Ο συγγραφέας αναφερόταν σε αυτές τις δύο κοινωνίες ως εκείνες του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου, αλλά επίσης χρησιμοποιούσε όρους όπως διευθυντική και εξαρτημένη κοινωνία, η κοινωνία με φωνή και...
η κοινωνία της σιωπής, υποκείμενο και αντικείμενο, εισβολέας και αυτός που δέχεται την εισβολή.
Ο Φρέιρε θεωρούσε ότι η εκπαίδευση για την απελευθέρωση αποτελεί το ουσιαστικό κάλεσμα του εκπαιδευτικού. Η πεποίθηση αυτή περιλαμβάνει μια ιδιαίτερη κοσμοαντίληψη και κάποιες κεντρικές έννοιες. Η κοσμοαντίληψη κατανοεί την κοινωνία ως δυαδική (διττή), δηλαδή στην πραγματικότητα ως δύο κοινωνίες.
Ο συγγραφέας αναφερόταν σε αυτές τις δύο κοινωνίες ως εκείνες του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου, αλλά επίσης χρησιμοποιούσε όρους όπως διευθυντική και εξαρτημένη κοινωνία, η κοινωνία με φωνή και η κοινωνία της σιωπής, υποκείμενο και αντικείμενο, εισβολέας και αυτός που δέχεται την εισβολή. Οι έννοιες που είναι κεντρικού ενδιαφέροντος για την Αριστερά και τους παιδαγωγούς είναι η Κτητική Συνείδηση και η Πολιτιστική Εισβολή.
Κτητική συνείδηση
Ο Φρέιρε περιέγραφε την ψυχολογία των καταπιεστών ως αυτούς που πιστεύουν ότι μόνο αυτοί είναι άνθρωποι, ενώ αντιλαμβάνονται όλους τους υπόλοιπους ως πράγματα.
Οι καταπιεστές κατανοούνται μέσω της κτητικής συνείδησης, όπου το «να είσαι είναι να έχεις». Διαμέσου της βίας και της κυριαρχίας αυτοί «μεταβάλλουν τα πάντα σε ζητήματα της αγοραστικής και εμπορικής τους δύναμης». Αντιμετωπίζουν τη φύση και την εργασία των άλλων ως πράγματα. Με άλλα λόγια οι καταπιεστές «καθιστούν το οτιδήποτε ζωντανό σε άψυχο πράγμα». Το χρήμα γίνεται το μέτρο όλων των πραγμάτων και το κέρδος ο πρώτιστος σκοπός.
Οι καταπιεστές πρέπει να φροντίζουν ώστε να αναπαράγονται οι μύθοι τους, που «είναι απαραίτητοι για τη διατήρηση του κατεστημένου(status quo)» στην κουλτούρα των καταπιεστών.
Οι μύθοι αυτοί αποτελούν τις νομιμοποιητικές πεποιθήσεις ενός καταπιεστικού καθεστώτος, όπως ότι «ο κόσμος που ζούμε είναι μια ελεύθερη κοινωνία», «οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να δουλεύουν όπου επιθυμούν και αν δεν τους αρέσει το αφεντικό τους μπορούν να παραιτηθούν και να ψάξουν για άλλη δουλειά», «το καθεστώς σέβεται τα ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα και γι’ αυτό είναι άξιο σεβασμού», «όποιος είναι εργατικός μπορεί να γίνει επιχειρηματίας», «η κυρίαρχη τάξη (elite) γίνεται άξια σεβασμού μέσω της σκληρής δουλειάς και της φιλανθρωπίας», «ο πλανόδιος πραγματευτής είναι εξίσου ένας επιχειρηματίας όσο και ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου εργοστασίου», «οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται από τους θεσμούς ισότιμα», «η ατομική ιδιοκτησία είναι φυσική», «η τεχνολογία επιλύει όλα τα προβλήματα», «οι καταπιεζόμενοι είναι τεμπέληδες και ανέντιμοι» και τέλος την άποψη ότι «οι καταπιεστές είναι ανώτεροι και οι καταπιεζόμενοι κατώτεροι» (Φρέιρε, 1977, σελ. 171-172).
Οι καταπιεστές χειραγωγούν τους καταπιεζόμενους κυρίως διαμέσου της πεποίθησης: Οι καταπιεστές πρέπει να «αναισθητοποιήσουν τον λαό, έτσι ώστε να μην μπορεί να σκέφτεται» και «ενσταλάζουν στα άτομα την κυρίαρχη αστική όρεξη για ατομική επιτυχία και άνοδο».
