Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

Άνθρωποι και Εργαλεία , του Πιγκουίνου

Posted by ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΤΩ Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 04, 2013
Τα τελευταία χρόνια, έχει εισαχθεί ένα νέο τερμ στα αγγλικά λεξικά: thumb generation. 
Που πάει να πει "η γενιά του αντίχειρα" και παραπέμπει στην -σχεδόν εμμονική- τάση των νέων να χρησιμοποιούν τις οθόνες αφής. Στα κινητά τους, στα τάμπλετς τους, στα τηλεκοντρόλς και στους.... ψυγειοκαταψύκτες.



Θα πεις, και που'ν'το κακό, βρε πτηνό; Αν η εξέλιξη είναι συνυφασμένη με τον αντίχειρα, ας γιομίσουμε τις οθόνες δαχτυλιές! Καμία αντίρρηση! Ποιος είμαι εγώ άλλωστε που θα κατακρίνω το τατς-σκρίν σου. Εντούτοις, πολύ τελευταία, συνειδητοποίησα πως η τεχνολογική πρόοδος φέρνει μαζί της και μία μεγάλη απώλεια: τη διατάραξη της αρχέγονης σχέσης του ανθρώπου με τα εργαλεία του.



Επειδής τη βλέπω την απορία στο βλέμμα σου, θα σε πάω στον κατάλληλο χώρο για να σου το συζητήσω. Στην Πλάκα. Και συγκεκριμένα, σε ένα υπέροχο νεοκλασικό στην οδό Πανός 22, όπου λειτουργεί εδώ και μερικά χρόνια ένα παράρτημα του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.



Τρακόσια περίπου αντικείμενα, εργαλεία και προϊόντα παραδοσιακής εργασίας συνθέτουν μία μικρή αλλά ενδιαφέρουσα συλλογή υπό τον τίτλο "Άνθρωποι και Εργαλεία. Όψεις της εργασίας στην προβιομηχανική κοινωνία". 


Ώχου, θα πεις, τι κουλτούρες είναι πάλι ετούτες; Και τελοσπάντων είναι η τσουγκράνα και το καμτσίκι, έκθεμα; Εξίσου καχύποπτος μπήκα κι εγώ. 


Αλλά το Μουσείο με κέρδισε. Πρώτον, διότι το βρήκα χαριτωμένο και έξυπνα στημένο. Δεύτερον, διότι έμαθα ένα σκασμό πράματα για το πώς το πεταλώνουν το άλογο, πώς το πελεκάνε το ξύλο, πώς το αλέθουν το στάρι και πώς το τρίβουν το πιπέρι. Και τρίτον, διότι ανακάλυψα μέσα από τα εκθέματα, τη βαθιά συναισθηματική σχέση που συνέδεε τον τεχνίτη με τον εργαλειακό του εξοπλισμό.



Μία σχέση που διήρκησε από την απαρχή του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρις και πριν λίγα χρόνια. Για να δώκει τη θέση της σε μία άλλη σχέση (επέτρεψέ μου να πω, πιο ψυχρή και απρόσωπη): εκείνη τ' ανθρώπου με την ψηφιακή τεχνολογία.



Το Μουσείο, σου υπενθυμίζει διάφορες φράσεις που γεννήθηκαν μέσα από τα παραδοσιακά επαγγέλματα:Έφτασε ο κόμπος στο χτένι (τ'εργαλειού ντε). Στη βράση κολλάει το σίδερο. Τα πήρε όλα σβάρνα (το άροτρο). Η γλώσσα σου πάει ροδάνι. Και άλλα πολλά.


Κι ύστερα μαθαίνεις για το λοκάλιτι των επαγγελμάτων. Στο Σουφλί μεταξουργοί, στην Καστοριά γουναράδες, στο Μέτσοβο κασελάδες, στο Σιρόκο ραφτάδες, στην Τήνο μαρμαράδες. Ουφ, και στην Αθήνα άνεργοι.



Με τη βοήθεια των αντικειμένων ανιχνεύεις τα χαρακτηριστικά των επαγγελμάτων. Τα κόλπα τους. Τις δυσκολίες τους.



Αν έχεις οικογενειακές αναφορές, μπορεί να λειτουργήσει και σε προσωπικό επίπεδο ετούτος ο χώρος.



