Η απόφαση του δικαστηρίου για την υπόθεση του φραουλοχώραφου της Μανωλάδας συμπυκνώνει νοσηρά αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτά προκύπτουν:
Μετά τα περσινά γεγονότα στη Μανωλάδα, ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης, κατά συνήθη πρακτική στην Ελλάδα – πλην όμως οριακά συμβατή με κράτος δικαίου – έδωσε παραγγελία στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές να υπαγάγουν τους ξένους εργάτες που δούλευαν εκεί
(θύματα των πυροβολισμών και μη) στην κατηγορία των θυμάτων trafficking προκειμένου να μπορέσουν να αποκτήσουν ένα νόμιμο τίτλο παραμονής στην Ελλάδα τουλάχιστον ως την εκδίκαση της υπόθεσής τους. Έτσι και έγινε. Όμως, από τη στιγμή που οι εργάτες αναγνωρίστηκαν ως θύματα εμπορίας ανθρώπων έπρεπε και κάποιος να διωχθεί για εμπορία και αυτός δεν ήταν άλλος από το αφεντικό της επιχείρησης. Το να θεωρήσει κανείς όμως την υπόθεση της Μανωλάδας υπόθεση trafficking δεν είναι νομικά αυτονόητο, καθώς δεν είναι προφανές το στοιχείο του ατομικού καταναγκασμού που είναι απαραίτητο για να στοιχειοθετηθεί αυτό το ιδιάζον έγκλημα. Κατόπιν αυτού, η αθώωση των κατηγορουμένων από την κατηγορία που ήταν και η μοναδική σοβαρή που αντιμετώπιζαν, κάθε άλλο παρά ως έκπληξη μπορεί να θεωρηθεί. Τώρα δε μένει παρά να τους απελάσουμε κιόλας. Με μια κουβέντα: «δουλεύετε σαν σκυλιά, δεν σας πληρώσανε, διαμαρτυρηθήκατε, σας πυροβόλησαν, αθωωθήκανε, σας διώχνουμε κιόλας. Καθαρές δουλειές»…
Το πιο αδιανόητο είναι το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν ακόμη και από την παράνομη απασχόληση αλλοδαπών. Όμως αν δεν είναι ούτε εμπορία, ούτε παράνομη απασχόληση αλλοδαπού αυτό, τι στην ευχή ναι είναι; Αν είναι σύννομο τότε να θεωρήσουμε ότι έτσι πρέπει να γίνεται. Και αυτό είναι το χειρότερο μήνυμα της απόφασης του δικαστηρίου.
Γιατί όμως η μοναδική σοβαρή κατηγορία που αντιμετώπισαν αυτοί οι άνθρωποι ήταν αυτή του trafficing; Το να σηκώνει κάποιος ένα όπλο και να ανοίγει πυρ σε ανθρώπους δεν είναι ιδιαζόντως εγκληματικό στην Ελλάδα σήμερα; Το να απασχολεί εκατοντάδες ανθρώπους ανασφάλιστους σε άθλιες συνθήκες υγιεινής και γενικά υπό όρους που παραβιάζουν σχεδόν το σύνολο αυτού που έχει απομείνει από την εργατική νομοθεσία στην Ελλάδα δεν είναι αδίκημα; Τι άραγε να συμβαίνει εδώ; Στη μεν πρώτη περίπτωση, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων φρόντισε έγκαιρα και άσκησε έφεση κατά του βουλεύματος με το οποίο οι κατηγορούμενοι διώκονταν για απόπειρα ανθρωποκτονίας και το κακούργημα αυτό μετατράπηκε στο πλημμέλημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Το (δεύτερο μετά τους πυροβολισμούς) έγκλημα είχε ήδη γίνει σε αυτό το σημείο. Εκεί δηλαδή που η ελληνική δικαιοσύνη θεώρησε ότι το να πυροβολείς ανθρώπους δεν είναι προσπάθεια να τους σκοτώσεις ή αδιαφορία ως προς το ενδεχόμενο αυτό, αλλά πλημμέλημα που τιμωρείται όπως ένα γερό, πιθανώς επικίνδυνο, σκαμπίλι στο κεφάλι ενός ανθρώπου. Επίσης, το κακό είχε γίνει εκεί που η ελληνική δικαιοσύνη θεώρησε ότι ο άνθρωπος στην επιχείρηση του οποίου συμβαίνει ένα τέτοιο περιστατικό από τους επιστάτες του είναι αμέτοχος. Σαν να επρόκειτο για προσωπικές διαφορές μεταξύ ισότιμων ανθρώπων και όχι για διατεταγμένη υπηρεσία ενός επιστάτη επί του εργαζομένου για λογαριασμό του αφεντικού. Από την απόφαση προκύπτει ότι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης ήταν παντελώς ανεύθυνος. Ούτε μια ηθική αυτουργία… Τέλος, για όλες τις παραβιάσεις του εργατικού δικαίου γιατί δεν υπάρχει καταλογισμός; Πού ήταν άραγε η Επιθεώρηση Εργασίας όταν ο κόσμος βοούσε για τις συνθήκες εργασίας στα φραουλοχώραφα πριν τους πυροβολισμούς; Θυμίζω ότι πάνε χρόνια που γνωρίζαμε για τον εργασιακό μεσαίωνα της Μανωλάδας, πολύ πριν τα περιστατικά. Η απάντηση είναι απλώς ότι η Επιθεώρηση Εργασίας δεν ήταν πουθενά διότι ολόκληρη η αλυσίδα καλλιέργειας και εμπορίας φράουλας στην Ελλάδα – όπως και στην Ισπανία – βασίζεται αποκλειστικά στη μαύρη εργασία αλλοδαπών χωρίς χαρτιά. Αυτό είναι γνωστό σε όλους. Τυχόν παραβίαση αυτής της κατάστασης από ένα ρυθμισμένο με κανόνες προστασίας εργαζομένων καθεστώς θα σήμανε την κατάρρευση αυτού του τόσο κερδοφόρου κλάδου, του οποίου η ανταγωνιστικότητά βασίζεται αποκλειστικά στο πλεονέκτημα της μαύρης εργασίας παρανόμων μεταναστών.