Στη διάχυση στην κοινωνία της κτητικής συνείδησης, οι καταπιεστές αντιμετωπίζουν ιδέες όπως αλλοτρίωση, κυριαρχία, απελευθέρωση, εξανθρωπισμός, αυτονομία, οργάνωση, ενότητα και αγώνας ως γελοίες και επικίνδυνες.
Στις αλλοτριωμένες πολιτιστικές διαδικασίες, που είναι χαρακτηριστικές για την εξαρτημένη κοινωνία (η κοινωνία «πράγμα»), δεν υπάρχει αυθεντική και γνήσια σκέψη.
«Η πραγματικότητα όπως νοείται δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα όπως βιώνεται αντικειμενικά, αλλά μάλλον στην πραγματικότητα, που φαντάζεται ότι ανήκει ο αλλοτριωμένος άνθρωπος. (Φρέιρε, 1974, σελ.18-19).
Πολιτιστική εισβολή
Με στόχο να εξαπλωθεί η κτητική συνείδηση σε αυτούς που κατέχουν λίγα, οι καταπιεστές πρέπει να προωθήσουν την πολιτιστική εισβολή.
Οι εισβολείς «εισβάλλουν στο πολιτιστικό πλαίσιο μιας άλλης ομάδας και αδιαφορώντας για το δυναμικό αυτής της ομάδας επιβάλλουν τη δική τους κοσμοαντίληψη στα θύματα της εισβολής τους ανακόπτοντας τη δημιουργικότητά τους και χαλιναγωγώντας την έκφρασή τους». Ο Φρέιρε ονομάζει αυτή τη διαδικασία «μια πράξη βίας».
Οι άνθρωποι βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από τη σκοπιά των εισβολέων και όχι τη δική τους. Θέλουν να μοιάσουν με τους εισβολείς τους. (Φρέιρε, 1977, σελ.187-189).
Κεντρικό θέμα τόσο της κτητικής συνείδησης όσο και της πολιτιστικής εισβολής είναι «η ψευδαίσθηση του αποφασίζειν», όταν η ισχύς της λήψης αποφάσεων είναι τοποθετημένη έξω και όχι μέσα στο πολιτιστικό πλαίσιο.
Και στις δύο περιπτώσεις η Κουλτούρα της Κυρίαρχης Τάξης εμποδίζει την αυτοεκδήλωση των ανθρώπων ως όντων που μπορούν να παίρνουν αποφάσεις. (Φρέιρε, 1977, σελ.194).
Ο Φρέιρε θεωρούσε τη λογική της πολιτιστικής εισβολής ως προερχόμενης από τις προχωρημένες μαζικές κοινωνίες όπως των ΗΠΑ. Στις «μαζικές κοινωνίες οι τρόποι σκέψης γίνονται το ίδιο τυποποιημένοι όπως οι τρόποι ντυσίματος και τα γούστα στο φαγητό. Οι άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται και να δρουν σύμφωνα με τις εντολές που δέχονται καθημερινά από τα ΜΜΕ και όχι σύμφωνα με τις διαλεκτικές τους σχέσεις με τον κόσμο. Η συμπεριφορά αυτοματοποιείται. Η τεχνολογία αναδύεται ως η Νέα Θεότητα ως ένα σύστημα θρησκευτικής πίστης και λατρείας». (Φρέιρε,1974,σελ.94-95).
Ο Φρέιρε θεωρούσε την επιστήμη, από την πλευρά του, ως όργανο για την καταγγελία των μύθων που δημιούργησε η Κυρίαρχη Τάξη και τη φιλοσοφία ως τη μήτρα της αναγγελίας μιας καινούργιας πραγματικότητας.
Από κοινού επιστήμη και φιλοσοφία αποτελούν την αφετηρία της δράσης για την επίτευξη της κριτικής συνειδητοποίησης (Φρέιρε,1974,σελ.91)1.
Ο συγγραφέας πίστευε ότι θεμελιακό στοιχείο για την αλλαγή και τον μετασχηματισμό είναι μια Νέα Ηγεσία, που δεν θα προωθεί την κτητική συνείδηση, μέσω της πολιτιστικής εισβολής αλλά αντίθετα την κριτική συνείδηση μέσω της ανοιχτής καταγγελίας των μύθων και τη διακήρυξη μιας νέας πραγματικότητας.
Αυτό αποτελεί για τον συγγραφέα το Νέο Ιστορικό Σχέδιο, που προτείνεται για να επιτευχθεί από τον άνθρωπο και τις ομάδες του (Φρέιρε, 1974, σελ.92).
Εκπαίδευση για απελευθέρωση
O Φρέιρε διαφέρει από τη χυδαία μηχανιστική σκέψη. Ο μηχανιστικός τρόπος σκέψης κατανοεί την κουλτούρα ως την υπερδομή που αντανακλά την οικονομική βάση. Σύμφωνα με το ταξικό συμφέρον, αυτοί που έχουν το προνόμιο να δημιουργούν κουλτούρα και πολιτισμό, θα προάγουν τις αναγκαίες αξίες για να διατηρηθεί το κατεστημένο (status quo).
