ορθότητα ή μη της απόφασής τους, αλλά η αποδοχή ή
μη των συνεπειών από την εφαρμογή της. Η κοινωνία δηλαδή, αφού επέλεξε ελεύθερα
και με σκέψη την εξέλιξη αυτή, έχει κάθε δικαίωμα να την υλοποιήσει· ομοίως θα
ανεχθεί και τα αποτελέσματα, δηλαδή εάν για παράδειγμα στερηθεί οικονομικές
απολαβές ή ότι άλλο προκύψει από την επιλογή της, αυτό θα είναι δικό της
πρόβλημα και κανενός άλλου!
Το να υποχρεωθεί αυτή η κοινωνία στην αποδοχή μιας
οιασδήποτε άλλης επιλογής -την οποία σαφώς δεν επιθυμεί-, οδηγεί στην διά της
βίας επιβολή της βούλησης του "άλλου", ακόμη και εάν αυτός ο άλλος είναι
το κράτος. Εάν μάλιστα αναλογιστούμε ότι το "κράτος" υφίσταται χάριν
της κοινωνίας και λειτουργεί αποκλειστικά και μόνον υπέρ των συμφερόντων της,
τότε έχουμε ένα παράδοξο: το κράτος να θέλει ένα "συμφέρον" στο οποίο
η κοινωνία αντιτίθεται! Οπότε είτε η κοινωνία θα έχει βρεφική νοημοσύνη, είτε
το κράτος θα είναι απολυταρχικό. Στην περίπτωση της Χαλκιδικής και παλαιότερα
της Κερατέας, μάλλον συμβαίνει το δεύτερο.
Αφού λοιπόν η κοινωνία της Χαλκιδικής έχει κάθε
δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα τα του βίου της και του τόπου της, δεν μπορεί σε
καμία περίπτωση να επιτρέπεται στην οιαδήποτε "εταιρεία" να έρχεται
σε σύγκρουση με την απόφαση της κοινωνίας αυτής και μάλιστα η διαμάχη αυτή να
οδηγείται προς επίλυση μέσω της δικαστικής οδού. Το κάθε δικαστήριο
-ανεξαρτήτως βαθμού- υπάρχει για να προασπίζει τα συμφέροντα της κοινωνίας και
της αποφάσεις της απέναντι σε οιονδήποτε τρίτο· κάθε άλλη λειτουργία του
αναιρεί την ίδια την ύπαρξή του και δεν πρέπει να γίνεται ανεκτή. Δικαίως
λοιπόν η κοινωνία της Χαλκιδικής εξεγείρεται εναντίον της απόφασης του
Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση λειτούργησε υπέρ
των συμφερόντων της εταιρείας και των εξαρτημένων από αυτήν κυβερνητικών
αξιωματούχων. Αδίκως δε επιχαίρει η εταιρεία και πανηγυρίζει για την
"επιτυχία" της στο εν λόγω δικαστήριο, θεωρώντας ότι
"νίκησε" την κοινωνία της Χαλκιδικής· η συμπεριφορά της αυτή αποτελεί
ύβρη κατά του δικαίου και είναι μαθηματικώς βέβαιο πως σε κατάλληλο χρόνο θα
λάβει τα αντίτιμα της "επιτυχίας" της. Δεν είναι δυνατόν για κανέναν,
ακόμη και εάν αυτός συμπεριφέρεται ως κατακτητής, να βρίσκεται συνεχώς σε
σύγκρουση με μία ολόκληρη κοινωνία. Πέραν των συνεπειών αυτής καθαυτής της
μεταλλευτικής δραστηριότητας, οι οποίες παρά τους ισχυρισμούς της εταιρείας δεν
θα είναι ανώδυνες για τον τόπο, η συμπεριφορά της εταιρείας από μόνη της θα
προκαλέσει ζημιά τόσο στην ίδια, όσο και στην κοινωνία. Τα "λεφτά"
δεν έσωσαν ποτέ κανέναν μακροπρόθεσμα και η επίκληση μόνον σχετικών οικονομικών
απολαβών για μία δράση, αυτό στο οποίο παραπέμπει είναι το σύνδρομο του Ιούδα ο
οποίος θεώρησε ότι είναι δίκαιο να πλουτίσει "πουλώντας" τον ευεργέτη
του· η κατάληξή του είναι γνωστή: η κρεμάλα.
Ελπίζω να μην οδηγηθεί εκεί και το μέρος εκείνο της
κοινωνίας που έχει πιστέψει τους "ψευδοπροφήτες" των ιδιωτικών
εταιρειών, που τάζουν λαγούς με πετραχήλια, στην αγωνιώδη προσπάθειά τους να
υφαρπάξουν στα γρήγορα και φτηνά τον πολύτιμο πλούτο της πατρίδας μας.
Πατρίδα
για την οποία δεν έχουν χύσει ούτε μία σταγόνα αίμα, ούτε μια στάλα ιδρώτα οι
κρατούντες και οι εντολοδόχοι τους, φυσικά ούτε οι ιδιοκτήτες και τα στελέχη
της κάθε "εταιρείας".
Θα τους αφήσουμε να επιχειρήσουν και να ολοκληρώσουν
την υφαρπαγή;
Στυλιανός Δρακουλέλης
Άνω Οβρυά Πατρών.
ΚΙΝΗΜΑ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ ΑΧΑΪΑΣ
Με την
1492/2013 απόφαση του Ε΄ Τμήματος (7μ.) του Δικαστηρίου απορρίφθηκε αίτηση
ακυρώσεως κατά της υπ΄ αριθμ. 201745/26.7.2011 κ.υ.α. περί εγκρίσεως των
περιβαλλοντικών όρων του έργου: «α) Μεταλλευτικές-Μεταλλουργικές Εγκαταστάσεις
Μεταλλείων Κασσάνδρας και β) Απομάκρυνση, Καθαρισμός και Αποκατάσταση Χώρου
Απόθεσης Παλαιών Τελμάτων Ολυμπιάδας», με δικαιούχο την εταιρεία «Ελληνικός
Χρυσός Α.Ε.Μ.Β.Χ.».
Με την απόφαση αυτή κρίθηκαν, ειδικότερα, μεταξύ άλλων, τα εξής: 1. Από τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και περιφερειακές χωροταξικές κατευθύνσεις συνάγεται ότι αυτές προωθούν την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας με ειδική αναφορά στο μεταλλευτικό πλούτο της Β.Α. Χαλκιδικής, αναγνωρίζοντας την ιδιαίτερα σημαντική συμβολή της στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, και δη υπό το μοντέλο της καθετοποιημένης παραγωγής με δυνατότητα χωροθέτησης των απαραίτητων υποστηρικτικών εγκαταστάσεων (επεξεργασίας των εξορυχθέντων προϊόντων, διαχείρισης αποβλήτων) πλησίον των χώρων εξόρυξης, κατά τρόπο ώστε οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δραστηριότητας να συγκεντρώνονται σε περιορισμένο χώρο και να μην διαχέονται σε εκτεταμένη έκταση, ακόμα κι αν η εγκατάσταση της δραστηριότητας χωροθετείται εντός δασών και δασικών εκτάσεων ή περιοχών του δικτύου Natura, υπό την απαραίτητη ωστόσο προϋπόθεση τήρησης των δεσμεύσεων που τίθενται από τα ειδικά νομοθετικά καθεστώτα που διέπουν τις περιοχές αυτές, εξέτασης εναλλακτικών λύσεων και λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων για την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων. Εξάλλου, ούτε το Χωροταξικό Πλαίσιο του Τουρισμού περιέχει αντίθετες ρυθμίσεις, αλλά και τούτο αναγνωρίζει την ανάγκη διατήρησης των εξορυκτικών δραστηριοτήτων υπό τους όρους που αυτές οργανώνονται από το οικείο Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία, το οποίο είναι ειδικότερο και υπερισχύει του πρώτου ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις ανάπτυξης και οργάνωσης των σχετικών δραστηριοτήτων. Το γεγονός δε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει προηγηθεί ο προβλεπόμενος από το Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία λεπτομερής σχεδιασμός σε επίπεδο νομού, ο οποίος να ρυθμίζει τα ζητήματα συγκρούσεων των εξορυκτικών δραστηριοτήτων με άλλες χρήσεις και κυρίως του τουρισμού, δεν καθιστά πάντως πλημμελή τη χωροθέτηση της επίμαχης δραστηριότητας, η οποία αναπτύσσεται αφ’ ενός σε ήδη υπάρχουσες μεταλλευτικές περιοχές (Ολυμπιάδα, Μαντέμ Λάκκου, Μαύρες Πέτρες) και στις ήδη υφιστάμενες και επεκτεινόμενες λιμενικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου και αφ’ ετέρου σε δασική περιοχή (Σκουριές), για την οποία δεν προβάλλεται ότι παρουσιάζει τουριστικό ενδιαφέρον, ούτε από το Χωροταξικό Πλαίσιο του Τουρισμού προκύπτει κάτι τέτοιο, εν πάση δε περιπτώσει στη Μ.Π.Ε. έχουν εκτιμηθεί οι επιπτώσεις στις λοιπές χρήσεις, οι οποίες αναμένονται αμελητέες ως προς τις δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα. Άλλωστε, στην από μακρού χρόνου ύπαρξη μεταλλευτικής δραστηριότητας στην περιοχή αυτή οφείλεται, μεταξύ άλλων, η διατήρηση της συγκεκριμένης φυσιογνωμίας της περιοχής, σε αντίθεση με την οικιστική αλλοίωση που υπέστη η υπόλοιπη περιοχή της Χαλκιδικής. Περαιτέρω, το επίμαχο έργο αναμένεται να έχει έμμεσα και θετικές επιπτώσεις στην τουριστική κίνηση και υποδομή λόγω της αύξησης της απασχόλησης και της ενίσχυσης των εισοδημάτων των κατοίκων. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι το επίμαχο επενδυτικό σχέδιο ενσωματώνει περιβαλλοντικό σχεδιασμό που διασφαλίζει, κατά την εκτίμηση της Διοίκησης, τις χωροταξικές κατευθύνσεις για την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων και την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, η κρίση της Διοίκησης που εμπεριέχεται στην Π.Π.Ε.Α. του έργου σχετικά με τη συμβατότητά του προς τις υφιστάμενες χωροταξικές κατευθύνσεις είναι αιτιολογημένη και ανέλεγκτη περαιτέρω από τον ακυρωτικό δικαστή ως προς την επιλογή και διαμόρφωση του προτύπου ανάπτυξης της συγκεκριμένης περιφέρειας, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 2. Περαιτέρω, η πλήρης αξιοποίηση των ήδη διαπιστωμένων και αξιόλογων κοιτασμάτων, όπως αυτά περιγράφονται στο επενδυτικό σχέδιο και στην υποβληθείσα Μ.Π.Ε., μέσω μεταλλουργικής επεξεργασίας, σύμφωνα με τις συμβατικές δεσμεύσεις της παρεμβαίνουσας εταιρίας «Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.Μ.Β.Χ.», και η μη εξέταση, πέραν της μηδενικής, άλλων εναλλακτικών λύσεων ως προς την έκταση εκμετάλλευσης των διερευνημένων κοιτασμάτων, δεν καθιστά πλημμελώς αιτιολογημένη την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού εναρμονίζεται με τις προπαρατεθείσες κατευθύνσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής και του εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και έχει σχεδιασθεί ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος μέσω της χρήσης βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και ορθών πρακτικών και των εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. …. Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν αξιολογήσεως όλων των πρόσφορων εναλλακτικών λύσεων που εξετάσθηκαν για όλες τις βασικές συνιστώσες της σχεδιαζόμενης επένδυσης, τόσο ως προς τη χωροθέτηση των βασικών μονάδων και υποδομών, όσο και ως προς τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους στην εξορυκτική και παραγωγική δραστηριότητα, καθώς και στη διαχείριση των αποβλήτων, αξιολόγηση που στηρίχθηκε σε αμιγώς περιβαλλοντικά κριτήρια, γεγονός που διασφαλίζει ότι οι προκριθείσες τελικώς λύσεις είναι αυτές που ενέχουν τις μικρότερες δυνατές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ενώ αιτιολογείται επαρκώς και η ανάγκη επέκτασης των λιμενικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Γενικού Χωροταξικού Πλαισίου, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 3. Η Διοίκηση, με την προσβαλλόμενη απόφασή της, ενέκρινε την εφαρμογή της πυρομεταλλουργικής μεθόδου της ακαριαίας τήξης, καθ’ όσον, κατά την κρίση της, η μέθοδος αυτή εξασφαλίζει βέλτιστη προσαρμογή στις διακυμάνσεις της περιεκτικότητας των κοιτασμάτων, άριστη αξιοποίηση των μεταλλευμάτων της περιοχής, καθώς και υψηλή ανάκτηση μετάλλων, ενώ οδηγεί σε σταθεροποίηση του αρσενικού που περιέχεται στο συμπύκνωμα Ολυμπιάδας στην σταθερή και περιβαλλοντικά αποδεκτή μορφή του σκοροδίτη, καθώς και σε ανάκτηση του θείου που περιέχεται και στα δύο συμπυκνώματα υπό μορφή θεϊκού οξέος, αποκλειομένης της χρήσης κυανίου ή ενώσεών του κατά τη λειτουργία της μεταλλουργίας. Η κρίση αυτή της Διοίκησης ως προς το χαρακτηρισμό της επιλεγείσας μεθόδου ως βέλτιστης διαθέσιμης και ως προς την εφαρμοσιμότητά της στα συγκεκριμένα συμπυκνώματα αιτιολογείται νομίμως με βάση τα δεδομένα της Μ.Π.Ε., τη θετική γνωμοδότηση της Δ/νσης Μεταλλευτικών και Βιομηχανικών Ορυκτών και τις διευκρινίσεις που παρέσχε η παρεμβαίνουσα στις ενστάσεις που διατυπώθηκαν, ενώ επιβεβαιώνεται και με το έγγραφο απόψεων της Διεύθυνσης Μεταλλευτικών & Βιομηχανικών Ορυκτών προς το Δικαστήριο. 4. Περαιτέρω, οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες γνωμοδότησαν τόσο στο στάδιο της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης όσο και στο στάδιο οριστικοποίησης των περιβαλλοντικών όρων, παραθέτοντας ειδικώς όλες τις αρχαιότητες και τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρίσκονται στην άμεση και ευρύτερη περιοχή των έργων και χρήζουν προστασίας από απόψεως αρχαιολογικού νόμου, αξιολογώντας τις επιπτώσεις των έργων σε αυτές και θέτοντας συγκεκριμένους όρους, οι οποίοι, κατά την ουσιαστική τους κρίση, διασφαλίζουν ότι η ανάπτυξη της επίμαχης δραστηριότητας δεν θα προκαλέσει άμεση ή έμμεση βλάβη στις εντοπισθείσες αρχαιότητες και στην αρχαιολογική έρευνα της καταληφθείσας από τα έργα περιοχής και δεν θα αποκλείσει τη δυνατότητα αξιοποίησης και ανάδειξής τους. Ειδικότερα, όσον αφορά στη θέση Σκουριές, η αρχική αρνητική γνωμοδότηση της αρμόδιας εφορείας βασίστηκε κατά κύριο λόγο στον εντοπισμό σκωριών από εκκαμίνευση κατά την αρχαιότητα και κεραμικής σε επιφανειακή εκδήλωση μεταλλοφόρου κοιτάσματος και στην πιθανολόγηση ανεύρεσης αρχαίων εγκαταστάσεων συνδεόμενων με τα ευρήματα αυτά, η οποία όμως αποκλείστηκε κατόπιν ειδικής ανασκαφικής έρευνας σε όλη την έκταση που πρόκειται να θιγεί. Προς προστασία δε των ευρημάτων αυτών τέθηκε ως όρος η μεταφορά τους σε σημείο κατάλληλο ώστε να μην αποκόπτονται από το περιβάλλον τους. Πέραν τούτου, ελήφθησαν υπ’ όψιν και τα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα σε τοποθεσίες της ίδιας περιοχής, επιβλήθηκε απαγόρευση επέμβασης στις τοποθεσίες αυτές και κατά τα λοιπά επετράπη η ανάπτυξη της επίμαχης δραστηριότητας, καθ’ όσον κατά την κρίση του αρχαιολογικού οργάνου δεν υφίσταται οπτική ή άλλη όχληση στις αποκαλυφθείσες αρχαιότητες εν όψει της αποστάσεως και της θέσεως αυτών σε σχέση με την περιοχή ανάπτυξης των έργων. Ως εκ τούτου, όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης ως προς την προστασία των αρχαιοτήτων της περιοχής, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. 5. Ως έχει κριθεί, κατά την ερμηνεία των διατάξεων του ν. 998/1979 που ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, την άσκηση μεταλλευτικών δραστηριοτήτων εντός δασών και δασικών εκτάσεων υπό το φως του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος που επιτάσσει την προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων, είναι ανεκτή η μεταβολή της μορφής εκτάσεως με δασική βλάστηση για την άσκηση των δραστηριοτήτων αυτών, προκειμένου να ικανοποιηθούν ανάγκες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν διαφορετικά, εφ’ όσον, όμως, κριθεί ότι η συγκεκριμένη ανάγκη υπερτερεί της διαφυλάξεως εκτάσεως με δασική βλάστηση και ότι δεν υφίσταται τρόπος ικανοποιήσεώς της με άλλο τρόπο. Κριτήριο της ανάγκης είναι ότι η ικανοποίησή της έχει για την εθνική οικονομία ζωτική σημασία, εκτιμώμενη, μεταξύ άλλων, εν όψει της σπανιότητας και του βαθμού επάρκειας των ορυκτών και των υφισταμένων δυνατοτήτων καλύψεως της σχετικής ζήτησης. Στα πλαίσια αυτά η μεταλλευτική δραστηριότητα αποτελεί επιτρεπτή, υπό όρους, δραστηριότητα εκμετάλλευσης πλουτοπαραγωγικών πόρων, η οποία, κατά το αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο, έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και συνδέεται με υποχρέωση ανάπλασης του μεταλλευτικού χώρου μετά τη λήξη της δραστηριότητας αυτής και πάντως δεν συνεπάγεται μεταβολή του νομικού χαρακτήρα των εκτάσεων, αλλά μόνο προσωρινή δυνατότητα επεμβάσεως σε αυτές. Περαιτέρω, όπως συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 57 του ν. 998/1979, προ της αντικαταστάσεώς του από το ν. 4001/2011, η οποία αναφέρεται όχι μόνο στην εξορυκτική δραστηριότητα, αλλά και στις συναφείς υποστηρικτικές εγκαταστάσεις, υποδομές και μονάδες διαλογής, επεξεργασίας και αποκομιδής των ορυκτών, οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τους οποίους επιτρέπεται όχι μόνο η ανάπτυξη της εξορυκτικής δραστηριότητας εντός δασών και δασικών εκτάσεων, αλλά και η χωροθέτηση των μονάδων επεξεργασίας των ορυκτών μετά των αναγκαίων υποστηρικτικών υποδομών, διέπονται αποκλειστικά από τις ρυθμίσεις του άρθρου 57 του ν.998/1979, οι οποίες είναι ειδικότερες σε σχέσεις με τις διατάξεις του άρθρου 56 του ίδιου νόμου που ρυθμίζουν την εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων εν γένει εντός δασών και δασικών εκτάσεων. Η ερμηνεία αυτή, εξάλλου, είναι σύμφωνη και προς τα άρθρα 24 και 106 του Συντάγματος, καθόσον ο νομοθέτης διά των διατάξεων αυτών αναγνωρίζει την ανάγκη αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών της χώρας, αλλά και την ιδιαιτερότητα της εξορυκτικής δραστηριότητας , η οποία περιορίζεται σε περιοχές όπου εντοπίζονται βιώσιμα κοιτάσματα προς εκμετάλλευση και ως εκ τούτου θέτει ειδικές προϋποθέσεις για τη δραστηριότητα αυτή κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται τόσο η προστασία του ευαίσθητου οικοσυστήματος όσο και η τεχνικοοικονομική βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης, η οποία κρίνεται ιδιαιτέρως συμφέρουσα για την εθνική οικονομία. … Στην προκείμενη περίπτωση προκύπτει ότι κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως ελήφθησαν υπ’ όψιν τόσο η σπανιότητα και η ποιότητα του μεταλλεύματος, η εξόρυξή του χάριν του δημοσίου συμφέροντος και ειδικότερα της εθνικής οικονομίας και της ανάπτυξης της απασχόλησης, όσο και η επέμβαση στο ευαίσθητο δασικό οικοσύστημα της περιοχής, εξετάσθηκαν οι δυνατές εναλλακτικές λύσεις ως προς τη χωροθέτηση των επιμέρους μονάδων και δραστηριοτήτων, συνεκτιμήθηκε η σημασία του κοιτάσματος Σκουριών, βάσει του οποίου και μόνο καθίσταται δυνατή η χρήση της μεθόδου της ακαριαίας τήξης που παρουσιάζει τα μέγιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης και, κατόπιν αξιολογήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ελήφθησαν τα απαραίτητα, κατά την ουσιαστική κρίση της Διοίκησης, μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψη των επιπτώσεων αυτών, τα οποία διασφαλίζουν τη μη διατάραξη του ευρύτερου δασικού οικοσυστήματος, μικρό μέρος του οποίου θίγεται με την επίμαχη δραστηριότητα, τη μη επέμβαση σε οικοτόπους προτεραιότητας, τη διατήρηση