του Σπύρου Γκουτζάνη στο Πρώτο ΘΕΜΑ
Κακές γλώσσες
Περί ανυπακοής
«Όταν ακούω για νόμο και τάξη ανθρώπινο κρέας μου μυρίζει». Όσοι δεν έχουν επιχειρήματα για ένα θέμα, πχ την απαγόρευση του καπνίσματος ή την τιμή των διοδίων ή την εφαρμογή των επιταγών του μνημονίου επικαλούνται ότι «αυτός είναι ο νόμος». Ο κάθε φουκαράς μπάτσος που έρχεται σε δύσκολη θέση από τις διαμαρτυρίες των πολιτών αυτό πάντα επικαλείται: «εγώ εφαρμόζω το νόμο ή εγώ απλά εντολές εκτελώ».
Όσοι έχουν σπουδάσει στοιχειώδη νομικά ξέρουν ότι υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη νομιμότητα μίας ρύθμισης που θεμελιώνεται με τυπικά κριτήρια (πχ ψηφίστηκε από την βουλή ή ότι είναι διοικητική πράξη που βασίζεται σε νόμο) και από τη νομιμοποίηση που είναι ουσιαστική διάσταση μίας ρύθμισης και συνιστά την συναίνεση που μπορεί να εκμαιεύσει και αντανακλά και το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών (Η συναίνεση νοείται ως ενεργητική συμμετοχή στην εφαρμογή μίας ρύθμισης και όχι ως παθητική αποδοχή λόγω απειλής βίας). Έτσι λοιπόν όσοι δεν έχουν επιχειρήματα ουσίας για την απολυτότητα της απαγόρευσης του καπνίσματος –που όπως όλες οι απόλυτες καταστάσεις είναι ενδεικτική φασιστικής νοοτροπία- λένε «είναι νόμος του κράτους». Με τον ίδιο τρόπο και οι εταιρίες που «λυμαίνονται» τις εθνικές οδούς επικαλούνται ότι «η αύξηση της τιμής των διοδίων για δρόμους καρμανιόλες ή η επιβολή διοδίων για έργο που ακόμη δεν έχει ξεκινήσει είναι νόμος του κράτους. Το ίδιο και για το μνημόνιο στις διάφορες πτυχές του, το υπέγραψε η κυβέρνηση και έγινε νόμος του κράτους. Έτσι όμως η νομιμότητα μίας ρύθμισης, το τυπικό στοιχείο της θέσπισής από μία εξουσία που έχει μεταλλαχθεί σε κοινοβουλευτική δικτατορία, χρησιμοποιείται σοφιστικά για να καλύψει το έλλειμμα ουσιαστικής νομιμοποίησης και συναίνεσης από την κοινωνία. Το κράτος θεσπίζει το νόμο για τα διόδια και μετά το ίδιο το κράτος λέει πρέπει να εφαρμοστεί γιατί είναι νόμος. Η κοινοβουλευτική δικτατορία ψηφίζει ένα αντικοινωνικό και αντεθνικό μνημόνιο και μετά ο κάθε υπουργός ή βουλευτής που το ψήφισε βγαίνει στα ΜΜΕ και λέει είναι νόμος και πρέπει να εφαρμοστεί. Τώρα γιατί σκίζουν τα ιμάτιά τους διάφοροι εξωνημένοι δημοσιογράφοι υπέρ της εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου είναι ένα ερώτημα;
Τι μπορούν όμως να αντιτάξουν οι πολίτες μίας χώρας απέναντι σε μία τυπική μεν αλλά άδικη ρύθμιση, απέναντι σε έναν άδικο νόμο; Πολύ απλά να μην τον εφαρμόσουν. Αν κάθε φορά περιοριζόμασταν να εφαρμόζουμε έναν άδικο νόμο μόνο γιατί είναι νόμος θα είμασταν ακόμη δουλοπάροικοι γιατί αυτός ήταν τότε ο νόμος.