Με άλλα λόγια: H οικονομία (καθ)οδηγεί την κουλτούρα.
Ο Φρέιρε πίστευε αντίθετα ότι υπάρχει δυνατότητα να καθοδηγεί η Κουλτούρα την Οικονομία. Ο λαός μπορεί να δημιουργεί ένα πολιτισμό και κουλτούρα, που ξεπερνά το οικονομικό συμφέρον και προάγει την ανθρώπινη ανάπτυξη και ανέλιξη.
Όμως ένα από τα λάθη όσων ερμηνεύουν το μαρξισμό μηχανιστικά ήταν […] να βεβαιώνουν ότι επειδή η κουλτούρα και η εκπαίδευση αποτελούν μέρη του εποικοδομήματος της κοινωνίας, δεν έχουν να παίξουν κανένα ρόλο, αν πρώτα δεν μετασχηματιστεί ριζικά η βάση, οι υλικές συνθήκες ύπαρξης της κοινωνίας.
Αυτό που μπορεί να γίνει πριν από αυτό το μετασχηματισμό είναι η διάδοση των ιδεών για την κινητοποίηση των μαζών (Φρέιρε, 2006: 204).
Μόνο μέσα σε μια κοινωνία απαλλαγμένη από κάθε μορφής αλλοτρίωση μπορεί η ανθρώπινη προσωπικότητα και η ίδια η ανθρωπότητα να αναπτυχθεί ώσπου να φτάσει στην ολοκλήρωσή της. Το ίδιο και η εκπαίδευση και ο πολιτισμός, μπορούν να πάρουν την πλέον χειραφετητική μορφή τους μόνο μέσα σε μια χειραφετημένη κοινωνία.
Για να γίνει αυτή η υπέρβαση της κουλτούρας, η Νέα Ηγεσία πρέπει να συμμετάσχει ενεργά στην κοινωνική πραγματικότητα (μέσω του Νέου Ιστορικού Σχεδίου) και να αρχίσει να αντιλαμβάνεται τον εργαζόμενο όχι ως αφαίρεση, αλλά αντίθετα ως ισότιμο συνεργάτη. Η Νέα Ηγεσία χρειάζεται να συμμετάσχει με τον λαό και τις οργανώσεις του σε όλα τα πεδία της κουλτούρας και του πολιτισμού: Λογοτεχνία, τέχνες, θέατρο, μουσική, παιδεία, εκδηλώσεις, αθλητισμός. Η τέχνη χρειάζεται να εμπνευστεί από τη ζωή των εργαζομένων και όχι μόνο να «γιορτάζει» τις ανέσεις της καλής (αστικής) ζωής.
Στην παρούσα στιγμή πριν από το μετασχηματισμό ο Φρέιρε έβλεπε την εκπαίδευση ως έχουσα έναν κύριο «βερμπαλιστικό, αφηγηματικό χαρακτήρα», που σημαίνει ότι ο αφηγητής ως υποκείμενο (δάσκαλος) μιλά προς το αντικείμενο που ακούει (μαθητής). Την ίδια στιγμή ο μαθητής γίνεται άψυχο αντικείμενο και απολιθώνεται.
Ο Φρέιρε διακήρυξε ότι «η εκπαίδευση υποφέρει από την αρρώστια της αφήγησης» (Φρέιρε, 1977, σελ.77-78).
Στο σημείο αυτό η σκέψη του συγγραφέα αντιλαμβάνεται τη δυναμική των σχέσεων υποκειμένου και αντικειμένου ως παράλληλη με τη δυναμική των σχέσεων παραγωγής και κατανάλωσης3.
Η Παιδεία πρέπει να δώσει στους μαθητές τα εργαλεία για να γίνουν δημιουργοί της δικιάς τους πραγματικότητας. Σε μια Παιδεία που προσανατολίζει τον άνθρωπο/μαθητή προς τον κόσμο, η υποκειμενικότητα και η αντικειμενικότητα διαλεκτικά ενοποιούνται και οι μαθητές αποκτούν μια κριτική αντίληψη της πραγματικότητας (Φρέιρε, 1977, σελ. 49-50).
Ο Φρέιρε όρισε την εκπαίδευση ως πολιτιστική δράση για την ελευθερία, «μια δραματική και διαλεκτική ενότητα καταγγελίας και αναγγελίας».
