ΠΗΓΗ: ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ Β. ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΥΒΟΪΚΟΥ
Απίστευτη η κατρακύλα του Πρώτου Θέματος. Έχουν για τίτλο «Σταμάτησαν το τείχος στον Έβρο» λες κι αυτό θα λύσει το πρόβλημα και «Στρατιές Λαθραίων». Ποιός είναι λαθραίος; Οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας από τη Σμύρνη και τον Πόντο; Ποιός είναι λαθραίος; Οι γονείς μας και οι θείοι μας στη Γερμανία και την Αυστραλία; Ποιός είναι λαθραίος; Τα παιδιά μας που δεν βλέπουν κανένα φως σε αυτή την χώρα και την εγκαταλείπουν; Ποιός είναι λαθραίος; Ο ξεριζωμένος που του έχουμε βομβαρδίσει την χώρα και συμμετέχουμε στην υποστήριξη του βομβαρδισμού;
Για τον όρο «Μετανάστες»
του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη
Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν:
«Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο,
δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,
λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. Ούτε
και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε
να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ΄ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά
στα σύνορα,
προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό
σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις
κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα
ν’ απαρνιόμαστε,
χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.
Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ’ εδώ
τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους. Εμείς
οι ίδιοι
μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχους, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας,
περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα,
μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας
δε θα μείνει εδώ. Η τελευταία λέξη
δεν ειπώθηκε ακόμα.
Απίστευτη η κατρακύλα του Πρώτου Θέματος. Έχουν για τίτλο «Σταμάτησαν το τείχος στον Έβρο» λες κι αυτό θα λύσει το πρόβλημα και «Στρατιές Λαθραίων». Ποιός είναι λαθραίος; Οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας από τη Σμύρνη και τον Πόντο; Ποιός είναι λαθραίος; Οι γονείς μας και οι θείοι μας στη Γερμανία και την Αυστραλία; Ποιός είναι λαθραίος; Τα παιδιά μας που δεν βλέπουν κανένα φως σε αυτή την χώρα και την εγκαταλείπουν; Ποιός είναι λαθραίος; Ο ξεριζωμένος που του έχουμε βομβαρδίσει την χώρα και συμμετέχουμε στην υποστήριξη του βομβαρδισμού;
Για τον όρο «Μετανάστες»
του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη
Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν:
«Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο,
δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,
λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. Ούτε
και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε
να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ΄ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά
στα σύνορα,
προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό
σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις
κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα
ν’ απαρνιόμαστε,
χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.
Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ’ εδώ
τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους. Εμείς
οι ίδιοι
μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχους, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας,
περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα,
μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας
δε θα μείνει εδώ. Η τελευταία λέξη
δεν ειπώθηκε ακόμα.