Όσο για το κάπνισμα θα έπρεπε να βρεθεί η χρυσή τομή. Δικαιώματα έχουν και οι μη καπνιστές αλλά και οι καπνιστές –οι αντικαπνιστές ως εμπαθείς δεν έχουν δικαιώματα. Κανένας αντικαπνιστής πχ δεν έχει εξηγήσει γιατί σε ένα αεροδρόμιο να μην υπάρχει ένας κλειστός και καλά αεριζόμενος χώρος για τους καπνιστές όπως υπήρχε στην αρχή πριν πάρει διαστάσεις υστερίας η made in USA αντικαπνιστική εκστρατεία. Εν κατακλείδι η ιδεοληψία και η απολυτότητα δεν βοηθούν ούτε τον σοβαρό διάλογο ούτε την αναζήτηση λύσεων με σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις και ανάγκες. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρόσληψη νικοτίνης που είναι εθιστική ουσία για έναν καπνιστή είναι οργανική ανάγκη. Επίσης η χρήση ουσιών είτε είναι ο μανδραγόρας των αρχαίων ελλήνων είτε τα φύλλα κόκας των μάγια είτε το αλκοόλ είτε η νικοτίνη είναι δικλείδες ασφαλείας και συνθήκες ισορροπίας των κοινωνιών διαχρονικά σε όλα τα μήκη τα πλάτη του πλανήτη.
Η απόλυτη απαγόρευση είναι στείρα επιβολή: Θα σταματήσεις να καπνίζεις γιατί μπορώ να σου το επιβάλλω και αντλώ ικανοποίηση όταν σε βλέπω ανίσχυρο να υποφέρεις έχοντας πίσω ένα θηριώδες και άδικο κράτος. Δεν σου επιτρέπω ούτε να αρρωστήσεις ούτε να πεθάνεις ούτε πολύ περισσότερο να ζήσεις όπως εσύ θέλεις. Θα πληρώνεις διόδια γιατί έτσι αποφάσισαν δύο υπουργοί και τρεις εργολάβοι. Θα σκύψεις τη μέση και θα εφαρμόζεις το μνημόνιο γιατί το ψήφισαν στη Βουλή 160 βουλευτές που υφάρπαξαν την λαική ψήφο υποσχόμενοι άλλα. Εξουσία...
Κακές γλώσσες
Περί ανυπακοής
«Όταν ακούω για νόμο και τάξη ανθρώπινο κρέας μου μυρίζει». Όσοι δεν έχουν επιχειρήματα για ένα θέμα, πχ την απαγόρευση του καπνίσματος ή την τιμή των διοδίων ή την εφαρμογή των επιταγών του μνημονίου επικαλούνται ότι «αυτός είναι ο νόμος». Ο κάθε φουκαράς μπάτσος που έρχεται σε δύσκολη θέση από τις διαμαρτυρίες των πολιτών αυτό πάντα επικαλείται: «εγώ εφαρμόζω το νόμο ή εγώ απλά εντολές εκτελώ».
Όσοι έχουν σπουδάσει στοιχειώδη νομικά ξέρουν ότι υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη νομιμότητα μίας ρύθμισης που θεμελιώνεται με τυπικά κριτήρια (πχ ψηφίστηκε από την βουλή ή ότι είναι διοικητική πράξη που βασίζεται σε νόμο) και από τη νομιμοποίηση που είναι ουσιαστική διάσταση μίας ρύθμισης και συνιστά την συναίνεση που μπορεί να εκμαιεύσει και αντανακλά και το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών (Η συναίνεση νοείται ως ενεργητική συμμετοχή στην εφαρμογή μίας ρύθμισης και όχι ως παθητική αποδοχή λόγω απειλής βίας). Έτσι λοιπόν όσοι δεν έχουν επιχειρήματα ουσίας για την απολυτότητα της απαγόρευσης του καπνίσματος –που όπως όλες οι απόλυτες καταστάσεις είναι ενδεικτική φασιστικής νοοτροπία- λένε «είναι νόμος του κράτους». Με τον ίδιο τρόπο και οι εταιρίες που «λυμαίνονται» τις