Η εκπαίδευση καταγγέλλει αυτό που στην πραγματικότητα υπάρχει… για να διατυπώσει ένα τύπο εκπαίδευσης, ο οποίος ανταποκρίνεται προς τον ειδικά ανθρώπινο τύπο ύπαρξης, ο οποίος είναι ιστορικός». (Φρέιρε, 1977, σελ.84-85).
Στα χέρια του Πάουλο Φρέιρε η μόρφωση είναι άσκηση ελευθερίας, ένα εργαλείο για κοινωνική αλλαγή, για την καλλιέργεια μιας ταυτότητας που θα επιτρέψει στους ανθρώπους να αντιλαμβάνονται, να ερμηνεύουν, να κριτικάρουν και τελικά να μεταμορφώνουν τον γύρω τους κόσμο.
«Ίσως κάποιος αναγνώστης, περισσότερο υπαρξιακά κουρασμένος και ιστορικά αναισθητοποιημένος, πει ότι ονειρεύομαι πάρα πολύ. Ναι, ονειρεύομαι, επειδή ως ιστορική οντότητα, αν δεν ονειρεύομαι, δεν μπορώ να είμαι οντότητα». (Φρέιρε).
Σημειώσεις
1. Ό Φρέιρε φαίνεται να εννοεί δύο πράγματα με την έννοια λόγος: Η μια έννοια είναι η απομυθοποίηση της ενημερότητας του ανθρώπου για την πραγματική του κατάσταση, η άλλη είναι φιλοσοφική. Ό άνθρωπος χρειάζεται να αντιληφθεί την οντολογική του αποστολή, που δεν είναι άλλη παρά να γίνει ένας πλήρης άνθρωπος. Ό,τι στέκεται εμπόδιο στην πραγματοποίηση της οντολογικής αποστολής του ανθρώπου στον κόσμο, είναι καταπίεση. Καταπιεστής, λοιπόν, είναι όποιος στέκεται εμπόδιο στην εξανθρώπιση του ανθρώπου. Για τον Φρέιρε ο λαός θα είναι ελεύθερος όταν σταματήσει να βλέπει τον κόσμο ντετερμινιστικά, προκαθορισμένα και μοιρολατρικά. Ο ριζοσπαστικός ανθρωπισμός χαρακτηρίζει τη θεωρία του.
2. Το βασικό σκεπτικό του Φρέιρε είναι ότι η άρχουσα τάξη επέβαλε τις αξίες και την κουλτούρα της στους κυριαρχούμενους με αποτέλεσμα αυτοί να ενσωματώνουν τους μύθους της κρατούσας ιδεολογίας. Με βάση αυτή την παραδοχή ο Φρέιρε -έχοντας σαν πηγές τον Μαρξ και τους συνεχιστές του έργου του (Γκράμσι, Λούκατς, Αλτουσέρ κ.ά.)-, τους στοχαστές της Σχολής της Φρανκφούρτης (ιδίως τους Μαρκούζε και Φρομ), αλλά και το έργο υπαρξιακών, ριζοσπαστών φιλοσόφων, όπως οι Σαρτρ, Γιάσπερς, Μπέργκσον κ.ά.- ανέπτυξε μια απελευθερωτική, ριζοσπαστική προσέγγιση της εκπαίδευσης στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται η συνειδητοποίηση μέσω του κριτικού στοχασμού.
3. Το σημερινό σχολείο περιορίζει τον μαθητή στην παθητική απομνημόνευση μεμονωμένων και ανενεργών γνώσεων που αποβάλλονται σύντομα από την καταπονημένη μνήμη. Αντιμετωπίζει συχνά τους μαθητές ως κενά δοχεία προς γέμισμα, με γνώσεις αποδεσμευμένες από την κοινωνική τους πραγματικότητα. Αυτός ο τύπος της εκπαίδευσης αποτελεί μια μορφή βίας. Ποια θέση παίρνει το σημερινό σχολείο απέναντι στην τρομακτική δύναμη της αλλοτρίωσης; Ο Φρέιρε θεωρεί αντίθετα πως η προβληματίζουσα κριτική εκπαίδευση (αυτή, δηλαδή, που παρουσιάζει μια κατάσταση ως πρόβλημα) συνεπάγεται μια κίνηση για αλλαγή και μάλιστα στο κοινωνικό πεδίο μετασχηματίζοντας τους ανθρώπους από «όντα για τους άλλους» (υπόδουλους) σε «όντα για τον εαυτό τους» (αυτεξούσιους δηλαδή ανθρώπους που παλεύουν για την απελευθέρωσή τους).
Βιβλιογραφία
1. Πάουλο Φρέιρε (1974): Πολιτιστική Δράση για την Κατάκτηση της Ελευθερίας, Εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα.
2.Πάουλο Φρέιρε (1977): Η Αγωγή του Καταπιεζόμενου, Εκδ. Ράππα, Αθήνα.