των σπάνιων και ενδημικών ειδών χλωρίδας, την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων (έδαφος, ύδατα, αέρας), την ανάπτυξη των εργασιών κατά τρόπο που να επιτρέπει τη σταδιακή αποκατάσταση των χώρων και, τέλος, την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων μέσω επιστημονικών προσεγγίσεων και κατόπιν εκπονήσεως ειδικών φυτοτεχνικών και δασοτεχνικών μελετών, έτσι ώστε το περιβαλλοντικό ισοζύγιο να αποβεί θετικό υπέρ των αποκατεστημένων επιφανειών και να επανέλθει, κατά το δυνατόν, η βιοποικιλότητα των περιοχών επέμβασης σε επίπεδα που προσομοιάζουν στην πρότερη κατάσταση. Ως εκ τούτου, η κρίση αυτή της Διοίκησης, η οποία αντιμετωπίζει όλα τα ζητήματα που τέθηκαν με τις προηγηθείσες αρνητικές γνωμοδοτήσεις του Δασαρχείου Αρναίας αιτιολογείται νομίμως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν. 6. Οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» δεν απαγορεύουν καταρχήν την άσκηση εξορυκτικών δραστηριοτήτων εντός ή πλησίον των προστατευόμενων τόπων, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, ήτοι διασφαλίζεται, κατόπιν δέουσας εκτίμησης και πέραν κάθε εύλογης αμφιβολίας, ότι η εν λόγω δραστηριότητα έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να μην παραβλάπτεται η ακεραιότητα του τόπου. Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων της ανωτέρω οδηγίας, διότι αφ’ ενός βασίζεται σε ανεπαρκή επιστημονική εκτίμηση της επίδρασης του έργου στους παρακείμενους οικοτόπους, αφού δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν τα πορίσματα της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης που εκπονήθηκε για τον προστατευόμενο τόπο «Όρος Χολομώντας» και αφ’ ετέρου στερείται σφαιρικής εκτίμησης των σωρευτικών επιπτώσεων που ενδέχεται να έχει το έργο αυτό ως σύνολο στις προστατευόμενες περιοχές, αφού οι επιπτώσεις εκτιμήθηκαν μόνο σε συνάρτηση με τις νέες εγκαταστάσεις που θα κατασκευασθούν. Όπως όμως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στο Κεφάλαιο 3 της Μ.Π.Ε. γίνεται καταγραφή των οικολογικών χαρακτηριστικών, κύριων οικοσυστημάτων, τύπων οικοτόπων και ειδών χλωρίδας και πανίδας της περιοχής μελέτης, ενώ καταγράφονται τα οικολογικά χαρακτηριστικά και των προστατευόμενων περιοχών που βρίσκονται μεν εκτός της περιοχής κατάληψης των έργων, αλλά στην άμεση και ευρύτερη περιοχή αυτών, προκειμένου να εκτιμηθούν ενδεχόμενες επιπτώσεις τους σε αυτές. Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται ειδική αναφορά και στην εκπονηθείσα περιβαλλοντική μελέτη του Τ.Κ.Σ. «Όρος Χολομώντας» που είχε υποβληθεί προς έγκριση στην αρμόδια υπηρεσία του Υ.Π.Ε.Κ.Α. Περαιτέρω, στο ειδικό Παράρτημα ΙΙΙ-Μέρος Δ΄ «Οικολογική μελέτη βάσης» της Μ.Π.Ε. αναλύονται τα οικολογικά χαρακτηριστικά (οικοσυστήματα-χλωρίδα-πανίδα) των περιοχών μελέτης «Ολυμπιάδα», «Στρατώνι», «Σκουριές», λαμβανομένων υπ’ όψιν και αξιολογουμένων και των περιοχών του δικτύου Natura που εμπίπτουν ή βρίσκονται πλησίον της ευρύτερης περιοχής μελέτης, αλλά και όσων βρίσκονται σε μεγαλύτερη απόσταση από την ευρύτερη περιοχή μελέτης, με ιδιαίτερη βαρύτητα στους στόχους διατήρησής τους. Στο εν λόγω Παράρτημα γίνεται αναφορά όλων των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση των πληροφοριών τόσο σχετικά με τις προστατευόμενες περιοχές (τυποποιημένα έντυπα δεδομένων, διαχειριστικά σχέδια, μελέτες κ.λπ.), όσο και στις περιοχές των υποέργων, για τις οποίες εκπονήθηκαν ειδικές Οικολογικές Μελέτες Βάσης ετών 1998 και 2010, βάσει των πορισμάτων των εργασιών πεδίου που διενεργήθηκαν σε βάθος δωδεκαετίας. …. Εξάλλου, η κρίση της Διοίκησης ότι το επίμαχο έργο δεν αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στους στόχους διατήρησης των παρακείμενων προστατευόμενων τόπων και δεν αναμένεται να παραβλάψει την ακεραιότητα των τόπων αυτών, παρίσταται νομίμως αιτιολογημένη κατά τούτο και διεξήχθη, βάσει πλήρων και επικαιροποιημένων στοιχείων και αφού ελήφθη υπ’ όψιν το σύνολο των δραστηριοτήτων που εντάσσονται στο επίμαχο έργο, υφισταμένων και νέων. 7. Περαιτέρω, η Διοίκηση, αξιολογώντας την επάρκεια και αρτιότητα του σχεδιασμού διαχείρισης των αποβλήτων, τον ενσωμάτωσε στην ήδη προσβαλλόμενη απόφασή της μέσω πληθώρας περιβαλλοντικών όρων που καλύπτουν όλο το φάσμα της διαχείρισης, από τη μείωση της παραγωγής τους μέχρι την ασφαλή διάθεσή τους σε κατάλληλα σχεδιασμένους χώρους και το κλείσιμο και την μετέπειτα παρακολούθηση των χώρων αυτών, σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές. Ειδικότερα, περιλαμβάνονται λεπτομερή στοιχεία για την ποσότητα και σύνθεση των παραγόμενων αποβλήτων, την επικινδυνότητά τους, τον τρόπο αξιοποίησης, ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποίησης ή διάθεσής τους, τόσο συγκεντρωτικά όσο και για κάθε υποέργο ξεχωριστά, τίθενται οι τεχνικές προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας των χώρων απόθεσης και οι όροι που διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία του εδάφους, των υδάτων και της ατμόσφαιρας και τη γεωτεχνική ευστάθεια και ασφάλεια των χώρων, επιβάλλονται ειδικοί όροι για τη διαχείριση των νερών των εγκαταστάσεων κάθε υποέργου και την εφαρμογή της μεθόδου της λιθογόμωσης, οργανώνεται πρόγραμμα παρακολούθησης και σχέδιο κλεισίματος και αποκατάστασης των χώρων, επιβάλλεται στον φορέα εκμετάλλευσης η υποχρέωση να αναθεωρεί τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων ανά πενταετία και να μεριμνά για τη συντήρηση, παρακολούθηση, έλεγχο και λήψη διορθωτικών μέτρων και μετά το κλείσιμο των εγκαταστάσεων για 10 έτη τουλάχιστον, χρονικό διάστημα που μπορεί να παραταθεί με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η διαχείριση των αποβλήτων του προτεινόμενου έργου σχεδιάστηκε σε πλήρη συμφωνία με τις κοινοτικές και εθνικές απαιτήσεις, υιοθετώντας τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και διασφαλίζοντας, με τους περιβαλλοντικούς όρους που έχουν τεθεί, υψηλή προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, ήτοι των υδάτων, του εδάφους και του αέρα, και της δημόσιας υγείας και υψηλές προδιαγραφές γεωτεχνικής ευστάθειας και ασφάλειας, κατά την αιτιολογημένη, σχετικώς, κρίση της Διοίκησης, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 8. Προβάλλεται, επίσης, ότι η προσβαλλόμενη είναι ακυρωτέα, διότι δεν βασίζεται σε σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής της Κεντρικής Μακεδονίας, αφού αυτά δεν έχουν ακόμη εκπονηθεί, καίτοι έληξε η προθεσμία προσαρμογής που έχει τεθεί με την οδηγία 2000/60. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η άντληση και χρήση νερού κατά την εξόρυξη και τις συνοδές της δραστηριότητες, η οποία συμβαίνει ανεξαιρέτως σε κάθε εξορυκτική δραστηριότητα, δεν συνιστά έργο διαχείρισης και αξιοποίησης των υδατικών πόρων, ώστε να απαιτείται η προηγούμενη εκπόνηση των σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής. Εξάλλου, σύμφωνα με ρητό όρο της προσβαλλόμενης, άμα τη εγκρίσει του οικείου σχεδίου διαχείρισης υφίσταται υποχρέωση επανεξέτασης και τροποποίησης των σχετικών περιβαλλοντικών όρων, κατά τρόπο ώστε να συνάδουν με τα προγράμματα μέτρων, παρακολούθησης υδάτων και ειδικών μέτρων κατά της ρύπανσης που θα οριστούν με το εν λόγω σχέδιο. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι το επίμαχο σχέδιο αντίκειται στην αρχή της βιώσιμης διαχείρισης των υδατικών πόρων, διότι απουσιάζει ο προγραμματισμός των υδατικών αποθεμάτων ανά υδρογεωλογική λεκάνη που απαιτεί το οικείο Περιφερειακό Πλαίσιο, όπως δε συνομολογείται στη Μ.Π.Ε., οι επιπτώσεις στο υδατικό περιβάλλον λόγω της σημαντικής επέμβασης στο ποτάμιο σύστημα της περιοχής (διακοπή ποτάμιου συστήματος Χαβρία, εκτροπές ρεμάτων, χρήση τους ως χώρων εναπόθεσης τελμάτων εμπλουτισμού), θα είναι μόνιμες και μη αναστρέψιμες, ενώ η άντληση σημαντικών ποσοτήτων ύδατος για τις ανάγκες της δραστηριότητας υπερβαίνουν τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής, η οποία έχει ήδη αρνητικό υδατικό ισοζύγιο. Ωστόσο, και οι ισχυρισμοί αυτοί προβάλλονται αβασίμως, καθ’ όσον στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει εκπονηθεί ειδική μελέτη με τίτλο «Προκαταρκτική Εφαρμογή Άρθρων 5 & 6 Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα», αφού ελήφθη υπ’ όψιν το σύνολο των μελετών που έχουν εκπονηθεί για την περιοχή. Στην ειδική αυτή μελέτη γίνεται ανάλυση και αξιολόγηση των υδρολογικών δεδομένων με βάση τις απαιτήσεις της οδηγίας για τα ύδατα, κατόπιν καθορισμού των υδατικών συστημάτων, ποτάμιων, υπόγειων και παράκτιων υδάτων, ανάλυση των πιέσεων και αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου στην προστασία και διαχείριση των υδατικών πόρων της περιοχής μελέτης. Και ναι μεν οι επιπτώσεις αξιολογούνται από τους μελετητές συνολικά ως σημαντικές και μόνιμες λόγω της επέμβασης στο ποτάμιο σύστημα της περιοχής, η αξιολόγηση όμως αυτή αφορά μόνο την περιοχή Στρατωνίου και όχι τις περιοχές Ολυμπιάδας και Σκουριών. Ειδικότερα, όσον αφορά στην περιοχή των Σκουριών, στη μελέτη αναφέρεται ότι η ποιότητα των επιφανειακών υδάτων δεν αναμένεται να επηρεαστεί λόγω της περιμετρικής υδραυλικής προστασίας όλων των εγκαταστάσεων. 