Να, ας πούμε εγώ θυμήθηκα τον δικό μου τον παππού. Δεν τον πρόλαβα πολύ, είναι εξαιρετικά αμυδρή η θύμησή του. Ποτοποιός ήτανε. Έσιαχνε ρετσίνα και την εμφιάλωνε. Είχε ολόδικιά του μία μικρή μονάδα με τεράστια βαρέλια. Στη Θράκη ντε! Οι δουλειές πήγαιναν καλά. Αλλά ύστερα τον έριξε έξω ο συνεταίρος του. Και φαλήρισε η επιχείρηση. Κύκλους κάμει η ζωή. Όπως τώρα, έτσι και τότες. Κλείνω την παρένθεση γιατί συγκινήθηκα.


Στο Μουσείο, θα βρεις υπέροχες φωτογραφίες από το αντιπροχθές της Ελλάδας. Ποτισμένες με μόχθο και μ'ιδρώτα.



Που εικονίζουν μαστόρους και τεχνίτες. Δίπλα τους, οι μαθητευόμενοι πιτσιρικάδες.



Αχ αυτοί οι ασπρόμαυροι πιτσιρικάδες. Μικρομέγαλες φυσιογνωμίες, με την αγωνία του μεροκάματου. Και ουχί του πλεϊστέισον.


Κι αγρότισσες. Με τα τσεμπέρια ν'ανεμίζουνε ανάμεσα στα σπαρτά και τα κωθώνια.



Κι εργάτες. Σε μουράγια, σε σιδηρουργία, σε καπνεργοστάσια. Γενιές ολόκληρες απ'ανθρώπους.



Στάθηκα με ενδιαφέρον σε ετούτη τη φωτογραφία. Σου διαβάζω τη λεζάντα: χτίστες από την Πυρσόγιαννη, την Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο) και τον Πύργο (Στράτσιανη) Ιωαννίνων, από τον Πεντάλοφο (Ζουπάνι) και το Βυθό (Ντόλο) Κοζάνης, από την Κύμη της Εύβοιας και από την Κάρπαθο, στα έργα σιδηροδρόμων στην Περσία, το 1935. Ναι, καλά άκουσες: στην Περσία! Μέχρις εκεί φθάσανε για το μεροκάματο.



Το Μουσείο μπορεί μεγάλο να μην είναι, καταφέρνει όμως να σε εμπλέξει με έναν τρόπο στην αφήγησή του. Δίνοντάς σου, παραδείγματα. Και αλληλεπιδρώντας με τη σκέψη σου.



Σκηνοθετεί παιχνίδια με τους συνειρμούς σου. Να, για παράδειγμα, σου αποκαλύπτει το επαγγελματικό παρελθόν κάποιων επιθέτων. Χρησιμοποιώντας γνωστούς καλλιτέχνες. Η Άννα Βαγενά ας πούμε, ψάχνει στο γενεαλογικό της δέντρο, τον βαρελά που της κληροδότησε το όνομα. Λίγο πιο δίπλα, ο Κώστας Βουτσάς αναπτύσσει μία αντίστοιχη διήγηση που καταλήγει στον παππού του που κατασκεύαζε βαρέλια στο χωριό Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης. Σε εκείνη την περιοχή τα βαρέλια τα λέγανε βουτσιά, εξού και το επίθετο.



Τελειώσαμε; Περίπου. Θα μου επιτρέψεις να σταθώ και σε κάτι τελευταίο. Στον πίνακα που αναρτούν οι επισκέπτες τις απόψεις και τα σχόλιά τους. Όπου μπορείς να διαβάσεις ανέλπιστες ιστορίες.



Για τον πατέρα που ήτανε επιπλοποιός, από τους παλιούς μάστορες.


Για τον προπάππου που ήτανε χτίστης και είχε πάει στην Περσία το 1935. Θε-μου, μπορεί να ήτανε κάποιος από αυτούς που ποζάρανε σε εκείνη τη φωτογραφία!


Και για τη Θεοδώρα και την Ιουλία από τη Λάρισσα, που ενθυμούνται τους γονείς τους να χρησιμοποιούν κάποια από  τα εργαλεία.


Εντύπωση μου έκαμαν και ετούτα τα συγχαρητήρια. Από τα μακρινά Πυρηναία (που είναι πανέμορφα, αν τυχόν βρεθείς προς τα εκεί, πάρε ένα αμάξι και σκαρφάλωσε στα μεσαιωνικά χωριά και στα υπέροχα δάση τους). Και μην το γελάς, το να αφήνει Γάλλος μήνυμα στα αγγλικά είναι ζούπερ σπάνιο. 


Με τούτα και με κείνα, έμεινα ένα μισαωράκι στο Μουσείο. Και έφυγα χαρούμενος και κερδισμένος από την επίσκεψή μου. Ναι, στο προτείνω άμα περάσεις κατά κει.
 
  • Blogroll

  • Blog Archive