3. Freire P. (2006) Δέκα επιστολές προς εκείνους που τολμούν να διδάσκουν, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο.
left
η κοινωνία της σιωπής, υποκείμενο και αντικείμενο, εισβολέας και αυτός που δέχεται την εισβολή.
Ο Φρέιρε θεωρούσε ότι η εκπαίδευση για την απελευθέρωση αποτελεί το ουσιαστικό κάλεσμα του εκπαιδευτικού. Η πεποίθηση αυτή περιλαμβάνει μια ιδιαίτερη κοσμοαντίληψη και κάποιες κεντρικές έννοιες. Η κοσμοαντίληψη κατανοεί την κοινωνία ως δυαδική (διττή), δηλαδή στην πραγματικότητα ως δύο κοινωνίες.
Ο συγγραφέας αναφερόταν σε αυτές τις δύο κοινωνίες ως εκείνες του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου, αλλά επίσης χρησιμοποιούσε όρους όπως διευθυντική και εξαρτημένη κοινωνία, η κοινωνία με φωνή και η κοινωνία της σιωπής, υποκείμενο και αντικείμενο, εισβολέας και αυτός που δέχεται την εισβολή. Οι έννοιες που είναι κεντρικού ενδιαφέροντος για την Αριστερά και τους παιδαγωγούς είναι η Κτητική Συνείδηση και η Πολιτιστική Εισβολή.
Κτητική συνείδηση
Ο Φρέιρε περιέγραφε την ψυχολογία των καταπιεστών ως αυτούς που πιστεύουν ότι μόνο αυτοί είναι άνθρωποι, ενώ αντιλαμβάνονται όλους τους υπόλοιπους ως πράγματα.
Οι καταπιεστές κατανοούνται μέσω της κτητικής συνείδησης, όπου το «να είσαι είναι να έχεις». Διαμέσου της βίας και της κυριαρχίας αυτοί «μεταβάλλουν τα πάντα σε ζητήματα της αγοραστικής και εμπορικής τους δύναμης». Αντιμετωπίζουν τη φύση και την εργασία των άλλων ως πράγματα. Με άλλα λόγια οι καταπιεστές «καθιστούν το οτιδήποτε ζωντανό σε άψυχο πράγμα». Το χρήμα γίνεται το μέτρο όλων των πραγμάτων και το κέρδος ο πρώτιστος σκοπός.
Οι καταπιεστές πρέπει να φροντίζουν ώστε να αναπαράγονται οι μύθοι τους, που «είναι απαραίτητοι για τη διατήρηση του κατεστημένου(status quo)» στην κουλτούρα των καταπιεστών.
Οι μύθοι αυτοί αποτελούν τις νομιμοποιητικές πεποιθήσεις ενός καταπιεστικού καθεστώτος, όπως ότι «ο κόσμος που ζούμε είναι μια ελεύθερη κοινωνία», «οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να δουλεύουν όπου επιθυμούν και αν δεν τους αρέσει το αφεντικό τους μπορούν να παραιτηθούν και να ψάξουν για άλλη δουλειά», «το καθεστώς σέβεται τα ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα και γι’ αυτό είναι άξιο σεβασμού», «όποιος είναι εργατικός μπορεί να γίνει επιχειρηματίας», «η κυρίαρχη τάξη (elite) γίνεται άξια σεβασμού μέσω της σκληρής δουλειάς και της φιλανθρωπίας», «ο πλανόδιος πραγματευτής είναι εξίσου ένας επιχειρηματίας όσο και ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου εργοστασίου», «οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται από τους θεσμούς ισότιμα», «η ατομική ιδιοκτησία είναι φυσική», «η τεχνολογία επιλύει όλα τα προβλήματα», «οι καταπιεζόμενοι είναι τεμπέληδες και ανέντιμοι» και τέλος την άποψη ότι «οι καταπιεστές είναι ανώτεροι και οι καταπιεζόμενοι κατώτεροι» (Φρέιρε, 1977, σελ. 171-172).
Οι καταπιεστές χειραγωγούν τους καταπιεζόμενους κυρίως διαμέσου της πεποίθησης: Οι καταπιεστές πρέπει να «αναισθητοποιήσουν τον λαό, έτσι ώστε να μην μπορεί να σκέφτεται» και «ενσταλάζουν στα άτομα την κυρίαρχη αστική όρεξη για ατομική επιτυχία και άνοδο».
Στη διάχυση στην κοινωνία της κτητικής συνείδησης, οι καταπιεστές αντιμετωπίζουν ιδέες όπως αλλοτρίωση, κυριαρχία, απελευθέρωση, εξανθρωπισμός, αυτονομία, οργάνωση, ενότητα και αγώνας ως γελοίες και επικίνδυνες.