9. Για την εκτίμηση των επιπτώσεων που αναμένεται να προκληθούν από την κατασκευή και λειτουργία του έργου στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον εκπονήθηκε ειδική μελέτη, η οποία παρατίθεται στο Παράρτημα ΧΙ της Μ.Π.Ε. Η προσβαλλόμενη απόφαση, στηριζόμενη στα επιστημονικά δεδομένα της Μ.Π.Ε. κατόπιν εκτιμήσεως των σωρευτικών επιπτώσεων από τη συνολική λειτουργία όλων των έργων σε όλες τις περιοχές κατά τη φάση της μέγιστης ανάπτυξης της δραστηριότητας και υπό το δυσμενέστερο μετεωρολογικό σενάριο, και ενσωματώνοντας τα μέτρα μείωσης ή απάλειψης των αέριων ρύπων που προτείνονται και καλύπτουν όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων που θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο της επίμαχης εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένου και ειδικού προγράμματος παρακολούθησης των αέριων ρύπων, παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένη ως προς την αντιμετώπιση, με τα μέτρα που υιοθετούνται, των επιπτώσεων της επίμαχης δραστηριότητας στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής των έργων, περιλαμβανομένων και των πλησιέστερων οικισμών. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί πλημμελούς εκτιμήσεως των επιπτώσεων, καθώς και οι ειδικότεροι ισχυρισμοί που επαναλαμβάνουν ως επί το πλείστον τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν στο στάδιο της διαβούλευσης και απαντήθηκαν από την παρεμβαίνουσα και αναφέρονται στη δημιουργία όξινης βροχής, στις αυξημένες εκπομπές θειικού οξέος, στην υποτίμηση των εκπεμπόμενων ρύπων και την επιβάρυνση σε βαρέα μέταλλα και κυρίως As, θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 10. Σύμφωνα με τη Μ.Π.Ε., το έργο, σε εθνική και διεθνή κλίμακα, αποτελεί μία σημαντική δραστηριότητα, καθώς επαναπροσδιορίζει για την περιοχή εν όλω ή εν μέρει τα οικονομικά χαρακτηριστικά και το αναπτυξιακό πρότυπο μέσω πλήρους αξιοποίησης των καταγεγραμμένων κοιτασμάτων και την παράλληλη έρευνα για την επέκταση των γνωστών κοιτασμάτων και τον προσδιορισμό νέων. Ο σχεδιασμός του έργου στηρίχθηκε στη συσσωρευμένη εμπειρία από τη μακρόχρονη λειτουργία των μεταλλείων σε συνδυασμό με το περιβαλλοντικό και κοινωνικό υπόβαθρο που έχει διαμορφωθεί στην ευρύτερη περιοχή, στις αρχές της ορθολογικής αξιοποίησης των εθνικών πόρων και της αειφόρου ανάπτυξης, στην αξιολόγηση των προσπαθειών αξιοποίησης εν όλω ή εν μέρει που έγιναν στο παρελθόν, στη σημαντική εξέλιξη της τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις προοπτικές και δυνατότητες ανάπτυξης ερευνητικού πεδίου στην Ελλάδα, στην αναγκαιότητα στάθμισης και αποδεκτής εξισορρόπησης του κοινωνικοοικονομικού οφέλους και περιβαλλοντικού κόστους στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης αειφόρου ανάπτυξης της χώρας, στην ευρωπαϊκή πρακτική, καθώς και στην αναγκαιότητα οικονομικής ευρωστίας υπό την έννοια της διευκόλυνσης εισροής κεφαλαίων στη χώρα, αλλά και της ανάπτυξης της περιφέρειας. Η υλοποίηση του σχεδιασμού αυτού επιτυγχάνει σταδιακά αφ’ ενός μεν την περιβαλλοντική αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής και δη της παράκτιας ζώνης μεταξύ Σταυρού και Ιερισσού, αφ’ ετέρου δε την περαιτέρω τουριστική αξιοποίησή της, η οποία υποβοηθείται σημαντικά από τη διεύρυνση των εισοδημάτων που θα επιφέρει η αύξηση της απασχόλησης σαν συνέπεια της αξιοποίησης του μεταλλευτικού δυναμικού. Περαιτέρω διαλαμβάνεται ότι το συνολικό κόστος της επένδυσης είναι τέτοιο ώστε θα επηρεάσει το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον της περιοχής. Η άμεση επίπτωση στην εθνική και τοπική οικονομία συνίσταται στη δημιουργία 1.300 άμεσων θέσεων απασχόλησης σε μία περιοχή με αυξημένη ανεργία (περίπου 20% στην περιοχή της Β.Α. Χαλκιδικής βάσει εκτιμήσεων του έτους 2010) και όπου ο μέσος όρος εισοδήματος ανά κάτοικο είναι μικρότερος του αντίστοιχου εθνικού μέσου όρου, θέσεις που θα καλυφθούν κατά προτεραιότητα από την τοπική κοινωνία σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90%, ενώ μικρό ποσοστό εξειδικευμένων επιστημόνων θα προέλθει από μεγάλα αστικά κέντρα. Επιπροσθέτως, οφέλη στην εθνική οικονομία θα προκύψουν από τη διάθεση σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου της επένδυσης σε ελληνικές επιχειρήσεις (εταιρείες συμβούλων κ.ά.), την αξιοποίηση τμήματος του ορυκτού πλούτου της χώρας κατά τρόπο βιώσιμο και ορθολογικό, την εξαγωγή των τελικών προϊόντων της επένδυσης, ήτοι πλακών καθαρού χρυσού, αργύρου και χαλκού με θετικές επιδράσεις στο ισοζύγιο συναλλαγών και αύξηση του συναλλαγματικού οφέλους, την ανάδειξη της Ελλάδας σε πρώτη κύρια χώρα παραγωγής πρωτογενούς χρυσού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε κέντρο ανάπτυξης σύγχρονης μεταλλουργικής τεχνολογίας στο χώρο των Βαλκανίων και στην αύξηση του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της χώρας μέσω της φορολογίας του φορέα εκμετάλλευσης και των επιχειρήσεων που σχετίζονται με την επένδυση. Περαιτέρω, αναμένονται ιδιαίτερα θετικές έμμεσες και δευτερογενείς επιπτώσεις που θα τονώσουν την τοπική και περιφερειακή οικονομία και συνίστανται στην ανάπτυξη δραστηριοτήτων εμπορίου, παροχής υπηρεσιών, αλλά και μεταποιητικών δραστηριοτήτων συνδεόμενων με το στάδιο κατασκευής και λειτουργίας του έργου (οικοδομικά υλικά, χωματουργικές εργασίες, μεταφορές, συνεργεία επισκευών, συντήρησης κ.λπ.), ενώ βραχυπρόθεσμα αναμένεται προσέλκυση και άλλων δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στην ευρύτερη περιοχή, οι οποίες θα λειτουργούν συμπληρωματικά και υποστηρικτικά προς τη μεταλλευτική δραστηριότητα. Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα προτίθεται να υποστηρίξει εμπράκτως δραστηριότητες που στοχεύουν στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική αναβάθμιση της Β.Α. Χαλκιδικής μέσω της συστάσεως ειδικού φορέα, όπου θα έχει ουσιαστική συμμετοχή η τοπική κοινωνία με εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, κατά τρόπο ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη και άλλων τομέων παράλληλα με τον μεταλλευτικό, όπως ο συνεδριακός, πολιτιστικός, μεταλλευτικός τουρισμός και ο αγροτουρισμός. Επίσης, σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους τοπικούς φορείς, θα δραστηριοποιηθεί σε δράσεις και ενέργειες κοινωνικής προσφοράς και ανάδειξης της φυσιογνωμίας της περιοχής. Οφέλη στην τοπική κοινωνία θα προκύψουν και από τα συστήματα τεχνικών υποδομών που θα δημιουργηθούν (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, οδικό δίκτυο, λιμενικές υποδομές κ.λπ.). Η κοινωνική διάσταση της επένδυσης υλοποιείται με δεσμευτικούς περιβαλλοντικούς όρους που έχουν τεθεί με την προσβαλλόμενη απόφαση. Ειδικότερα, ο κύριος του έργου υποχρεούται να συνδράμει και να επικουρεί την τοπική κοινωνία για την ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής σε όλη την έκταση του Δήμου Αριστοτέλη, για την ομαλή ένταξη του έργου στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον της περιοχής ο κύριος του έργου θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτική κάλυψης των θέσεων εργασίας με προτεραιότητα προτίμησης από τον τοπικό πληθυσμό σε ποσοστό 90% περίπου από τον Δήμο Αριστοτέλη. …. . Όπως προκύπτει από τα δεδομένα της Μ.Π.