εθνικές οδούς επικαλούνται ότι «η αύξηση της τιμής των διοδίων για δρόμους καρμανιόλες ή η επιβολή διοδίων για έργο που ακόμη δεν έχει ξεκινήσει είναι νόμος του κράτους. Το ίδιο και για το μνημόνιο στις διάφορες πτυχές του, το υπέγραψε η κυβέρνηση και έγινε νόμος του κράτους. Έτσι όμως η νομιμότητα μίας ρύθμισης, το τυπικό στοιχείο της θέσπισής από μία εξουσία που έχει μεταλλαχθεί σε κοινοβουλευτική δικτατορία, χρησιμοποιείται σοφιστικά για να καλύψει το έλλειμμα ουσιαστικής νομιμοποίησης και συναίνεσης από την κοινωνία. Το κράτος θεσπίζει το νόμο για τα διόδια και μετά το ίδιο το κράτος λέει πρέπει να εφαρμοστεί γιατί είναι νόμος. Η κοινοβουλευτική δικτατορία ψηφίζει ένα αντικοινωνικό και αντεθνικό μνημόνιο και μετά ο κάθε υπουργός ή βουλευτής που το ψήφισε βγαίνει στα ΜΜΕ και λέει είναι νόμος και πρέπει να εφαρμοστεί. Τώρα γιατί σκίζουν τα ιμάτιά τους διάφοροι εξωνημένοι δημοσιογράφοι υπέρ της εφαρμογής οποιουδήποτε νόμου είναι ένα ερώτημα;
Τι μπορούν όμως να αντιτάξουν οι πολίτες μίας χώρας απέναντι σε μία τυπική μεν αλλά άδικη ρύθμιση, απέναντι σε έναν άδικο νόμο; Πολύ απλά να μην τον εφαρμόσουν. Αν κάθε φορά περιοριζόμασταν να εφαρμόζουμε έναν άδικο νόμο μόνο γιατί είναι νόμος θα είμασταν ακόμη δουλοπάροικοι γιατί αυτός ήταν τότε ο νόμος.
Όσο για το κάπνισμα θα έπρεπε να βρεθεί η χρυσή τομή. Δικαιώματα έχουν και οι μη καπνιστές αλλά και οι καπνιστές –οι αντικαπνιστές ως εμπαθείς δεν έχουν δικαιώματα. Κανένας αντικαπνιστής πχ δεν έχει εξηγήσει γιατί σε ένα αεροδρόμιο να μην υπάρχει ένας κλειστός και καλά αεριζόμενος χώρος για τους καπνιστές όπως υπήρχε στην αρχή πριν πάρει διαστάσεις υστερίας η made in USA αντικαπνιστική εκστρατεία. Εν κατακλείδι η ιδεοληψία και η απολυτότητα δεν βοηθούν ούτε τον σοβαρό διάλογο ούτε την αναζήτηση λύσεων με σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις και ανάγκες. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρόσληψη νικοτίνης που είναι εθιστική ουσία για έναν καπνιστή είναι οργανική ανάγκη. Επίσης η χρήση ουσιών είτε είναι ο μανδραγόρας των αρχαίων ελλήνων είτε τα φύλλα κόκας των μάγια είτε το αλκοόλ είτε η νικοτίνη είναι δικλείδες ασφαλείας και συνθήκες ισορροπίας των κοινωνιών διαχρονικά σε όλα τα μήκη τα πλάτη του πλανήτη.
Η απόλυτη απαγόρευση είναι στείρα επιβολή: Θα σταματήσεις να καπνίζεις γιατί μπορώ να σου το επιβάλλω και αντλώ ικανοποίηση όταν σε βλέπω ανίσχυρο να υποφέρεις έχοντας πίσω ένα θηριώδες και άδικο κράτος. Δεν σου επιτρέπω ούτε να αρρωστήσεις ούτε να πεθάνεις ούτε πολύ περισσότερο να ζήσεις όπως εσύ θέλεις. Θα πληρώνεις διόδια γιατί έτσι αποφάσισαν δύο υπουργοί και τρεις εργολάβοι. Θα σκύψεις τη μέση και θα εφαρμόζεις το μνημόνιο γιατί το ψήφισαν στη Βουλή 160 βουλευτές που υφάρπαξαν την λαική ψήφο υποσχόμενοι άλλα. Εξουσία...