Στις αλλοτριωμένες πολιτιστικές διαδικασίες, που είναι χαρακτηριστικές για την εξαρτημένη κοινωνία (η κοινωνία «πράγμα»), δεν υπάρχει αυθεντική και γνήσια σκέψη.
«Η πραγματικότητα όπως νοείται δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα όπως βιώνεται αντικειμενικά, αλλά μάλλον στην πραγματικότητα, που φαντάζεται ότι ανήκει ο αλλοτριωμένος άνθρωπος. (Φρέιρε, 1974, σελ.18-19).
Πολιτιστική εισβολή
Με στόχο να εξαπλωθεί η κτητική συνείδηση σε αυτούς που κατέχουν λίγα, οι καταπιεστές πρέπει να προωθήσουν την πολιτιστική εισβολή.
Οι εισβολείς «εισβάλλουν στο πολιτιστικό πλαίσιο μιας άλλης ομάδας και αδιαφορώντας για το δυναμικό αυτής της ομάδας επιβάλλουν τη δική τους κοσμοαντίληψη στα θύματα της εισβολής τους ανακόπτοντας τη δημιουργικότητά τους και χαλιναγωγώντας την έκφρασή τους». Ο Φρέιρε ονομάζει αυτή τη διαδικασία «μια πράξη βίας».
Οι άνθρωποι βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από τη σκοπιά των εισβολέων και όχι τη δική τους. Θέλουν να μοιάσουν με τους εισβολείς τους. (Φρέιρε, 1977, σελ.187-189).
Κεντρικό θέμα τόσο της κτητικής συνείδησης όσο και της πολιτιστικής εισβολής είναι «η ψευδαίσθηση του αποφασίζειν», όταν η ισχύς της λήψης αποφάσεων είναι τοποθετημένη έξω και όχι μέσα στο πολιτιστικό πλαίσιο.
Και στις δύο περιπτώσεις η Κουλτούρα της Κυρίαρχης Τάξης εμποδίζει την αυτοεκδήλωση των ανθρώπων ως όντων που μπορούν να παίρνουν αποφάσεις. (Φρέιρε, 1977, σελ.194).
Ο Φρέιρε θεωρούσε τη λογική της πολιτιστικής εισβολής ως προερχόμενης από τις προχωρημένες μαζικές κοινωνίες όπως των ΗΠΑ. Στις «μαζικές κοινωνίες οι τρόποι σκέψης γίνονται το ίδιο τυποποιημένοι όπως οι τρόποι ντυσίματος και τα γούστα στο φαγητό. Οι άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται και να δρουν σύμφωνα με τις εντολές που δέχονται καθημερινά από τα ΜΜΕ και όχι σύμφωνα με τις διαλεκτικές τους σχέσεις με τον κόσμο. Η συμπεριφορά αυτοματοποιείται. Η τεχνολογία αναδύεται ως η Νέα Θεότητα ως ένα σύστημα θρησκευτικής πίστης και λατρείας». (Φρέιρε,1974,σελ.94-95).
Ο Φρέιρε θεωρούσε την επιστήμη, από την πλευρά του, ως όργανο για την καταγγελία των μύθων που δημιούργησε η Κυρίαρχη Τάξη και τη φιλοσοφία ως τη μήτρα της αναγγελίας μιας καινούργιας πραγματικότητας.
Από κοινού επιστήμη και φιλοσοφία αποτελούν την αφετηρία της δράσης για την επίτευξη της κριτικής συνειδητοποίησης (Φρέιρε,1974,σελ.91)1.
Ο συγγραφέας πίστευε ότι θεμελιακό στοιχείο για την αλλαγή και τον μετασχηματισμό είναι μια Νέα Ηγεσία, που δεν θα προωθεί την κτητική συνείδηση, μέσω της πολιτιστικής εισβολής αλλά αντίθετα την κριτική συνείδηση μέσω της ανοιχτής καταγγελίας των μύθων και τη διακήρυξη μιας νέας πραγματικότητας.
Αυτό αποτελεί για τον συγγραφέα το Νέο Ιστορικό Σχέδιο, που προτείνεται για να επιτευχθεί από τον άνθρωπο και τις ομάδες του (Φρέιρε, 1974, σελ.92).
Εκπαίδευση για απελευθέρωση
O Φρέιρε διαφέρει από τη χυδαία μηχανιστική σκέψη. Ο μηχανιστικός τρόπος σκέψης κατανοεί την κουλτούρα ως την υπερδομή που αντανακλά την οικονομική βάση. Σύμφωνα με το ταξικό συμφέρον, αυτοί που έχουν το προνόμιο να δημιουργούν κουλτούρα και πολιτισμό, θα προάγουν τις αναγκαίες αξίες για να διατηρηθεί το κατεστημένο (status quo).
