Κοίταζα ξανά και ξανά εκείνη τη
βαθιά ουλή λίγο κάτω από το μάτι. Το αίμα είχε παγώσει, το βλέμμα όμως
ήταν πυρακτωμένο, θυμωμένο, έτοιμο να επιτεθεί, όπως θα έκανε το
πληγωμένο γεράκι. Κάτι μου θύμιζε αυτό το βλέμμα. Δεν ξέρω πώς, αλλά μου
ήρθε στο νου μια εικόνα καμιά δεκαριά χρόνια παλιά.
Ηταν άνοιξη, μοσχοβολούσε η γειτονιά του Αγίου Δημητρίου στο
Ψυχικό και δύο αγοράκια στο δασάκι στου Μωραΐτη παίζανε κλέφτες κι
αστυνόμους. Δεν είχαν ούτε πέτρες στις τσέπες ούτε σφεντόνες στο χέρι
ούτε καν ένα νεροπίστολο. Κυνήγαγαν το ένα το άλλο, παίρνοντας θέση
μάχης πίσω από τους κορμούς των δέντρων κι όταν ο Νίκος έπιανε τον Αλέξη
γινόταν πανζουρλισμός από τις φωνές τους. Πέρασαν τα χρόνια κι ανάμεσά
τους σ' εκείνο το ανέμελο παιχνίδι εμφανίστηκε ένας πραγματικός
αστυνόμος, που δεν είχε ούτε σφεντόνα στην κωλότσεπη ούτε καν ένα
νεροπίστολο. Σήκωσε το σιδερικό του και σημάδεψε εκείνα τα παιδιά. Το
αγόρι που έμεινε όρθιο συμμετείχε τις προάλλες στη ληστεία στον Βελβεντό
Κοζάνης. Πήρε κι αυτό το... σιδερικό του και σημάδεψε, όχι κανέναν
άνθρωπο, αλλά μια τζαμαρία. Ενιωθε έτσι πως το χέρι του έπαιρνε εκδίκηση
για την απρόκλητη, αυθαίρετη, ασυγχώρητη άσκηση αστυνομικής βίας.
Τις προάλλες στον Βελβεντό Κοζάνης είδα το παιδί μου να σημαδεύει την εξουσία. Κάθε εξουσία, πολιτική, οικονομική, κοινωνική. Είδα όμως το παιδί μου να σημαδεύει κι εμένα που ήμουν σπίτι με το τηλεκοντρόλ στο χέρι κι άκουγα τον εκφωνητή να ανακοινώνει θριαμβικά τη σύλληψη των ληστών. Μεγάλη η επιτυχία της Αστυνομίας και μπράβο της. Κυνήγησε το παιδί που είχε μείνει όρθιο εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια πριν από μερικά χρόνια και κατάφερε να το πιάσει στον Βελβεντό Κοζάνης. Κοίταξα ξανά την πληγή του κάτω από το μάτι. Αυτή τη φορά μού φάνηκε ανοιχτή, υγρή, χαίνουσα. Το αίμα έτρεχε κόκκινο, ζεστό κάτω από το μάτι. Το βλέμμα μου θόλωσε, γιατί ξαφνικά ένιωσα πως εγώ, άθελά μου, έσπρωξα το παιδί τις προάλλες στον Βελβεντό Κοζάνης. Εγώ του έδωσα το όπλο. Εγώ, που δεν θα σήκωνα ούτε νεροπίστολο ενάντια στην τζαμαρία ουδεμιάς εξουσίας. Εγώ και η δική μου αδράνεια όπλισαν το χέρι του. Αυτό το παιδί, και κάθε άλλο παιδί, θα ήταν ακόμη στο δασάκι του σχολείου και θα έπαιζε κλέφτες κι αστυνόμους χωρίς σφεντόνα, αν δεν το σημάδευε πριν από λίγα χρόνια η ένστολη εξουσία. Αυτή που τώρα επιχαίρει για την επιτυχία της.
Φταίμε όμως κι εμείς οι φιλήσυχοι, οι συμβιβασμένοι. Φταίει η αδράνειά μας και το ότι υποταχτήκαμε στη μοίρα μας. Φταίνε βέβαια και οι άλλοι, πρόσωπα που συνωστίζονται στον ίδιο καθρέφτη, οι διανοούμενοι, από τους οποίους μάταια περιμέναμε μια δυναμική αντίδραση, μια γενναία και περήφανη αντίσταση. Αλλά, μην ξεχνάμε ότι τα ποτάμια φουσκώνουν στην κοίτη τους. Μην εκπλαγούμε λοιπόν όταν θα φτάσουν στα σπίτια μας και μας πνίξουν.
πηγη