ΑΡΚΕΙ
Η ΔΡΑΧΜΗ;
Το ερώτημα ευρώ ή δραχμή προτάσσεται ως ένα από τα κυρίαρχα πολιτικά διλήμματα της εποχής μας. Οφείλουμε να διευκρινίσουμε όμως,
ότι η επιλογή νομίσματος εντός ενός
νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου οικονομικού περιβάλλοντος, αποτελεί
εργαλείο οικονομικής πολιτικής το οποίο με τις υπόλοιπες μεταβλητές τις
οικονομίας σταθερές (ceteris paribus) και κυρίως χωρίς ανατροπή των υφιστάμενων
παραγωγικών σχέσεων που χαρακτηρίζουν την οικονομία, δεν φτάνει για να
επηρεάσει ουσιαστικά και μόνιμα τους δείκτες της πραγματικής οικονομίας. Για το
λόγο αυτό, πριν προχωρήσουμε στην ανάλυσή μας, οφείλουμε να κάνουμε μία σύντομη
αναφορά στις παραγωγικές σχέσεις μίας οικονομίας που αποτελούν και τη ρίζα της αναπαραγωγής
της κοινωνικής εκμετάλλευσης.
Σχέσεις παραγωγής και εκμετάλλευση
Μία νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική οικονομία όπως η ελληνική, είτε αποτελεί μέλος μίας νομισματικής ένωσης όπως η ευρωζώνη, είτε όχι,
είναι δέσμια των καπιταλιστικών σχέσεων
παραγωγής που την χαρακτηρίζουν.
Οι σχέσεις αυτές σε γενικές γραμμές περιγράφονται
από την ατομική ιδιοκτησία επί των μέσων
παραγωγής και επί του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ιδιοκτησιακή αυτή
σχέση είναι που αποτελεί και τη ρίζα της εκμετάλλευσης των εργαζομένων από την
ισχυρή μειοψηφία.
Συγκεκριμένα, η εκμετάλλευση των εργαζομένων πραγματοποιείται κατά την παραγωγική
διαδικασία, μέσω της ιδιοποίησης του υπερπροϊόντος από τους κατόχους των
μέσων παραγωγής. Μεταφράζεται δε σε οικονομικό αποτέλεσμα δηλαδή υπερκέρδος, όταν
το προϊόν πουληθεί. Αν τα προϊόντα που παρήχθησαν μείνουν απούλητα, τότε η
εκμετάλλευση πραγματοποιείται μεν, απλά δεν εκφράζεται σε οικονομικό αποτέλεσμα
για τον καπιταλιστή. Οι υφιστάμενες
παραγωγικές σχέσεις λοιπόν, είναι ο πρωταρχικός παράγοντας της άνισης και
άδικης διανομής του εισοδήματος, καθώς μεροληπτούν υπέρ των κατόχων των μέσων
παραγωγής και εις βάρος των πραγματικών παραγωγών του πλούτου που είναι οι
εργαζόμενοι.
Κοινό και εθνικό νόμισμα με δεδομένες σχέσεις παραγωγής.
Καταρχάς αξίζει να επισημάνουμε ότι οι οικονομίες που
συμμετέχουν στη νομισματική ένωση του ευρώ, δηλαδή στην ευρωζώνη, κινούνται από
καπιταλιστικά-κερδοσκοπικά κίνητρα. Η ευρωζώνη χαρακτηρίζεται επίσης από πλήρη
κινητικότητα κεφαλαίων και εργαζομένων, καθορισμένη ποσότητα-προσφορά χρήματος,
και ανισόμετρη ανάπτυξη μεταξύ των χωρών που την απαρτίζουν.
Ας δούμε όμως συνοπτικά τις επιπτώσεις από
την παραμονή (1) ή έξοδο (2) της χώρας μας από την ευρωζώνη, με τους υπόλοιπους
συντελεστές της οικονομίας σταθερούς.
1) Μέσα σε μία
νομισματική ένωση με τα χαρακτηριστικά που προαναφέραμε και υπό καθεστώς
βαθιάς κρίσης, η ανισόμετρη ανάπτυξη ανατροφοδοτείται και εντείνεται εξαιτίας
της αλληλεπίδρασης των ελλειμματικών - εισαγωγικών χωρών με υψηλή ανεργία, με
τις πλεονασματικές-εξαγωγικές χώρες με χαμηλή ανεργία. Η Ελλάδα ανήκει στην
πρώτη κατηγορία χωρών και γι’ αυτό η συμμετοχή της στο κοινό νόμισμα επιβαρύνει
ακόμη περισσότερο τη θέση της, καθώς οδηγεί σε συνεχή υποτίμηση της πραγματικής της οικονομίας. (Με τον όρο πραγματική οικονομία αναφερόμαστε στα
πραγματικά μακροοικονομικά μεγέθη μίας οικονομίας όπως το ΑΕΠ και το ποσοστό
απασχόλησης, τα οποία συνδέονται ευθέως με τις σχέσεις παραγωγής, τις παραγωγικές
δυνατότητες μίας οικονομίας και τα χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας).
Επιπρόσθετα, η ανισόμετρη ανάπτυξη και ο αποικιοκρατικός μηχανισμός τους χρέους
και των ελλειμμάτων αν και εκ πρώτης όψεως φαντάζουν ως καταστροφικές
αντιφάσεις του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, εντούτοις αποτελούν τις ζωογόνες
δυνάμεις του. Χωρίς αυτές τις δυνάμεις,
η διαιώνιση της επικυριαρχίας της ευρωπαϊκής άρχουσας τάξης πάνω στους λαούς της
Ευρώπης θα καθίστατο δυσχερέστερη.
