Στους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού εμφανίζεται ο Μένιππος ως ο πρώτος άνθρωπος που δεν πλήρωσε διόδια.
Το βαρκάκι του Χάροντα φτάνει στην όχθη της Αχερουσίας. Οι νεκροί βγαίνουν ένας-ένας και πληρώνουν το ναύλο τους (έναν οβολό που είναι το 1/6 της αττικής δραχμής) στον Χάροντα. Τελευταίος βγαίνει ο Μένιππος, που πάει να φύγει χωρίς να πληρώσει. Ο Χάρος τον πιάνει από τον ώμο:
ΧΑΡΟΣ: Κατέβαινε, βρε καταραμένε, τον ναύλο!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ: Δε πα' να φωνάζεις Χάρε, όσο σ' αρέσει.
Χ: Πλέρωσε ρε σου λέω, για το ταξίδι που 'καμες!
Μ: Δε μπορείς να πάρεις από κάποιον που δεν έχει. (Η παροιμιώδης φράση Ούκ άν λάβοις παρά του μή έχοντος)
Χ: Καλά! Υπάρχει κάποιος που να μην έχει έναν οβολό;
Μ: Αν είναι και κάνας άλλος, δε ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
Χ: Βρωμιάρη. Θα σε πάω στον Πλούτωνα, αν δε πληρώσεις.
Μ: Κι εγώ θα σου ρίξω μία με το κουπί και θα σου σπάσω το κρανίο.
Χ: Τζάμπα ταξίδεψες δηλαδής;
Μ: Ο Ερμής, που με κουβάλησε 'δω, να σε πλερώσει.
ΕΡΜΗΣ: Θα 'πρεπε να πουληθώ ολάκερος αν ήταν να πλερώνω τους πεθαμένους.
Χ: Δε θα το κουνήσω στιγμή από κοντά σου.
Μ: Αν είν' έτσι, βγάλε όξω τη βάρκα και κάτσε. Μα δεν έχω μία! Τι θα πάρεις;
Χ: Δεν ήξερες ρε, πως έπρεπε να 'χεις το ναύλο;
Μ: Το 'ξερα και λοιπόν; Αφού δεν είχα μία, τι να 'κανα; Να μη πέθαινα;
Χ: Δηλαδή μόνο συ θα καυχιέσαι πως τη πέρασες τζάμπα;
Μ: Ε όχι και τζάμπα ρε μάγκα! Νερά έβγαζα, κουπί τράβηξα και μόνο 'γω απ' όλους, δεν έκλαιγα!
Χ: Αυτά δε περνάνε σε βαρκάρη! Πλέρωσε το ναύλο. Δε μπορεί να γίνει αλλιώς!
Μ: Ε τότε γύρνα με πίσω...
Χ: Ωραία τα λες. Να τις φάω κι από πάνω από τον Αιακό!
Μ: Ε τότε μη μου κολλάς.
Χ: Δείξε μου τι έχεις μες στο σακί;
Μ: Λούπινα. Θες λιγάκι; Κι ένα πρόσφωρο.
Χ: Από που μας κουβάλησες βρε Ερμή τούτο το κοπρόσκυλο; Το τι έλεγε στο ταξίδι δε περιγράφεται! Πείραζε και κορόϊδευε όλους τους άλλους κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε ενώ κείνοι θρηνούσανε.
ΕΡΜΗΣ: Δε ξέρεις Χάρε ποιον είχες στη βάρκα; Τον Μένιππο! 'Ανθρωπος τελείως λεύτερος. Τίποτε δεν τονε νοιάζει!
Ο Μένιππος βρίσκει ευκαιρία που ο Χάρος μιλά με τον Ερμή και το σκάει.
ΧΑΡΟΣ: Αχ και να σε πιάσω καμιά φορά...
Ακούγεται η φωνή του Μένιππου από μακρυά
ΜΕΝΙΠΠΟΣ: Αν με πιάσεις φίλε. Δυο φορές δε μπορείς να με πιάσεις.