Ε., τις γνωμοδοτήσεις της Διεύθυνσης Μεταλλευτικών και Βιομηχανικών Ορυκτών που χαρακτήρισαν τη δραστηριότητα ως ιδιαιτέρως συμφέρουσα για την εθνική οικονομία και τους όρους της προσβαλλόμενης που προπαρατέθηκαν, το εν λόγω επενδυτικό σχέδιο, με το οποίο αξιοποιείται ο ορυκτός πλούτος στη συγκεκριμένη περιοχή των μεταλλείων Κασσάνδρας με υπόγεια, κατά κύριο λόγο, εκμετάλλευση, μέσω της συνδυαστικής μεταλλουργικής καθετοποίησης του συνολικού μεταλλευτικού δυναμικού των ερευνηθέντων κοιτασμάτων και βάσει σχεδιασμού που αξιοποιεί τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και αντιμετωπίζει κατά τρόπο ολοκληρωμένο την ορθολογική διαχείριση και προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, αναμένεται να επιφέρει, κατά την κρίση της Διοίκησης που το ενέκρινε, πολλαπλά οφέλη τόσο στην εθνική όσο και στην τοπική οικονομία, τα οποία συνίστανται στην περιφερειακή ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση των εξαγωγών και του συναλλαγματικού οφέλους, την αύξηση του Α.Ε.Π. μέσω της φορολογίας του φορέα και των επιχειρήσεων που σχετίζονται με την επένδυση, τη δημιουργία άνω των 1.300 άμεσων θέσεων εργασίας, οι οποίες θα καλυφθούν κατά 90% από την τοπική κοινωνία, αλλά και την ενίσχυση και άλλων δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα που συνδέονται αμέσως ή εμμέσως με την μεταλλευτική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως ελήφθησαν υπ’ όψιν η σπανιότης και η ανάγκη εξόρυξης των συγκεκριμένων μεταλλευμάτων, σύμφωνα με τις ρητές προβλέψεις του υφιστάμενου χωροταξικού σχεδιασμού (εθνικό-ειδικό-περιφερειακό), αξιολογήθηκαν όλες οι επιπτώσεις στο περιβάλλον της περιοχής και προβλέπονται μέτρα για την αποτροπή ή το μετριασμό τους, ενώ δόθηκε έμφαση α) στην αποκατάσταση της περιοχής από παλαιές μεταλλευτικές δραστηριότητες, αλλά και από την επίδικη μετά το πέρας της, β) στην παρακολούθηση της ορθής τήρησης των περιβαλλοντικών όρων και επιβολής πρόσθετων, αν κριθεί αναγκαίο, από ειδική επιτροπή στην οποία μετέχει και εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης και γ) στην ανάληψη κοινωνικών δράσεων προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, πέραν της δέσμευσης πρόσληψης προσωπικού από τον τοπικό πληθυσμό. Υπό τα δεδομένα αυτά το έργο δεν αντίκειται στη βιώσιμη μεταλλεία, όπως αυτή κατοχυρώνεται στα άρθρα 24, 106 και 22 παρ. 1 του Συντάγματος, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
Με την απόφαση αυτή κρίθηκαν, ειδικότερα, μεταξύ άλλων, τα εξής: 1. Από τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και περιφερειακές χωροταξικές κατευθύνσεις συνάγεται ότι αυτές προωθούν την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας με ειδική αναφορά στο μεταλλευτικό πλούτο της Β.Α. Χαλκιδικής, αναγνωρίζοντας την ιδιαίτερα σημαντική συμβολή της στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, και δη υπό το μοντέλο της καθετοποιημένης παραγωγής με δυνατότητα χωροθέτησης των απαραίτητων υποστηρικτικών εγκαταστάσεων (επεξεργασίας των εξορυχθέντων προϊόντων, διαχείρισης αποβλήτων) πλησίον των χώρων εξόρυξης, κατά τρόπο ώστε οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δραστηριότητας να συγκεντρώνονται σε περιορισμένο χώρο και να μην διαχέονται σε εκτεταμένη έκταση, ακόμα κι αν η εγκατάσταση της δραστηριότητας χωροθετείται εντός δασών και δασικών εκτάσεων ή περιοχών του δικτύου Natura, υπό την απαραίτητη ωστόσο προϋπόθεση τήρησης των δεσμεύσεων που τίθενται από τα ειδικά νομοθετικά καθεστώτα που διέπουν τις περιοχές αυτές, εξέτασης εναλλακτικών λύσεων και λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων για την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων. Εξάλλου, ούτε το Χωροταξικό Πλαίσιο του Τουρισμού περιέχει αντίθετες ρυθμίσεις, αλλά και τούτο αναγνωρίζει την ανάγκη διατήρησης των εξορυκτικών δραστηριοτήτων υπό τους όρους που αυτές οργανώνονται από το οικείο Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία, το οποίο είναι ειδικότερο και υπερισχύει του πρώτου ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις ανάπτυξης και οργάνωσης των σχετικών δραστηριοτήτων. Το γεγονός δε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει προηγηθεί ο προβλεπόμενος από το Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία λεπτομερής σχεδιασμός σε επίπεδο νομού, ο οποίος να ρυθμίζει τα ζητήματα συγκρούσεων των εξορυκτικών δραστηριοτήτων με άλλες χρήσεις και κυρίως του τουρισμού, δεν καθιστά πάντως πλημμελή τη χωροθέτηση της επίμαχης δραστηριότητας, η οποία αναπτύσσεται αφ’ ενός σε ήδη υπάρχουσες μεταλλευτικές περιοχές (Ολυμπιάδα, Μαντέμ Λάκκου, Μαύρες Πέτρες) και στις ήδη υφιστάμενες και επεκτεινόμενες λιμενικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου και αφ’ ετέρου σε δασική περιοχή (Σκουριές), για την οποία δεν προβάλλεται ότι παρουσιάζει τουριστικό ενδιαφέρον, ούτε από το Χωροταξικό Πλαίσιο του Τουρισμού προκύπτει κάτι τέτοιο, εν πάση δε περιπτώσει στη Μ.Π.Ε. έχουν εκτιμηθεί οι επιπτώσεις στις λοιπές χρήσεις, οι οποίες αναμένονται αμελητέες ως προς τις δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα. Άλλωστε, στην από μακρού χρόνου ύπαρξη μεταλλευτικής δραστηριότητας στην περιοχή αυτή οφείλεται, μεταξύ άλλων, η διατήρηση της συγκεκριμένης φυσιογνωμίας της περιοχής, σε αντίθεση με την οικιστική αλλοίωση που υπέστη η υπόλοιπη περιοχή της Χαλκιδικής. Περαιτέρω, το επίμαχο έργο αναμένεται να έχει έμμεσα και θετικές επιπτώσεις στην τουριστική κίνηση και υποδομή λόγω της αύξησης της απασχόλησης και της ενίσχυσης των εισοδημάτων των κατοίκων. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι το επίμαχο επενδυτικό σχέδιο ενσωματώνει περιβαλλοντικό σχεδιασμό που διασφαλίζει, κατά την εκτίμηση της Διοίκησης, τις χωροταξικές κατευθύνσεις για την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων και την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, η κρίση της Διοίκησης που εμπεριέχεται στην Π.Π.Ε.Α. του έργου σχετικά με τη συμβατότητά του προς τις υφιστάμενες χωροταξικές κατευθύνσεις είναι αιτιολογημένη και ανέλεγκτη περαιτέρω από τον ακυρωτικό δικαστή ως προς την επιλογή και διαμόρφωση του προτύπου ανάπτυξης της συγκεκριμένης περιφέρειας, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 2. Περαιτέρω, η πλήρης αξιοποίηση των ήδη διαπιστωμένων και αξιόλογων κοιτασμάτων, όπως αυτά περιγράφονται στο επενδυτικό σχέδιο και στην υποβληθείσα Μ.Π.Ε., μέσω μεταλλουργικής επεξεργασίας, σύμφωνα με τις συμβατικές δεσμεύσεις της παρεμβαίνουσας εταιρίας «Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.Μ.Β.Χ.», και η μη εξέταση, πέραν της μηδενικής, άλλων εναλλακτικών λύσεων ως προς την έκταση εκμετάλλευσης των διερευνημένων κοιτασμάτων, δεν καθιστά πλημμελώς αιτιολογημένη την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού εναρμονίζεται με τις προπαρατεθείσες κατευθύνσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής και του εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και έχει σχεδιασθεί ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος μέσω της χρήσης βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και ορθών πρακτικών και των εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. …. Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν αξιολογήσεως όλων των πρόσφορων εναλλακτικών λύσεων που εξετάσθηκαν για όλες τις βασικές συνιστώσες της σχεδιαζόμενης επένδυσης, τόσο ως προς τη χωροθέτηση των βασικών μονάδων και υποδομών, όσο και ως προς τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους στην εξορυκτική και παραγωγική δραστηριότητα, καθώς και στη διαχείριση των αποβλήτων, αξιολόγηση που στηρίχθηκε σε αμιγώς περιβαλλοντικά κριτήρια, γεγονός που διασφαλίζει ότι οι προκριθείσες τελικώς λύσεις είναι αυτές που ενέχουν τις μικρότερες δυνατές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ενώ αιτιολογείται επαρκώς και η ανάγκη επέκτασης των λιμενικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Γενικού Χωροταξικού Πλαισίου, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 3. Η Διοίκηση, με την προσβαλλόμενη απόφασή της, ενέκρινε την εφαρμογή της πυρομεταλλουργικής μεθόδου της ακαριαίας τήξης, καθ’ όσον, κατά την κρίση της, η μέθοδος αυτή εξασφαλίζει βέλτιστη προσαρμογή στις διακυμάνσεις της περιεκτικότητας των κοιτασμάτων, άριστη αξιοποίηση των μεταλλευμάτων της περιοχής, καθώς και υψηλή ανάκτηση μετάλλων, ενώ οδηγεί σε σταθεροποίηση του αρσενικού που περιέχεται στο συμπύκνωμα Ολυμπιάδας στην σταθερή και περιβαλλοντικά αποδεκτή μορφή του σκοροδίτη, καθώς και σε ανάκτηση του θείου που περιέχεται και στα δύο συμπυκνώματα υπό μορφή θεϊκού οξέος, αποκλειομένης της χρήσης κυανίου ή ενώσεών του κατά τη λειτουργία της μεταλλουργίας. Η κρίση αυτή της Διοίκησης ως προς το χαρακτηρισμό της επιλεγείσας μεθόδου ως βέλτιστης διαθέσιμης και ως προς την εφαρμοσιμότητά της στα συγκεκριμένα συμπυκνώματα αιτιολογείται νομίμως με βάση τα δεδομένα της Μ.