απο ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΥΒΟΪΚΟΥ
Κάποιοι πιστεύουν ότι το εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζει τη λαϊκή θέληση. Στη νεότερη ελληνική ιστορία η παραχάραξη της λαϊκής θελήσεως είναι ο κανόνας. Παραλείποντας το εκλογικό σύστημα που προσαρμόζεται στα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος και τον εκφοβισμό με τα ψευτοδιλήμματα, ένα περιστατικό σε ένα χωριό της Στερεάς Ελλάδας παρουσιάζει τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν παλιότερα οι οικονομικά ισχυροί παράγοντες της δεξιάς.
Αντιγράφω από το βιβλίο του Γιάννη Κάτρη Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΑΣΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Ένας δικαστικός αντιπρόσωπος μου έδωσε την προσωπική του μαρτυρία για το πώς ψήφισαν οι ψηφοφόροι ενός μεγάλου ορεινού χωριού στη Στερεά Ελλάδα κατά τις εκλογές του 1958.
«Οι εγγεγραμμένοι εκλογείς ήσαν 601. Στο εκλογικό τμήμα του χωριού παρίσταντο, σύμφωνα με το νόμο, εκτός από το δικαστικό αντιπρόσωπο και αντιπρόσωποι των κομμάτων. Είμαστε εκεί από την ανατολή του ηλίου, αλλά ως το μεσημέρι δεν είχε προσέλθει ούτε ένας για να ψηφίσει. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Οι άντρες του χωριού περιδιάβαζαν στην πλατεία και κατά ομάδες συζητούσαν, κοιτάζοντας πότε - πότε προς το δημόσιο δρόμο...
...
Ρώτησα τον παπά και τον πρόεδρο της κοινότητας τι συμβαίνει και δεν έρχεται κανένας να ψηφίσει... Μ' ένα αινιγματικό χαμόγελο με βεβαίωσαν ότι όλοι θα ψηφίσουν, αλλά αργότερα... Κατά τις δώδεκα η ώρα ακούσθηκε ο θόρυβος ενός αυτοκινήτου, που έφερε τον υποψήφιο της ΕΡΕ, έναν μεγαλόσχημο βιομήχανο. Χαιρέτησε και εγκαταστάθηκε σ' ένα τραπέζι του καφενείου με τους γραμματείς του και το σοφέρ. Έπειτα είπε στον καφετζή να προσφέρει σ' όλους καφέ και κονιάκ. Το πλήθος άρχισε να συρρέει και να παίρνει τα κεράσματα με ευχές προς τον υποψήφιο. Η διαδικασία του κεράσματος κράτησε κάπου δυο ώρες.
Σε λίγο κατέφθασε ο μπακάλης του χωριού κρατώντας ένα βρώμικο βιβλίο. Ο υποψήφιος το πήρε, το άνοιξε, έβαλε τα γυαλιά του και διάβασε μεγαλόφωνα το πρώτο όνομα:
—Ι.Σ., 186 δραχμές. Αυτός που άκουσε το όνομά του παραμέρισε το πλήθος και πλησίασε: «Συμφωνείς, Γιάννη, τον ρώτησε, ότι το χρέος σου στο μπακάλη είναι 186 δραχμές;» «Ναι», απάντησε.
«Ε, λοιπόν, από τούτη τη στιγμή δεν χρωστάς τίποτα». Και τράβηξε μια κόκκινη μολυβιά που έσβησε το χρέος...
Εκφωνήθηκαν όλα τα ονόματα. Και διαγράφτηκαν όλα τα χρέη! Δίπλα στον υποψήφιο καθότανε — τιμής ένεκεν — ο αστυνόμος, ο πρόεδρος της κοινότητας και ο παπάς, εκφράζοντας κάθε τόσο με επιφωνήματα το θαυμασμό τους για την ανιδιοτελή γενναιοδωρία του εκλεκτού συμπολίτη και για την αυταπάρνησή του να πολιτευθεί και να προσφέρει τον εαυτό του στην εξυπηρέτηση του έθνους: «Τέτοιους ανθρώπους χρειάζεται η Βουλή», φώναζε επιδοκιμαστικά κάθε τόσο η κλάκα των επισήμων...