πηγή: Ανοιχτή Πρωτοβουλία Πολιτών Β. Αττικής - Ευβοϊκού
Το βαρκάκι του Χάροντα φτάνει στην όχθη της Αχερουσίας. Οι νεκροί βγαίνουν ένας-ένας και πληρώνουν το ναύλο τους (έναν οβολό που είναι το 1/6 της αττικής δραχμής) στον Χάροντα. Τελευταίος βγαίνει ο Μένιππος, που πάει να φύγει χωρίς να πληρώσει. Ο Χάρος τον πιάνει από τον ώμο:
ΧΑΡΟΣ: Κατέβαινε, βρε καταραμένε, τον ναύλο!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ: Δε πα' να φωνάζεις Χάρε, όσο σ' αρέσει.
Χ: Πλέρωσε ρε σου λέω, για το ταξίδι που 'καμες!
Μ: Δε μπορείς να πάρεις από κάποιον που δεν έχει. (Η παροιμιώδης φράση Ούκ άν λάβοις παρά του μή έχοντος)
Χ: Καλά! Υπάρχει κάποιος που να μην έχει έναν οβολό;
Μ: Αν είναι και κάνας άλλος, δε ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
Χ: Βρωμιάρη. Θα σε πάω στον Πλούτωνα, αν δε πληρώσεις.
Μ: Κι εγώ θα σου ρίξω μία με το κουπί και θα σου σπάσω το κρανίο.
Χ: Τζάμπα ταξίδεψες δηλαδής;
Μ: Ο Ερμής, που με κουβάλησε 'δω, να σε πλερώσει.
ΕΡΜΗΣ: Θα 'πρεπε να πουληθώ ολάκερος αν ήταν να πλερώνω τους πεθαμένους.
Χ: Δε θα το κουνήσω στιγμή από κοντά σου.
Μ: Αν είν' έτσι, βγάλε όξω τη βάρκα και κάτσε. Μα δεν έχω μία! Τι θα πάρεις;
Χ: Δεν ήξερες ρε, πως έπρεπε να 'χεις το ναύλο;
Μ: Το 'ξερα και λοιπόν; Αφού δεν είχα μία, τι να 'κανα; Να μη πέθαινα;
Χ: Δηλαδή μόνο συ θα καυχιέσαι πως τη πέρασες τζάμπα;
Μ: Ε όχι και τζάμπα ρε μάγκα! Νερά έβγαζα, κουπί τράβηξα και μόνο 'γω απ' όλους, δεν έκλαιγα!
Χ: Αυτά δε περνάνε σε βαρκάρη! Πλέρωσε το ναύλο. Δε μπορεί να γίνει αλλιώς!
Μ: Ε τότε γύρνα με πίσω...
Χ: Ωραία τα λες. Να τις φάω κι από πάνω από τον Αιακό!
Μ: Ε τότε μη μου κολλάς.
Χ: Δείξε μου τι έχεις μες στο σακί;
Μ: Λούπινα. Θες λιγάκι; Κι ένα πρόσφωρο.
Χ: Από που μας κουβάλησες βρε Ερμή τούτο το κοπρόσκυλο; Το τι έλεγε στο ταξίδι δε περιγράφεται! Πείραζε και κορόϊδευε όλους τους άλλους κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε ενώ κείνοι θρηνούσανε.
ΕΡΜΗΣ: Δε ξέρεις Χάρε ποιον είχες στη βάρκα; Τον Μένιππο! 'Ανθρωπος τελείως λεύτερος. Τίποτε δεν τονε νοιάζει!
Ο Μένιππος βρίσκει ευκαιρία που ο Χάρος μιλά με τον Ερμή και το σκάει.
ΧΑΡΟΣ: Αχ και να σε πιάσω καμιά φορά...
Ακούγεται η φωνή του Μένιππου από μακρυά
ΜΕΝΙΠΠΟΣ: Αν με πιάσεις φίλε. Δυο φορές δε μπορείς να με πιάσεις.
πηγή: Ανοιχτή Πρωτοβουλία Πολιτών Β. Αττικής - Ευβοϊκού