Π.Ε., τη θετική γνωμοδότηση της Δ/νσης Μεταλλευτικών και Βιομηχανικών Ορυκτών και τις διευκρινίσεις που παρέσχε η παρεμβαίνουσα στις ενστάσεις που διατυπώθηκαν, ενώ επιβεβαιώνεται και με το έγγραφο απόψεων της Διεύθυνσης Μεταλλευτικών & Βιομηχανικών Ορυκτών προς το Δικαστήριο. 4. Περαιτέρω, οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες γνωμοδότησαν τόσο στο στάδιο της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης όσο και στο στάδιο οριστικοποίησης των περιβαλλοντικών όρων, παραθέτοντας ειδικώς όλες τις αρχαιότητες και τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρίσκονται στην άμεση και ευρύτερη περιοχή των έργων και χρήζουν προστασίας από απόψεως αρχαιολογικού νόμου, αξιολογώντας τις επιπτώσεις των έργων σε αυτές και θέτοντας συγκεκριμένους όρους, οι οποίοι, κατά την ουσιαστική τους κρίση, διασφαλίζουν ότι η ανάπτυξη της επίμαχης δραστηριότητας δεν θα προκαλέσει άμεση ή έμμεση βλάβη στις εντοπισθείσες αρχαιότητες και στην αρχαιολογική έρευνα της καταληφθείσας από τα έργα περιοχής και δεν θα αποκλείσει τη δυνατότητα αξιοποίησης και ανάδειξής τους. Ειδικότερα, όσον αφορά στη θέση Σκουριές, η αρχική αρνητική γνωμοδότηση της αρμόδιας εφορείας βασίστηκε κατά κύριο λόγο στον εντοπισμό σκωριών από εκκαμίνευση κατά την αρχαιότητα και κεραμικής σε επιφανειακή εκδήλωση μεταλλοφόρου κοιτάσματος και στην πιθανολόγηση ανεύρεσης αρχαίων εγκαταστάσεων συνδεόμενων με τα ευρήματα αυτά, η οποία όμως αποκλείστηκε κατόπιν ειδικής ανασκαφικής έρευνας σε όλη την έκταση που πρόκειται να θιγεί. Προς προστασία δε των ευρημάτων αυτών τέθηκε ως όρος η μεταφορά τους σε σημείο κατάλληλο ώστε να μην αποκόπτονται από το περιβάλλον τους. Πέραν τούτου, ελήφθησαν υπ’ όψιν και τα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα σε τοποθεσίες της ίδιας περιοχής, επιβλήθηκε απαγόρευση επέμβασης στις τοποθεσίες αυτές και κατά τα λοιπά επετράπη η ανάπτυξη της επίμαχης δραστηριότητας, καθ’ όσον κατά την κρίση του αρχαιολογικού οργάνου δεν υφίσταται οπτική ή άλλη όχληση στις αποκαλυφθείσες αρχαιότητες εν όψει της αποστάσεως και της θέσεως αυτών σε σχέση με την περιοχή ανάπτυξης των έργων. Ως εκ τούτου, όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης ως προς την προστασία των αρχαιοτήτων της περιοχής, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. 5. Ως έχει κριθεί, κατά την ερμηνεία των διατάξεων του ν. 998/1979 που ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, την άσκηση μεταλλευτικών δραστηριοτήτων εντός δασών και δασικών εκτάσεων υπό το φως του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος που επιτάσσει την προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων, είναι ανεκτή η μεταβολή της μορφής εκτάσεως με δασική βλάστηση για την άσκηση των δραστηριοτήτων αυτών, προκειμένου να ικανοποιηθούν ανάγκες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν διαφορετικά, εφ’ όσον, όμως, κριθεί ότι η συγκεκριμένη ανάγκη υπερτερεί της διαφυλάξεως εκτάσεως με δασική βλάστηση και ότι δεν υφίσταται τρόπος ικανοποιήσεώς της με άλλο τρόπο. Κριτήριο της ανάγκης είναι ότι η ικανοποίησή της έχει για την εθνική οικονομία ζωτική σημασία, εκτιμώμενη, μεταξύ άλλων, εν όψει της σπανιότητας και του βαθμού επάρκειας των ορυκτών και των υφισταμένων δυνατοτήτων καλύψεως της σχετικής ζήτησης. Στα πλαίσια αυτά η μεταλλευτική δραστηριότητα αποτελεί επιτρεπτή, υπό όρους, δραστηριότητα εκμετάλλευσης πλουτοπαραγωγικών πόρων, η οποία, κατά το αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο, έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και συνδέεται με υποχρέωση ανάπλασης του μεταλλευτικού χώρου μετά τη λήξη της δραστηριότητας αυτής και πάντως δεν συνεπάγεται μεταβολή του νομικού χαρακτήρα των εκτάσεων, αλλά μόνο προσωρινή δυνατότητα επεμβάσεως σε αυτές. Περαιτέρω, όπως συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 57 του ν. 998/1979, προ της αντικαταστάσεώς του από το ν. 4001/2011, η οποία αναφέρεται όχι μόνο στην εξορυκτική δραστηριότητα, αλλά και στις συναφείς υποστηρικτικές εγκαταστάσεις, υποδομές και μονάδες διαλογής, επεξεργασίας και αποκομιδής των ορυκτών, οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τους οποίους επιτρέπεται όχι μόνο η ανάπτυξη της εξορυκτικής δραστηριότητας εντός δασών και δασικών εκτάσεων, αλλά και η χωροθέτηση των μονάδων επεξεργασίας των ορυκτών μετά των αναγκαίων υποστηρικτικών υποδομών, διέπονται αποκλειστικά από τις ρυθμίσεις του άρθρου 57 του ν.998/1979, οι οποίες είναι ειδικότερες σε σχέσεις με τις διατάξεις του άρθρου 56 του ίδιου νόμου που ρυθμίζουν την εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων εν γένει εντός δασών και δασικών εκτάσεων. Η ερμηνεία αυτή, εξάλλου, είναι σύμφωνη και προς τα άρθρα 24 και 106 του Συντάγματος, καθόσον ο νομοθέτης διά των διατάξεων αυτών αναγνωρίζει την ανάγκη αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών της χώρας, αλλά και την ιδιαιτερότητα της εξορυκτικής δραστηριότητας , η οποία περιορίζεται σε περιοχές όπου εντοπίζονται βιώσιμα κοιτάσματα προς εκμετάλλευση και ως εκ τούτου θέτει ειδικές προϋποθέσεις για τη δραστηριότητα αυτή κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται τόσο η προστασία του ευαίσθητου οικοσυστήματος όσο και η τεχνικοοικονομική βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης, η οποία κρίνεται ιδιαιτέρως συμφέρουσα για την εθνική οικονομία. … Στην προκείμενη περίπτωση προκύπτει ότι κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως ελήφθησαν υπ’ όψιν τόσο η σπανιότητα και η ποιότητα του μεταλλεύματος, η εξόρυξή του χάριν του δημοσίου συμφέροντος και ειδικότερα της εθνικής οικονομίας και της ανάπτυξης της απασχόλησης, όσο και η επέμβαση στο ευαίσθητο δασικό οικοσύστημα της περιοχής, εξετάσθηκαν οι δυνατές εναλλακτικές λύσεις ως προς τη χωροθέτηση των επιμέρους μονάδων και δραστηριοτήτων, συνεκτιμήθηκε η σημασία του κοιτάσματος Σκουριών, βάσει του οποίου και μόνο καθίσταται δυνατή η χρήση της μεθόδου της ακαριαίας τήξης που παρουσιάζει τα μέγιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης και, κατόπιν αξιολογήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ελήφθησαν τα απαραίτητα, κατά την ουσιαστική κρίση της Διοίκησης, μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψη των επιπτώσεων αυτών, τα οποία διασφαλίζουν τη μη διατάραξη του ευρύτερου δασικού οικοσυστήματος, μικρό μέρος του οποίου θίγεται με την επίμαχη δραστηριότητα, τη μη επέμβαση σε οικοτόπους προτεραιότητας, τη διατήρηση των σπάνιων και ενδημικών ειδών χλωρίδας, την προστασία των περιβαλλοντικών μέσων (έδαφος, ύδατα, αέρας), την ανάπτυξη των εργασιών κατά τρόπο που να επιτρέπει τη σταδιακή αποκατάσταση των χώρων και, τέλος, την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων μέσω επιστημονικών προσεγγίσεων και κατόπιν εκπονήσεως ειδικών φυτοτεχνικών και δασοτεχνικών μελετών, έτσι ώστε το περιβαλλοντικό ισοζύγιο να αποβεί θετικό υπέρ των αποκατεστημένων επιφανειών και να επανέλθει, κατά το δυνατόν, η βιοποικιλότητα των περιοχών επέμβασης σε επίπεδα που προσομοιάζουν στην πρότερη κατάσταση. Ως εκ τούτου, η κρίση αυτή της Διοίκησης, η οποία αντιμετωπίζει όλα τα ζητήματα που τέθηκαν με τις προηγηθείσες αρνητικές γνωμοδοτήσεις του Δασαρχείου Αρναίας αιτιολογείται νομίμως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν. 6. Οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» δεν απαγορεύουν καταρχήν την άσκηση εξορυκτικών δραστηριοτήτων εντός ή πλησίον των προστατευόμενων τόπων, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, ήτοι διασφαλίζεται, κατόπιν δέουσας εκτίμησης και πέραν κάθε εύλογης αμφιβολίας, ότι η εν λόγω δραστηριότητα έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να μην παραβλάπτεται η ακεραιότητα του τόπου. Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων της ανωτέρω οδηγίας, διότι αφ’ ενός βασίζεται σε ανεπαρκή επιστημονική εκτίμηση της επίδρασης του έργου στους παρακείμενους οικοτόπους, αφού δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν τα πορίσματα της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης που εκπονήθηκε για τον προστατευόμενο τόπο «Όρος Χολομώντας» και αφ’ ετέρου στερείται σφαιρικής εκτίμησης των σωρευτικών επιπτώσεων που ενδέχεται να έχει το έργο αυτό ως σύνολο στις προστατευόμενες περιοχές, αφού οι επιπτώσεις εκτιμήθηκαν μόνο σε συνάρτηση με τις νέες εγκαταστάσεις που θα κατασκευασθούν. Όπως όμως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στο Κεφάλαιο 3 της Μ.