Κατά τις τέσσαρες το απόγευμα η πρωτότυπη αυτή διαδικασία εξοφλήσεως των χρεών είχε περατωθεί. Ο ένας από τους δύο γραμματείς έκανε την άθροιση και ανήγγειλε: Εκατόν δώδεκα χιλιάδες εκατόν σαράντα δύο δραχμές και εξήκοντα λεπτά.
Το χωριό κρατούσε την αναπνοή του. Με μεγαλοπρεπή χειρονομία ο υποψήφιος άνοιξε το δερμάτινο χαρτοφύλακά του και έγραψε μια επιταγή στο όνομα του μπακάλη: «Είσαστε εν τάξει τώρα;» ρώτησε στρεφόμενος στο πλήθος. «Ναι, απάντησε ένας, αλλά για να κοιμόμαστε ήσυχοι θέλουμε να καεί το βιβλίο με τα βερεσέδια...».
Ο ευεργέτης σηκώθηκε, πήρε το βιβλίο και ξεσκίζοντάς το φύλλο - φύλλο το έρριξε στο αναμμένο τζάκι του καφενείου. Οι φλόγες καταβρόχθισαν τα ονόματα και τα ποσά, ενώ οι πρώην χρεώστες απολάμβαναν ηδονικά το θέαμα... Όταν το βιβλίο έγινε στάχτη ο υποψήφιος θεώρησε ότι η αποστολή του είχε λήξει. Χαιρέτησε και πάλι, μπήκε στο αυτοκίνητο με την ακολουθία του και εγκατέλειψε ολοταχώς το χωριό. Θα το ξανάβλεπε σε μερικά χρόνια στις επόμενες εκλογές...».
Ο κόσμος ξεκίνησε για να ψηφίσει. Μια ατέλειωτη ουρά σχηματίστηκε έξω από το εκλογικό τμήμα...».
«Και τώρα θέλετε να μάθετε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας; Εγγεγραμμένοι 601. Εψήφισαν 601. Έγκυρα ψηφοδέλτια 601. ΕΡΕ 601».
Κάποιοι πιστεύουν ότι το εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζει τη λαϊκή θέληση. Στη νεότερη ελληνική ιστορία η παραχάραξη της λαϊκής θελήσεως είναι ο κανόνας. Παραλείποντας το εκλογικό σύστημα που προσαρμόζεται στα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος και τον εκφοβισμό με τα ψευτοδιλήμματα, ένα περιστατικό σε ένα χωριό της Στερεάς Ελλάδας παρουσιάζει τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν παλιότερα οι οικονομικά ισχυροί παράγοντες της δεξιάς.
Αντιγράφω από το βιβλίο του Γιάννη Κάτρη Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΑΣΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Ένας δικαστικός αντιπρόσωπος μου έδωσε την προσωπική του μαρτυρία για το πώς ψήφισαν οι ψηφοφόροι ενός μεγάλου ορεινού χωριού στη Στερεά Ελλάδα κατά τις εκλογές του 1958.
«Οι εγγεγραμμένοι εκλογείς ήσαν 601. Στο εκλογικό τμήμα του χωριού παρίσταντο, σύμφωνα με το νόμο, εκτός από το δικαστικό αντιπρόσωπο και αντιπρόσωποι των κομμάτων. Είμαστε εκεί από την ανατολή του ηλίου, αλλά ως το μεσημέρι δεν είχε προσέλθει ούτε ένας για να ψηφίσει. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Οι άντρες του χωριού περιδιάβαζαν στην πλατεία και κατά ομάδες συζητούσαν, κοιτάζοντας πότε - πότε προς το δημόσιο δρόμο...
...