Με άλλα λόγια: H οικονομία (καθ)οδηγεί την κουλτούρα.
Ο Φρέιρε πίστευε αντίθετα ότι υπάρχει δυνατότητα να καθοδηγεί η Κουλτούρα την Οικονομία. Ο λαός μπορεί να δημιουργεί ένα πολιτισμό και κουλτούρα, που ξεπερνά το οικονομικό συμφέρον και προάγει την ανθρώπινη ανάπτυξη και ανέλιξη.
Όμως ένα από τα λάθη όσων ερμηνεύουν το μαρξισμό μηχανιστικά ήταν […] να βεβαιώνουν ότι επειδή η κουλτούρα και η εκπαίδευση αποτελούν μέρη του εποικοδομήματος της κοινωνίας, δεν έχουν να παίξουν κανένα ρόλο, αν πρώτα δεν μετασχηματιστεί ριζικά η βάση, οι υλικές συνθήκες ύπαρξης της κοινωνίας.
Αυτό που μπορεί να γίνει πριν από αυτό το μετασχηματισμό είναι η διάδοση των ιδεών για την κινητοποίηση των μαζών (Φρέιρε, 2006: 204).
Μόνο μέσα σε μια κοινωνία απαλλαγμένη από κάθε μορφής αλλοτρίωση μπορεί η ανθρώπινη προσωπικότητα και η ίδια η ανθρωπότητα να αναπτυχθεί ώσπου να φτάσει στην ολοκλήρωσή της. Το ίδιο και η εκπαίδευση και ο πολιτισμός, μπορούν να πάρουν την πλέον χειραφετητική μορφή τους μόνο μέσα σε μια χειραφετημένη κοινωνία.
Για να γίνει αυτή η υπέρβαση της κουλτούρας, η Νέα Ηγεσία πρέπει να συμμετάσχει ενεργά στην κοινωνική πραγματικότητα (μέσω του Νέου Ιστορικού Σχεδίου) και να αρχίσει να αντιλαμβάνεται τον εργαζόμενο όχι ως αφαίρεση, αλλά αντίθετα ως ισότιμο συνεργάτη. Η Νέα Ηγεσία χρειάζεται να συμμετάσχει με τον λαό και τις οργανώσεις του σε όλα τα πεδία της κουλτούρας και του πολιτισμού: Λογοτεχνία, τέχνες, θέατρο, μουσική, παιδεία, εκδηλώσεις, αθλητισμός. Η τέχνη χρειάζεται να εμπνευστεί από τη ζωή των εργαζομένων και όχι μόνο να «γιορτάζει» τις ανέσεις της καλής (αστικής) ζωής.
Στην παρούσα στιγμή πριν από το μετασχηματισμό ο Φρέιρε έβλεπε την εκπαίδευση ως έχουσα έναν κύριο «βερμπαλιστικό, αφηγηματικό χαρακτήρα», που σημαίνει ότι ο αφηγητής ως υποκείμενο (δάσκαλος) μιλά προς το αντικείμενο που ακούει (μαθητής). Την ίδια στιγμή ο μαθητής γίνεται άψυχο αντικείμενο και απολιθώνεται.
Ο Φρέιρε διακήρυξε ότι «η εκπαίδευση υποφέρει από την αρρώστια της αφήγησης» (Φρέιρε, 1977, σελ.77-78).
Στο σημείο αυτό η σκέψη του συγγραφέα αντιλαμβάνεται τη δυναμική των σχέσεων υποκειμένου και αντικειμένου ως παράλληλη με τη δυναμική των σχέσεων παραγωγής και κατανάλωσης3.
Η Παιδεία πρέπει να δώσει στους μαθητές τα εργαλεία για να γίνουν δημιουργοί της δικιάς τους πραγματικότητας. Σε μια Παιδεία που προσανατολίζει τον άνθρωπο/μαθητή προς τον κόσμο, η υποκειμενικότητα και η αντικειμενικότητα διαλεκτικά ενοποιούνται και οι μαθητές αποκτούν μια κριτική αντίληψη της πραγματικότητας (Φρέιρε, 1977, σελ. 49-50).
Ο Φρέιρε όρισε την εκπαίδευση ως πολιτιστική δράση για την ελευθερία, «μια δραματική και διαλεκτική ενότητα καταγγελίας και αναγγελίας».
Η εκπαίδευση καταγγέλλει αυτό που στην πραγματικότητα υπάρχει… για να διατυπώσει ένα τύπο εκπαίδευσης, ο οποίος ανταποκρίνεται προς τον ειδικά ανθρώπινο τύπο ύπαρξης, ο οποίος είναι ιστορικός». (Φρέιρε, 1977, σελ.84-85).