Π.Ε. γίνεται καταγραφή των οικολογικών χαρακτηριστικών, κύριων οικοσυστημάτων, τύπων οικοτόπων και ειδών χλωρίδας και πανίδας της περιοχής μελέτης, ενώ καταγράφονται τα οικολογικά χαρακτηριστικά και των προστατευόμενων περιοχών που βρίσκονται μεν εκτός της περιοχής κατάληψης των έργων, αλλά στην άμεση και ευρύτερη περιοχή αυτών, προκειμένου να εκτιμηθούν ενδεχόμενες επιπτώσεις τους σε αυτές. Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται ειδική αναφορά και στην εκπονηθείσα περιβαλλοντική μελέτη του Τ.Κ.Σ. «Όρος Χολομώντας» που είχε υποβληθεί προς έγκριση στην αρμόδια υπηρεσία του Υ.Π.Ε.Κ.Α. Περαιτέρω, στο ειδικό Παράρτημα ΙΙΙ-Μέρος Δ΄ «Οικολογική μελέτη βάσης» της Μ.Π.Ε. αναλύονται τα οικολογικά χαρακτηριστικά (οικοσυστήματα-χλωρίδα-πανίδα) των περιοχών μελέτης «Ολυμπιάδα», «Στρατώνι», «Σκουριές», λαμβανομένων υπ’ όψιν και αξιολογουμένων και των περιοχών του δικτύου Natura που εμπίπτουν ή βρίσκονται πλησίον της ευρύτερης περιοχής μελέτης, αλλά και όσων βρίσκονται σε μεγαλύτερη απόσταση από την ευρύτερη περιοχή μελέτης, με ιδιαίτερη βαρύτητα στους στόχους διατήρησής τους. Στο εν λόγω Παράρτημα γίνεται αναφορά όλων των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση των πληροφοριών τόσο σχετικά με τις προστατευόμενες περιοχές (τυποποιημένα έντυπα δεδομένων, διαχειριστικά σχέδια, μελέτες κ.λπ.), όσο και στις περιοχές των υποέργων, για τις οποίες εκπονήθηκαν ειδικές Οικολογικές Μελέτες Βάσης ετών 1998 και 2010, βάσει των πορισμάτων των εργασιών πεδίου που διενεργήθηκαν σε βάθος δωδεκαετίας. …. Εξάλλου, η κρίση της Διοίκησης ότι το επίμαχο έργο δεν αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στους στόχους διατήρησης των παρακείμενων προστατευόμενων τόπων και δεν αναμένεται να παραβλάψει την ακεραιότητα των τόπων αυτών, παρίσταται νομίμως αιτιολογημένη κατά τούτο και διεξήχθη, βάσει πλήρων και επικαιροποιημένων στοιχείων και αφού ελήφθη υπ’ όψιν το σύνολο των δραστηριοτήτων που εντάσσονται στο επίμαχο έργο, υφισταμένων και νέων. 7. Περαιτέρω, η Διοίκηση, αξιολογώντας την επάρκεια και αρτιότητα του σχεδιασμού διαχείρισης των αποβλήτων, τον ενσωμάτωσε στην ήδη προσβαλλόμενη απόφασή της μέσω πληθώρας περιβαλλοντικών όρων που καλύπτουν όλο το φάσμα της διαχείρισης, από τη μείωση της παραγωγής τους μέχρι την ασφαλή διάθεσή τους σε κατάλληλα σχεδιασμένους χώρους και το κλείσιμο και την μετέπειτα παρακολούθηση των χώρων αυτών, σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές. Ειδικότερα, περιλαμβάνονται λεπτομερή στοιχεία για την ποσότητα και σύνθεση των παραγόμενων αποβλήτων, την επικινδυνότητά τους, τον τρόπο αξιοποίησης, ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποίησης ή διάθεσής τους, τόσο συγκεντρωτικά όσο και για κάθε υποέργο ξεχωριστά, τίθενται οι τεχνικές προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας των χώρων απόθεσης και οι όροι που διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία του εδάφους, των υδάτων και της ατμόσφαιρας και τη γεωτεχνική ευστάθεια και ασφάλεια των χώρων, επιβάλλονται ειδικοί όροι για τη διαχείριση των νερών των εγκαταστάσεων κάθε υποέργου και την εφαρμογή της μεθόδου της λιθογόμωσης, οργανώνεται πρόγραμμα παρακολούθησης και σχέδιο κλεισίματος και αποκατάστασης των χώρων, επιβάλλεται στον φορέα εκμετάλλευσης η υποχρέωση να αναθεωρεί τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων ανά πενταετία και να μεριμνά για τη συντήρηση, παρακολούθηση, έλεγχο και λήψη διορθωτικών μέτρων και μετά το κλείσιμο των εγκαταστάσεων για 10 έτη τουλάχιστον, χρονικό διάστημα που μπορεί να παραταθεί με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η διαχείριση των αποβλήτων του προτεινόμενου έργου σχεδιάστηκε σε πλήρη συμφωνία με τις κοινοτικές και εθνικές απαιτήσεις, υιοθετώντας τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και διασφαλίζοντας, με τους περιβαλλοντικούς όρους που έχουν τεθεί, υψηλή προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, ήτοι των υδάτων, του εδάφους και του αέρα, και της δημόσιας υγείας και υψηλές προδιαγραφές γεωτεχνικής ευστάθειας και ασφάλειας, κατά την αιτιολογημένη, σχετικώς, κρίση της Διοίκησης, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 8. Προβάλλεται, επίσης, ότι η προσβαλλόμενη είναι ακυρωτέα, διότι δεν βασίζεται σε σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής της Κεντρικής Μακεδονίας, αφού αυτά δεν έχουν ακόμη εκπονηθεί, καίτοι έληξε η προθεσμία προσαρμογής που έχει τεθεί με την οδηγία 2000/60. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η άντληση και χρήση νερού κατά την εξόρυξη και τις συνοδές της δραστηριότητες, η οποία συμβαίνει ανεξαιρέτως σε κάθε εξορυκτική δραστηριότητα, δεν συνιστά έργο διαχείρισης και αξιοποίησης των υδατικών πόρων, ώστε να απαιτείται η προηγούμενη εκπόνηση των σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής. Εξάλλου, σύμφωνα με ρητό όρο της προσβαλλόμενης, άμα τη εγκρίσει του οικείου σχεδίου διαχείρισης υφίσταται υποχρέωση επανεξέτασης και τροποποίησης των σχετικών περιβαλλοντικών όρων, κατά τρόπο ώστε να συνάδουν με τα προγράμματα μέτρων, παρακολούθησης υδάτων και ειδικών μέτρων κατά της ρύπανσης που θα οριστούν με το εν λόγω σχέδιο. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι το επίμαχο σχέδιο αντίκειται στην αρχή της βιώσιμης διαχείρισης των υδατικών πόρων, διότι απουσιάζει ο προγραμματισμός των υδατικών αποθεμάτων ανά υδρογεωλογική λεκάνη που απαιτεί το οικείο Περιφερειακό Πλαίσιο, όπως δε συνομολογείται στη Μ.Π.Ε., οι επιπτώσεις στο υδατικό περιβάλλον λόγω της σημαντικής επέμβασης στο ποτάμιο σύστημα της περιοχής (διακοπή ποτάμιου συστήματος Χαβρία, εκτροπές ρεμάτων, χρήση τους ως χώρων εναπόθεσης τελμάτων εμπλουτισμού), θα είναι μόνιμες και μη αναστρέψιμες, ενώ η άντληση σημαντικών ποσοτήτων ύδατος για τις ανάγκες της δραστηριότητας υπερβαίνουν τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής, η οποία έχει ήδη αρνητικό υδατικό ισοζύγιο. Ωστόσο, και οι ισχυρισμοί αυτοί προβάλλονται αβασίμως, καθ’ όσον στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει εκπονηθεί ειδική μελέτη με τίτλο «Προκαταρκτική Εφαρμογή Άρθρων 5 & 6 Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα», αφού ελήφθη υπ’ όψιν το σύνολο των μελετών που έχουν εκπονηθεί για την περιοχή. Στην ειδική αυτή μελέτη γίνεται ανάλυση και αξιολόγηση των υδρολογικών δεδομένων με βάση τις απαιτήσεις της οδηγίας για τα ύδατα, κατόπιν καθορισμού των υδατικών συστημάτων, ποτάμιων, υπόγειων και παράκτιων υδάτων, ανάλυση των πιέσεων και αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου στην προστασία και διαχείριση των υδατικών πόρων της περιοχής μελέτης. Και ναι μεν οι επιπτώσεις αξιολογούνται από τους μελετητές συνολικά ως σημαντικές και μόνιμες λόγω της επέμβασης στο ποτάμιο σύστημα της περιοχής, η αξιολόγηση όμως αυτή αφορά μόνο την περιοχή Στρατωνίου και όχι τις περιοχές Ολυμπιάδας και Σκουριών. Ειδικότερα, όσον αφορά στην περιοχή των Σκουριών, στη μελέτη αναφέρεται ότι η ποιότητα των επιφανειακών υδάτων δεν αναμένεται να επηρεαστεί λόγω της περιμετρικής υδραυλικής προστασίας όλων των εγκαταστάσεων. 9. Για την εκτίμηση των επιπτώσεων που αναμένεται να προκληθούν από την κατασκευή και λειτουργία του έργου στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον εκπονήθηκε ειδική μελέτη, η οποία παρατίθεται στο Παράρτημα ΧΙ της Μ.Π.Ε. Η προσβαλλόμενη απόφαση, στηριζόμενη στα επιστημονικά δεδομένα της Μ.Π.Ε. κατόπιν εκτιμήσεως των σωρευτικών επιπτώσεων από τη συνολική λειτουργία όλων των έργων σε όλες τις περιοχές κατά τη φάση της μέγιστης ανάπτυξης της δραστηριότητας και υπό το δυσμενέστερο μετεωρολογικό σενάριο, και ενσωματώνοντας τα μέτρα μείωσης ή απάλειψης των αέριων ρύπων που προτείνονται και καλύπτουν όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων που θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο της επίμαχης εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένου και ειδικού προγράμματος παρακολούθησης των αέριων ρύπων, παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένη ως προς την αντιμετώπιση, με τα μέτρα που υιοθετούνται, των επιπτώσεων της επίμαχης δραστηριότητας στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής των έργων, περιλαμβανομένων και των πλησιέστερων οικισμών. