"Μας αναγκάζουν να διώξουμε τα παιδιά μας.."
Έκρηξη οργής των κτηνοτρόφων στα χωριά του δυτικού Ρεθύμνου, και
είναι απελπισμένοι που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα! Η ζωή τους έμεινε
μαζί με τα πρόβατα στο βουνό, και αισθάνονται ασφυκτική πίεση από το
καινούργιο μοντέλο που επέβαλαν οι ξένοι σαν κατακτητές και υλοποιούν
χωρίς αντίρρηση οι εντολοδόχοι τους στη χώρα…
Οι μάχιμοι στην αγροτιά και στο βουνό, αγκομαχούν καθημερινά «με το ένα άρβυλο σχισμένο» και είναι εγκλωβισμένοι στην αβεβαιότητα, υποχρεώνοντάς τους ακόμη και «να διώξουν τα παιδιά τους» γιατί αυτός ο τόπος έτσι που τον κατάντησαν δεν έχει μέλλον για τις επόμενες γενιές…
Ολόκληρα είκοσι πέντε χρόνια ο Δημήτρης Φιλιππάκης από το Βιλανδρέδο, ένα καθαρά κτηνοτροφικό χωριό, «μυρίζει το άρωμα» της γης του τόπου του και του είναι αδύνατο να ζήσει «χωρίς τη μυρωδιά της». Όλες τις ώρες της μέρας, από το ξημέρωμα ως αργά το βράδυ, παρέα με το κοπάδι του, για να ζήσει με τη γυναίκα και τις δυο κόρες του, που η μια σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο και η άλλη στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση…
«Κάθε χρόνο και χειρότερα», εξομολογείται αγανακτισμένος ενώ οδηγεί τα πρόβατά του στο χώρο της περίφραξης αργά το απόγευμα, έξω από το χωριό του. «Μας κατάντησαν», ξεσπά,«να μη μπορούμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια την οικογένεια και να προσφέρουμε στα παιδιά μας αυτά που πρέπει». Προχωρώντας παραπέρα, διαπιστώνει ότι «οι αγρότες και κτηνοτρόφοι δουλεύουν για όλους εκτός από τους εαυτούς τους» και η έλλειψη παρέμβασης των ελεγκτικών μηχανισμών στα κυκλώματα των μεσαζόντων και των εμπόρων, έχει καταντήσει τους κλάδους να έχουν παραδοθεί έρμαιά τους και να μη μπορούν να πάρουν ανάσα! «Η γεωργία και η κτηνοτροφία», επισημαίνει, «έχουν συρρικνωθεί σε μεγάλο βαθμό και οι τιμές έχουν φτάσει στα ύψη προς όφελος των μεσαζόντων και των εμπόρων. Τα εφόδια για να καλλιεργήσουμε και να θρέψουμε τα ζώα μας ανεβαίνουν ανεξέλεγκτα και από εκεί και μετά αρχίζει το χάος ως την κατανάλωση…» Ο κτηνοτρόφος θέλει να δει το ενδιαφέρον του Κράτους στην υποστήριξη και προώθηση των προϊόντων του, αναφέροντας ενδεικτικά ότι τούτα θα μπορούσαν να διοχετευτούν στις ξενοδοχειακές μονάδες και να δίδονται στους ξένους πελάτες τους…
«ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΘΑ ΕΙΧΑΜΕ ΦΥΓΕΙ…»
Οικογενειάρχες με τρία παιδιά ο καθένας τους και οι Μανώλης και Αντώνης Παυλάκης από το Βελονάδο, κτηνοτρόφοι. «Το βουνό δεν έχει δημοσίους υπαλλήλους», λέει ο δεύτερος που με την κόρη και τον γιό του ανέβαιναν στη στάνη. «Τα πράγματα είναι χάλια και δεν μπορούμε να ζήσομε. Μας αναγκάζουν να διώξουμε τα παιδιά μας για να μη ζήσουν όπως ζούμε εμείς. Μα και εμείς θα είχαμε φύγει αλλά δε μπορούμε μετά από τόσα χρόνια…»
MadeinCreta
Οι μάχιμοι στην αγροτιά και στο βουνό, αγκομαχούν καθημερινά «με το ένα άρβυλο σχισμένο» και είναι εγκλωβισμένοι στην αβεβαιότητα, υποχρεώνοντάς τους ακόμη και «να διώξουν τα παιδιά τους» γιατί αυτός ο τόπος έτσι που τον κατάντησαν δεν έχει μέλλον για τις επόμενες γενιές…
Ολόκληρα είκοσι πέντε χρόνια ο Δημήτρης Φιλιππάκης από το Βιλανδρέδο, ένα καθαρά κτηνοτροφικό χωριό, «μυρίζει το άρωμα» της γης του τόπου του και του είναι αδύνατο να ζήσει «χωρίς τη μυρωδιά της». Όλες τις ώρες της μέρας, από το ξημέρωμα ως αργά το βράδυ, παρέα με το κοπάδι του, για να ζήσει με τη γυναίκα και τις δυο κόρες του, που η μια σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο και η άλλη στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση…
«Κάθε χρόνο και χειρότερα», εξομολογείται αγανακτισμένος ενώ οδηγεί τα πρόβατά του στο χώρο της περίφραξης αργά το απόγευμα, έξω από το χωριό του. «Μας κατάντησαν», ξεσπά,«να μη μπορούμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια την οικογένεια και να προσφέρουμε στα παιδιά μας αυτά που πρέπει». Προχωρώντας παραπέρα, διαπιστώνει ότι «οι αγρότες και κτηνοτρόφοι δουλεύουν για όλους εκτός από τους εαυτούς τους» και η έλλειψη παρέμβασης των ελεγκτικών μηχανισμών στα κυκλώματα των μεσαζόντων και των εμπόρων, έχει καταντήσει τους κλάδους να έχουν παραδοθεί έρμαιά τους και να μη μπορούν να πάρουν ανάσα! «Η γεωργία και η κτηνοτροφία», επισημαίνει, «έχουν συρρικνωθεί σε μεγάλο βαθμό και οι τιμές έχουν φτάσει στα ύψη προς όφελος των μεσαζόντων και των εμπόρων. Τα εφόδια για να καλλιεργήσουμε και να θρέψουμε τα ζώα μας ανεβαίνουν ανεξέλεγκτα και από εκεί και μετά αρχίζει το χάος ως την κατανάλωση…» Ο κτηνοτρόφος θέλει να δει το ενδιαφέρον του Κράτους στην υποστήριξη και προώθηση των προϊόντων του, αναφέροντας ενδεικτικά ότι τούτα θα μπορούσαν να διοχετευτούν στις ξενοδοχειακές μονάδες και να δίδονται στους ξένους πελάτες τους…
«ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΘΑ ΕΙΧΑΜΕ ΦΥΓΕΙ…»
Οικογενειάρχες με τρία παιδιά ο καθένας τους και οι Μανώλης και Αντώνης Παυλάκης από το Βελονάδο, κτηνοτρόφοι. «Το βουνό δεν έχει δημοσίους υπαλλήλους», λέει ο δεύτερος που με την κόρη και τον γιό του ανέβαιναν στη στάνη. «Τα πράγματα είναι χάλια και δεν μπορούμε να ζήσομε. Μας αναγκάζουν να διώξουμε τα παιδιά μας για να μη ζήσουν όπως ζούμε εμείς. Μα και εμείς θα είχαμε φύγει αλλά δε μπορούμε μετά από τόσα χρόνια…»
MadeinCreta