ΕΝΩ Η ΤΡΟΪΚΑ ΠΙΕΖΕΙ, Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ «ΑΝΤΙΣΤΕΚΕΤΑΙ» ΠΡΟΣΠΑΘΩΝΤΑΣ ΝΑ ΦΤΑΣΕΙ ΩΣ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ
«Σωσίβιο» για να περάσει τον «κάβο» των ευρωεκλογών χωρίς πλειστηριασμούς αποτελεί για την κυβέρνηση το υφιστάμενο νομικό καθεστώς, που ισχύει για τη σχετική...
διαδικασία.
Αν και η τρόικα συνεχίζει να πιέζει για την άρση του μέτρου προστασίας της πρώτης κατοικίας, προτεραιότητα των δανειστών είναι η αλλαγή του νομικού πλαισίου και η κατάργηση της αντικειμενικής αξίας ως κριτηρίου πλειστηρίασης.
«Σωσίβιο» για να περάσει τον «κάβο» των ευρωεκλογών χωρίς πλειστηριασμούς αποτελεί για την κυβέρνηση το υφιστάμενο νομικό καθεστώς, που ισχύει για τη σχετική...
διαδικασία.
Αν και η τρόικα συνεχίζει να πιέζει για την άρση του μέτρου προστασίας της πρώτης κατοικίας, προτεραιότητα των δανειστών είναι η αλλαγή του νομικού πλαισίου και η κατάργηση της αντικειμενικής αξίας ως κριτηρίου πλειστηρίασης.
«Αγκάθι» η αντικειμενική
Η αντικειμενική αξία είναι το άλλο «μεγάλο αγκάθι» που έχουν βρει μπροστά τους οι της τρόικας.
Τραπεζική πηγή σημειώνει πως η... χαώδης απόκλιση της αντικειμενικής αξίας από την εμπορική και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι νομικές υπηρεσίες θα καθιστούσαν ανενεργή την άρση ακόμη και στην περίπτωση που η κυβέρνηση υποχρεωνόταν να κάνει εν τέλει πίσω. Αυτό γιατί, όπως σημειώνουν νομικοί κύκλοι, σύμφωνα με τα ισχύοντα, η τιμή πρώτης προσφοράς για την έναρξη του πλειστηριασμού ορίζεται στα 2/3 της εκτίμησης στην οποία προέβη ο δικαστικός επιμελητής κατά την κατάσχεση.
Ομως -και εδώ είναι το «σωσίβιο» για την ελληνική πλευρά- η τιμή της πρώτης προσφοράς δεν πρέπει να υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Αυτή είναι -βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας- και η τιμή εκκίνησης για την πώληση του ακινήτου. Για παράδειγμα, έστω πως φθάνει σε πλειστηρίαση μία κατοικία αντικειμενικής αξίας 500.000 ευρώ· πρώτη τιμή προσφοράς ορίζονται κατ' ελάχιστον οι 330.000 ευρώ, που θα πρέπει να αποτελέσουν το σημείο εκκίνησης. Μάλιστα, στην περίπτωση που κηρυχθεί άγονη η διαδικασία, ακολουθεί και δεύτερη με βασικό κριτήριο και πάλι την αντικειμενική αξία.
Εάν δεν τελεσφορήσει, που είναι σχεδόν βέβαιο, το επόμενο στάδιο προβλέπει τη δικαστική διαιτησία, που με τον αργό ρυθμό επιδίκασης μπορεί να χρειαστεί ένα-δύο χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει. Παράλληλα, η πλευρά του αιτούντος (λ.χ. το Δημόσιο ή τράπεζα κ.ά.) θα πρέπει να ζητήσει από τον αρμόδιο δικαστή τη διόρθωση της ελάχιστης τιμής.
Ομως, πρακτικά, με την καθίζηση της αγοράς ακινήτων θεωρείται αδύνατο η αντικειμενική αξία να πλησιάζει την εμπορική τιμή, πόσω δε μάλλον σε μία αγορά «νεκρή», αφού δεν γίνονται συναλλαγές. Οντως, η πραγματική αξία ενός ακινήτου είναι πάντα η εκάστοτε τιμή που δίνει η αγορά, επί της ουσίας είναι η μόνη που έχει αξία. Οπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων, το υπουργείο οφείλει να προσαρμόσει τον υπολογισμό των νέων αντικειμενικών αξιών στην πραγματικότητα της υπερπροσφοράς ακινήτων ώστε να αντανακλούν τις πραγματικές. Αλλωστε, για κάτι τέτοιο η Αθήνα έχει δεσμευτεί «μνημονιακά» από τον Ιούνιο του 2012.
Το νομικό καθεστώς... σώζει
Ολο αυτό το... δαιδαλώδες νομικό καθεστώς φαίνεται να βγάζει την κυβέρνηση από τη δύσκολη θέση, δηλαδή είτε να υποχρεωθεί να προχωρήσει σε σταδιακή-πιλοτική εφαρμογή του μέτρου των πλειστηριασμών (από την 1η Ιανουαρίου) είτε να βρεθεί αντιμέτωπη με εκποιήσεις πρώτης κατοικίας.
Αυτό ενδεχομένως να εξηγεί την ψυχραιμία με την οποία αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο «άρσης της προστασίας» οι τραπεζίτες, οι οποίοι το τελευταίο που θα ήθελαν είναι ένα μαζικό «ξεπούλημα», που θα επέφερε νέα πλήγματα στην «ημιθανή» αγορά ακινήτων. Είναι δε άξιον αναφοράς πως ούτε οι συστημικές τράπεζες ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος φέρεται να λαμβάνουν κάποια ειδική πρόνοια ώστε να χρειαστεί να ενισχυθούν οι προβλέψεις που γίνονται από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.