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί πλημμελούς εκτιμήσεως των επιπτώσεων, καθώς και οι ειδικότεροι ισχυρισμοί που επαναλαμβάνουν ως επί το πλείστον τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν στο στάδιο της διαβούλευσης και απαντήθηκαν από την παρεμβαίνουσα και αναφέρονται στη δημιουργία όξινης βροχής, στις αυξημένες εκπομπές θειικού οξέος, στην υποτίμηση των εκπεμπόμενων ρύπων και την επιβάρυνση σε βαρέα μέταλλα και κυρίως As, θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. 10. Σύμφωνα με τη Μ.Π.Ε., το έργο, σε εθνική και διεθνή κλίμακα, αποτελεί μία σημαντική δραστηριότητα, καθώς επαναπροσδιορίζει για την περιοχή εν όλω ή εν μέρει τα οικονομικά χαρακτηριστικά και το αναπτυξιακό πρότυπο μέσω πλήρους αξιοποίησης των καταγεγραμμένων κοιτασμάτων και την παράλληλη έρευνα για την επέκταση των γνωστών κοιτασμάτων και τον προσδιορισμό νέων. Ο σχεδιασμός του έργου στηρίχθηκε στη συσσωρευμένη εμπειρία από τη μακρόχρονη λειτουργία των μεταλλείων σε συνδυασμό με το περιβαλλοντικό και κοινωνικό υπόβαθρο που έχει διαμορφωθεί στην ευρύτερη περιοχή, στις αρχές της ορθολογικής αξιοποίησης των εθνικών πόρων και της αειφόρου ανάπτυξης, στην αξιολόγηση των προσπαθειών αξιοποίησης εν όλω ή εν μέρει που έγιναν στο παρελθόν, στη σημαντική εξέλιξη της τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις προοπτικές και δυνατότητες ανάπτυξης ερευνητικού πεδίου στην Ελλάδα, στην αναγκαιότητα στάθμισης και αποδεκτής εξισορρόπησης του κοινωνικοοικονομικού οφέλους και περιβαλλοντικού κόστους στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης αειφόρου ανάπτυξης της χώρας, στην ευρωπαϊκή πρακτική, καθώς και στην αναγκαιότητα οικονομικής ευρωστίας υπό την έννοια της διευκόλυνσης εισροής κεφαλαίων στη χώρα, αλλά και της ανάπτυξης της περιφέρειας. Η υλοποίηση του σχεδιασμού αυτού επιτυγχάνει σταδιακά αφ’ ενός μεν την περιβαλλοντική αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής και δη της παράκτιας ζώνης μεταξύ Σταυρού και Ιερισσού, αφ’ ετέρου δε την περαιτέρω τουριστική αξιοποίησή της, η οποία υποβοηθείται σημαντικά από τη διεύρυνση των εισοδημάτων που θα επιφέρει η αύξηση της απασχόλησης σαν συνέπεια της αξιοποίησης του μεταλλευτικού δυναμικού. Περαιτέρω διαλαμβάνεται ότι το συνολικό κόστος της επένδυσης είναι τέτοιο ώστε θα επηρεάσει το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον της περιοχής. Η άμεση επίπτωση στην εθνική και τοπική οικονομία συνίσταται στη δημιουργία 1.300 άμεσων θέσεων απασχόλησης σε μία περιοχή με αυξημένη ανεργία (περίπου 20% στην περιοχή της Β.Α. Χαλκιδικής βάσει εκτιμήσεων του έτους 2010) και όπου ο μέσος όρος εισοδήματος ανά κάτοικο είναι μικρότερος του αντίστοιχου εθνικού μέσου όρου, θέσεις που θα καλυφθούν κατά προτεραιότητα από την τοπική κοινωνία σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90%, ενώ μικρό ποσοστό εξειδικευμένων επιστημόνων θα προέλθει από μεγάλα αστικά κέντρα. Επιπροσθέτως, οφέλη στην εθνική οικονομία θα προκύψουν από τη διάθεση σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου της επένδυσης σε ελληνικές επιχειρήσεις (εταιρείες συμβούλων κ.ά.), την αξιοποίηση τμήματος του ορυκτού πλούτου της χώρας κατά τρόπο βιώσιμο και ορθολογικό, την εξαγωγή των τελικών προϊόντων της επένδυσης, ήτοι πλακών καθαρού χρυσού, αργύρου και χαλκού με θετικές επιδράσεις στο ισοζύγιο συναλλαγών και αύξηση του συναλλαγματικού οφέλους, την ανάδειξη της Ελλάδας σε πρώτη κύρια χώρα παραγωγής πρωτογενούς χρυσού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε κέντρο ανάπτυξης σύγχρονης μεταλλουργικής τεχνολογίας στο χώρο των Βαλκανίων και στην αύξηση του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της χώρας μέσω της φορολογίας του φορέα εκμετάλλευσης και των επιχειρήσεων που σχετίζονται με την επένδυση. Περαιτέρω, αναμένονται ιδιαίτερα θετικές έμμεσες και δευτερογενείς επιπτώσεις που θα τονώσουν την τοπική και περιφερειακή οικονομία και συνίστανται στην ανάπτυξη δραστηριοτήτων εμπορίου, παροχής υπηρεσιών, αλλά και μεταποιητικών δραστηριοτήτων συνδεόμενων με το στάδιο κατασκευής και λειτουργίας του έργου (οικοδομικά υλικά, χωματουργικές εργασίες, μεταφορές, συνεργεία επισκευών, συντήρησης κ.λπ.), ενώ βραχυπρόθεσμα αναμένεται προσέλκυση και άλλων δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στην ευρύτερη περιοχή, οι οποίες θα λειτουργούν συμπληρωματικά και υποστηρικτικά προς τη μεταλλευτική δραστηριότητα. Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα προτίθεται να υποστηρίξει εμπράκτως δραστηριότητες που στοχεύουν στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική αναβάθμιση της Β.Α. Χαλκιδικής μέσω της συστάσεως ειδικού φορέα, όπου θα έχει ουσιαστική συμμετοχή η τοπική κοινωνία με εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, κατά τρόπο ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη και άλλων τομέων παράλληλα με τον μεταλλευτικό, όπως ο συνεδριακός, πολιτιστικός, μεταλλευτικός τουρισμός και ο αγροτουρισμός. Επίσης, σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους τοπικούς φορείς, θα δραστηριοποιηθεί σε δράσεις και ενέργειες κοινωνικής προσφοράς και ανάδειξης της φυσιογνωμίας της περιοχής. Οφέλη στην τοπική κοινωνία θα προκύψουν και από τα συστήματα τεχνικών υποδομών που θα δημιουργηθούν (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, οδικό δίκτυο, λιμενικές υποδομές κ.λπ.). Η κοινωνική διάσταση της επένδυσης υλοποιείται με δεσμευτικούς περιβαλλοντικούς όρους που έχουν τεθεί με την προσβαλλόμενη απόφαση. Ειδικότερα, ο κύριος του έργου υποχρεούται να συνδράμει και να επικουρεί την τοπική κοινωνία για την ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής σε όλη την έκταση του Δήμου Αριστοτέλη, για την ομαλή ένταξη του έργου στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον της περιοχής ο κύριος του έργου θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτική κάλυψης των θέσεων εργασίας με προτεραιότητα προτίμησης από τον τοπικό πληθυσμό σε ποσοστό 90% περίπου από τον Δήμο Αριστοτέλη. …. . Όπως προκύπτει από τα δεδομένα της Μ.Π.Ε., τις γνωμοδοτήσεις της Διεύθυνσης Μεταλλευτικών και Βιομηχανικών Ορυκτών που χαρακτήρισαν τη δραστηριότητα ως ιδιαιτέρως συμφέρουσα για την εθνική οικονομία και τους όρους της προσβαλλόμενης που προπαρατέθηκαν, το εν λόγω επενδυτικό σχέδιο, με το οποίο αξιοποιείται ο ορυκτός πλούτος στη συγκεκριμένη περιοχή των μεταλλείων Κασσάνδρας με υπόγεια, κατά κύριο λόγο, εκμετάλλευση, μέσω της συνδυαστικής μεταλλουργικής καθετοποίησης του συνολικού μεταλλευτικού δυναμικού των ερευνηθέντων κοιτασμάτων και βάσει σχεδιασμού που αξιοποιεί τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και αντιμετωπίζει κατά τρόπο ολοκληρωμένο την ορθολογική διαχείριση και προστασία των περιβαλλοντικών μέσων, αναμένεται να επιφέρει, κατά την κρίση της Διοίκησης που το ενέκρινε, πολλαπλά οφέλη τόσο στην εθνική όσο και στην τοπική οικονομία, τα οποία συνίστανται στην περιφερειακή ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση των εξαγωγών και του συναλλαγματικού οφέλους, την αύξηση του Α.Ε.Π. μέσω της φορολογίας του φορέα και των επιχειρήσεων που σχετίζονται με την επένδυση, τη δημιουργία άνω των 1.300 άμεσων θέσεων εργασίας, οι οποίες θα καλυφθούν κατά 90% από την τοπική κοινωνία, αλλά και την ενίσχυση και άλλων δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα που συνδέονται αμέσως ή εμμέσως με την μεταλλευτική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως ελήφθησαν υπ’ όψιν η σπανιότης και η ανάγκη εξόρυξης των συγκεκριμένων μεταλλευμάτων, σύμφωνα με τις ρητές προβλέψεις του υφιστάμενου χωροταξικού σχεδιασμού (εθνικό-ειδικό-περιφερειακό), αξιολογήθηκαν όλες οι επιπτώσεις στο περιβάλλον της περιοχής και προβλέπονται μέτρα για την αποτροπή ή το μετριασμό τους, ενώ δόθηκε έμφαση α) στην αποκατάσταση της περιοχής από παλαιές μεταλλευτικές δραστηριότητες, αλλά και από την επίδικη μετά το πέρας της, β) στην παρακολούθηση της ορθής τήρησης των περιβαλλοντικών όρων και επιβολής πρόσθετων, αν κριθεί αναγκαίο, από ειδική επιτροπή στην οποία μετέχει και εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης και γ) στην ανάληψη κοινωνικών δράσεων προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, πέραν της δέσμευσης πρόσληψης προσωπικού από τον τοπικό πληθυσμό. Υπό τα δεδομένα αυτά το έργο δεν αντίκειται στη βιώσιμη μεταλλεία, όπως αυτή κατοχυρώνεται στα άρθρα 24, 106 και 22 παρ. 1 του Συντάγματος, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.