Στα χέρια του Πάουλο Φρέιρε η μόρφωση είναι άσκηση ελευθερίας, ένα εργαλείο για κοινωνική αλλαγή, για την καλλιέργεια μιας ταυτότητας που θα επιτρέψει στους ανθρώπους να αντιλαμβάνονται, να ερμηνεύουν, να κριτικάρουν και τελικά να μεταμορφώνουν τον γύρω τους κόσμο.
«Ίσως κάποιος αναγνώστης, περισσότερο υπαρξιακά κουρασμένος και ιστορικά αναισθητοποιημένος, πει ότι ονειρεύομαι πάρα πολύ. Ναι, ονειρεύομαι, επειδή ως ιστορική οντότητα, αν δεν ονειρεύομαι, δεν μπορώ να είμαι οντότητα». (Φρέιρε).
Σημειώσεις
1. Ό Φρέιρε φαίνεται να εννοεί δύο πράγματα με την έννοια λόγος: Η μια έννοια είναι η απομυθοποίηση της ενημερότητας του ανθρώπου για την πραγματική του κατάσταση, η άλλη είναι φιλοσοφική. Ό άνθρωπος χρειάζεται να αντιληφθεί την οντολογική του αποστολή, που δεν είναι άλλη παρά να γίνει ένας πλήρης άνθρωπος. Ό,τι στέκεται εμπόδιο στην πραγματοποίηση της οντολογικής αποστολής του ανθρώπου στον κόσμο, είναι καταπίεση. Καταπιεστής, λοιπόν, είναι όποιος στέκεται εμπόδιο στην εξανθρώπιση του ανθρώπου. Για τον Φρέιρε ο λαός θα είναι ελεύθερος όταν σταματήσει να βλέπει τον κόσμο ντετερμινιστικά, προκαθορισμένα και μοιρολατρικά. Ο ριζοσπαστικός ανθρωπισμός χαρακτηρίζει τη θεωρία του.
2. Το βασικό σκεπτικό του Φρέιρε είναι ότι η άρχουσα τάξη επέβαλε τις αξίες και την κουλτούρα της στους κυριαρχούμενους με αποτέλεσμα αυτοί να ενσωματώνουν τους μύθους της κρατούσας ιδεολογίας. Με βάση αυτή την παραδοχή ο Φρέιρε -έχοντας σαν πηγές τον Μαρξ και τους συνεχιστές του έργου του (Γκράμσι, Λούκατς, Αλτουσέρ κ.ά.)-, τους στοχαστές της Σχολής της Φρανκφούρτης (ιδίως τους Μαρκούζε και Φρομ), αλλά και το έργο υπαρξιακών, ριζοσπαστών φιλοσόφων, όπως οι Σαρτρ, Γιάσπερς, Μπέργκσον κ.ά.- ανέπτυξε μια απελευθερωτική, ριζοσπαστική προσέγγιση της εκπαίδευσης στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται η συνειδητοποίηση μέσω του κριτικού στοχασμού.
3. Το σημερινό σχολείο περιορίζει τον μαθητή στην παθητική απομνημόνευση μεμονωμένων και ανενεργών γνώσεων που αποβάλλονται σύντομα από την καταπονημένη μνήμη. Αντιμετωπίζει συχνά τους μαθητές ως κενά δοχεία προς γέμισμα, με γνώσεις αποδεσμευμένες από την κοινωνική τους πραγματικότητα. Αυτός ο τύπος της εκπαίδευσης αποτελεί μια μορφή βίας. Ποια θέση παίρνει το σημερινό σχολείο απέναντι στην τρομακτική δύναμη της αλλοτρίωσης; Ο Φρέιρε θεωρεί αντίθετα πως η προβληματίζουσα κριτική εκπαίδευση (αυτή, δηλαδή, που παρουσιάζει μια κατάσταση ως πρόβλημα) συνεπάγεται μια κίνηση για αλλαγή και μάλιστα στο κοινωνικό πεδίο μετασχηματίζοντας τους ανθρώπους από «όντα για τους άλλους» (υπόδουλους) σε «όντα για τον εαυτό τους» (αυτεξούσιους δηλαδή ανθρώπους που παλεύουν για την απελευθέρωσή τους).
Βιβλιογραφία
1. Πάουλο Φρέιρε (1974): Πολιτιστική Δράση για την Κατάκτηση της Ελευθερίας, Εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα.
2.Πάουλο Φρέιρε (1977): Η Αγωγή του Καταπιεζόμενου, Εκδ. Ράππα, Αθήνα.
3. Freire P. (2006) Δέκα επιστολές προς εκείνους που τολμούν να διδάσκουν, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο.
left