2) Αν μία χώρα όπως
η Ελλάδα, επιλέξει να εξέλθει από την νομισματική ένωση και αποφασίσει να
ακολουθήσει μία στρατηγική εθνικού νομίσματος, χωρίς να μεταβάλλει τους πυλώνες
της κοινωνικοοικονομικής της οργάνωσης, τότε είναι σαν να κάνει μία τρύπα στο
νερό.
Δυστυχώς, η έκθεση μίας αδύναμης χώρας στην διεθνή αγορά
συναλλάγματος και το παγκόσμιο σύστημα των ισοτιμιών, υψώνουν πληθωριστικό
τείχος, το οποίο υποσκάπτει την οποιαδήποτε προσπάθεια ανάκαμψης. Η επιστροφή
σε εθνικό νόμισμα λοιπόν, αποτελεί αξιόλογο εργαλείο επανεκκίνησης της εθνικής
οικονομίας, μόνο αν συνοδευτεί από μία σειρά ακόμη βαθύτερων τομών.
Οι τομές αυτές, συνίστανται
πρώτα και κύρια στην αποτίναξη του αποικιοκρατικού ζυγού, μέσω της μονομερούς
διαγραφής του δημόσιου χρέους και την κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών
συμβάσεων. Περιλαμβάνουν δε, την εθνικοποίηση της Κεντρικής τράπεζας της
Ελλάδας και την εθνικοποίηση όλων των εμπορικών τραπεζών που θα κριθούν
κοινωνικά επωφελείς, μετά από λαϊκό έλεγχο στα βιβλία τους και χωρίς
αποζημίωση. Την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την κοινωνικοποίηση των υφιστάμενων
μεγάλων μονάδων παραγωγής στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, ώστε αφενός μεν
να ενισχυθεί η αυτάρκεια του ελληνικού λαού, αφετέρου δε να βελτιωθεί το
ισοζύγιο πληρωμών. Τέλος, την εγκαθίδρυση δεσμών αλληλεγγύης και οικονομικής
συνεργασίας με λαούς του εξωτερικού, που μάχονται για την απελευθέρωσή τους από
την παγκόσμια ολιγαρχία των αγορών.
Αυτές είναι
μερικές από τις σημαντικότερες αλλαγές που πρέπει να επιβληθούν από τον
ελληνικό λαό στην οικονομική οργάνωση της χώρας και οι οποίες πρέπει να
αποσκοπούν στην αναστροφή της κοινωνικής πυραμίδας και την οριστική επικράτηση του 99% του λαού πάνω στο 1% των
εκμεταλλευτών του. Και οι τομές αυτές μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο από μία
λαϊκή κυβέρνηση. Μόνο μία τέτοια κυβέρνηση μπορεί να μετατρέψει
το εθνικό νόμισμα σε ένα σημαντικό εργαλείο που θα συνεισφέρει
πραγματικά στην κοινωνική ευημερία και την λαϊκή απελευθέρωση.
Γι’ αυτό και το Κίνημα Δεν
Πληρώνω, δεν υποστηρίζει
απλά μία προοπτική επιστροφής σε εθνικό νόμισμα. Υποστηρίζουμε τη
δημιουργία ενός "Λαϊκού Νομίσματος" το οποίο θα υπηρετεί τα
λαϊκά συμφέροντα και θα συνεισφέρει στην πραγματική αναμόρφωση της ελληνικής
κοινωνίας. Υποστηρίζουμε ότι μόνο μία κυβέρνηση λαϊκής
κυριαρχίας θα μπορούσε να εφαρμόσει με επιτυχία ένα πρόγραμμα μονομερούς διαγραφής του χρέους και
ολομέτωπης ρήξης με κάθε ιμπεριαλιστικό μηχανισμό υποδούλωσης (ΕΕ,
Ευρωζώνη, ΝΑΤΟ κ.α.). Μόνο ο λαός
ο ίδιος μπορεί να εφαρμόσει ένα κοινωνικά ωφέλιμο σχέδιο παραγωγικής
ανασυγκρότησης και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας.
Από την ανάλυση που προηγήθηκε
συμπεραίνουμε ότι το πραγματικό δίλημμα είναι το
ποιό κοινωνικό σύστημα θέλουμε και ποιά τάξη θα βρίσκεται στην εξουσία. Ποιά
τάξη δηλαδή θα έχει στα χέρια της τα μέσα παραγωγής και τα κύρια οικονομικά
εργαλεία. Ποιά τάξη θα ελέγχει το χρηματοπιστωτικό σύστημα και ποιά τάξη θα
διαχειρίζεται τον κοινωνικό πλούτο. Κι εμείς δηλώνουμε ευθαρσώς ότι η τάξη αυτή
θα πρέπει να είναι το 99% της κοινωνίας που παράγει το 100% του πλούτου και όχι
το παρασιτικό 1% της κοινωνίας που το νέμεται.
Το μονοπάτι στο οποίο βαδίζουμε μια
κατάληξη έχει: την πλήρη εξαθλιωσή και τον
εξανδραποδισμό του 99% του παγκόσμιου πληθυσμού. Όσο απαισιόδοξο και αν
ακούγεται αυτό το σενάριο, είναι η κατάσταση στην οποία κατατείνουμε εάν
συνεχίσουμε να ανεχόμαστε αυτήν την πρωτοφανή επίθεση στα βασικά μας
δικαιώματα, στο δικαίωμα στη ζωή, στην εργασία, στην υγεία, στην παιδεία
κ.λ.π.
Η μόνη λύση που μας απομένει πλέον, είναι
η οριστική ανατροπή αυτού του ανθρωποφάγου συστήματος που έχει ως επίκεντρο το κέρδος και τις αγορές και την αντικατάστασή
του με ένα κοινωνικό σύστημα με κέντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του.