Ρώτησα τον παπά και τον πρόεδρο της κοινότητας τι συμβαίνει και δεν έρχεται κανένας να ψηφίσει... Μ' ένα αινιγματικό χαμόγελο με βεβαίωσαν ότι όλοι θα ψηφίσουν, αλλά αργότερα... Κατά τις δώδεκα η ώρα ακούσθηκε ο θόρυβος ενός αυτοκινήτου, που έφερε τον υποψήφιο της ΕΡΕ, έναν μεγαλόσχημο βιομήχανο. Χαιρέτησε και εγκαταστάθηκε σ' ένα τραπέζι του καφενείου με τους γραμματείς του και το σοφέρ. Έπειτα είπε στον καφετζή να προσφέρει σ' όλους καφέ και κονιάκ. Το πλήθος άρχισε να συρρέει και να παίρνει τα κεράσματα με ευχές προς τον υποψήφιο. Η διαδικασία του κεράσματος κράτησε κάπου δυο ώρες.
Σε λίγο κατέφθασε ο μπακάλης του χωριού κρατώντας ένα βρώμικο βιβλίο. Ο υποψήφιος το πήρε, το άνοιξε, έβαλε τα γυαλιά του και διάβασε μεγαλόφωνα το πρώτο όνομα:
—Ι.Σ., 186 δραχμές. Αυτός που άκουσε το όνομά του παραμέρισε το πλήθος και πλησίασε: «Συμφωνείς, Γιάννη, τον ρώτησε, ότι το χρέος σου στο μπακάλη είναι 186 δραχμές;» «Ναι», απάντησε.
«Ε, λοιπόν, από τούτη τη στιγμή δεν χρωστάς τίποτα». Και τράβηξε μια κόκκινη μολυβιά που έσβησε το χρέος...
Εκφωνήθηκαν όλα τα ονόματα. Και διαγράφτηκαν όλα τα χρέη! Δίπλα στον υποψήφιο καθότανε — τιμής ένεκεν — ο αστυνόμος, ο πρόεδρος της κοινότητας και ο παπάς, εκφράζοντας κάθε τόσο με επιφωνήματα το θαυμασμό τους για την ανιδιοτελή γενναιοδωρία του εκλεκτού συμπολίτη και για την αυταπάρνησή του να πολιτευθεί και να προσφέρει τον εαυτό του στην εξυπηρέτηση του έθνους: «Τέτοιους ανθρώπους χρειάζεται η Βουλή», φώναζε επιδοκιμαστικά κάθε τόσο η κλάκα των επισήμων...
Κατά τις τέσσαρες το απόγευμα η πρωτότυπη αυτή διαδικασία εξοφλήσεως των χρεών είχε περατωθεί. Ο ένας από τους δύο γραμματείς έκανε την άθροιση και ανήγγειλε: Εκατόν δώδεκα χιλιάδες εκατόν σαράντα δύο δραχμές και εξήκοντα λεπτά.
Το χωριό κρατούσε την αναπνοή του. Με μεγαλοπρεπή χειρονομία ο υποψήφιος άνοιξε το δερμάτινο χαρτοφύλακά του και έγραψε μια επιταγή στο όνομα του μπακάλη: «Είσαστε εν τάξει τώρα;» ρώτησε στρεφόμενος στο πλήθος. «Ναι, απάντησε ένας, αλλά για να κοιμόμαστε ήσυχοι θέλουμε να καεί το βιβλίο με τα βερεσέδια...».
Ο ευεργέτης σηκώθηκε, πήρε το βιβλίο και ξεσκίζοντάς το φύλλο - φύλλο το έρριξε στο αναμμένο τζάκι του καφενείου. Οι φλόγες καταβρόχθισαν τα ονόματα και τα ποσά, ενώ οι πρώην χρεώστες απολάμβαναν ηδονικά το θέαμα... Όταν το βιβλίο έγινε στάχτη ο υποψήφιος θεώρησε ότι η αποστολή του είχε λήξει. Χαιρέτησε και πάλι, μπήκε στο αυτοκίνητο με την ακολουθία του και εγκατέλειψε ολοταχώς το χωριό. Θα το ξανάβλεπε σε μερικά χρόνια στις επόμενες εκλογές...».
Ο κόσμος ξεκίνησε για να ψηφίσει. Μια ατέλειωτη ουρά σχηματίστηκε έξω από το εκλογικό τμήμα...».
«Και τώρα θέλετε να μάθετε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας; Εγγεγραμμένοι 601. Εψήφισαν 601. Έγκυρα ψηφοδέλτια 601. ΕΡΕ 601».