«Η ημέρα της γυναίκας» δεν θεσμοθετήθηκε (το μακρινό 1909 στις Ηνωμένες Πολιτείες, με πρωτοβουλία της Γερμανίδας Ρόζα Λούξεμπουργκ, μέλους της Διεθνούς Σοσιαλιστικής) ως ημέρα γιορτής ή χαράς. Κι ούτε ως «ευκαιρία» για να πανηγυρίζουν οι γυναικοπαρέες την (εύλογη, και καθ' όλα σεβαστή κατά τ' άλλα) ελευθερία τους διασκεδάζοντας σε μπαράκια και μπουζούκια, αποκλειστικά με τις φίλες τους. Ή και με τους όποιους, τυχόν «ξέμπαρκους», φίλους των φίλων τους.
Αλλά θεσμοθετήθηκε ως ημέρα σύμβολο για τις ταπεινώσεις αιώνων που είχαν υποστεί οι γυναίκες. Ως ημέρα αφετηρίας κι επανεκκίνησης για ένα καλύτερο αύριο. Πάνω απ' όλα ως ημέρα πένθους, περισυλλογής, σεβασμού και μνήμης για τις 129 εργάτριες που στις 8 Μαρτίου του 1908 κάηκαν ζωντανές στο εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας «Cotton» της Νέας Υόρκης...
Μία τραγωδία πρωτοφανούς βαρβαρότητας, εάν σκεφτεί κανείς ότι επί ώρες οι άμοιρες, στην πλειονότητά τους Ιταλο-Γερμανο-Πολωνο- Εβραίες μετανάστριες και μητέρες έψαχναν, αλλά δυστυχώς μάταια, τον τρόπο διαφυγής από το κτίριο που είχε σφραγίσει, με λοστούς και σιδερένιες μπάρες, ο ιδιοκτήτης του Mister (...κακό χρόνο να 'χει) Τζόνσον, ως αντίποινα για την επ' αόριστον απεργία των υπαλλήλων του με την οποία στόχευαν απλώς στην επίτευξη καλύτερων συνθηκών εργασίας και πάνω απ' όλα σεβασμού στο αποκαλούμενο «ασθενές φύλο».
Εκτοτε, η θυσία τους θα άλλαζε ριζικά το καθεστώς και την έως τότε αποδεκτή θεωρία της ανδροκρατούμενης κοινωνίας προσφέροντας στην υποβαθμισμένη και ξεχασμένη γυναίκα μία ξεχωριστή θέση στην κοινωνικο-πολιτικο-οικονομική δομή της καθημερινότητάς μας
Εnet