Αυτά λοιπόν συνέβησαν στη Μανωλάδα πριν την απόφαση και έτσι οδηγηθήκαμε στο προαναγγελθέν όνειδος του Μεικτού Ορκωτού της Πάτρας. Μια ηθελημένα «τυφλή» μεταναστευτική πολιτική που δεν προβλέπει ρεαλιστικούς και βιώσιμους τρόπους τακτοποίησης των χωρίς χαρτιά ανθρώπων που δουλεύουν στην Ελλάδα και αναγκάζεται να προσφεύγει σε μάλλον επισφαλείς νομικές ερμηνείες υποδεδειγμένες κατά παραγγελία της εκτελεστικής εξουσίας στη δικαστική. Μια εξόχως ταξική και ρατσιστική - μονόφθαλμη και όχι τυφλή βέβαια - δικαιοσύνη που βλέπει στους τυφλούς πυροβολισμούς σε φτωχούς ξένους εργάτες ένα απλό πλημμέλημα, διότι τα θύματα ήταν και φτωχά και ξένα: «όπου φτωχός κι η μοίρα του», δηλαδή. Ακόμη χειρότερα, ξένος φτωχός... Μια οικονομία που βρίσκει το συγκριτικό της πλεονέκτημα στη μαύρη και ανασφάλιστη αγορά εργασίας ανθρώπων χωρίς χαρτιά. Με άλλα λόγια, ο νεοφιλελεύθερος παράδεισος.
Αν αφήσουμε αυτήν την κατάσταση να εδραιωθεί, οι ερχόμενες «Μανωλάδες» δεν θα αφορούν πολίτες του Μπαγκλαντές ή του Πακιστάν.
Δεν το βλέπουμε;
tvxs.gr
Αυτά προκύπτουν:
Μετά τα περσινά γεγονότα στη Μανωλάδα, ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης, κατά συνήθη πρακτική στην Ελλάδα – πλην όμως οριακά συμβατή με κράτος δικαίου – έδωσε παραγγελία στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές να υπαγάγουν τους ξένους εργάτες που δούλευαν εκεί
(θύματα των πυροβολισμών και μη) στην κατηγορία των θυμάτων trafficking προκειμένου να μπορέσουν να αποκτήσουν ένα νόμιμο τίτλο παραμονής στην Ελλάδα τουλάχιστον ως την εκδίκαση της υπόθεσής τους. Έτσι και έγινε. Όμως, από τη στιγμή που οι εργάτες αναγνωρίστηκαν ως θύματα εμπορίας ανθρώπων έπρεπε και κάποιος να διωχθεί για εμπορία και αυτός δεν ήταν άλλος από το αφεντικό της επιχείρησης. Το να θεωρήσει κανείς όμως την υπόθεση της Μανωλάδας υπόθεση trafficking δεν είναι νομικά αυτονόητο, καθώς δεν είναι προφανές το στοιχείο του ατομικού καταναγκασμού που είναι απαραίτητο για να στοιχειοθετηθεί αυτό το ιδιάζον έγκλημα. Κατόπιν αυτού, η αθώωση των κατηγορουμένων από την κατηγορία που ήταν και η μοναδική σοβαρή που αντιμετώπιζαν, κάθε άλλο παρά ως έκπληξη μπορεί να θεωρηθεί. Τώρα δε μένει παρά να τους απελάσουμε κιόλας. Με μια κουβέντα: «δουλεύετε σαν σκυλιά, δεν σας πληρώσανε, διαμαρτυρηθήκατε, σας πυροβόλησαν, αθωωθήκανε, σας διώχνουμε κιόλας. Καθαρές δουλειές»…
Το πιο αδιανόητο είναι το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν ακόμη και από την παράνομη απασχόληση αλλοδαπών. Όμως αν δεν είναι ούτε εμπορία, ούτε παράνομη απασχόληση αλλοδαπού αυτό, τι στην ευχή ναι είναι; Αν είναι σύννομο τότε να θεωρήσουμε ότι έτσι πρέπει να γίνεται. Και αυτό είναι το χειρότερο μήνυμα της απόφασης του δικαστηρίου.
Γιατί όμως η μοναδική σοβαρή κατηγορία που αντιμετώπισαν αυτοί οι άνθρωποι ήταν αυτή του trafficing; Το να σηκώνει κάποιος ένα όπλο και να ανοίγει πυρ σε ανθρώπους δεν είναι ιδιαζόντως εγκληματικό στην Ελλάδα σήμερα; Το να απασχολεί εκατοντάδες ανθρώπους ανασφάλιστους σε άθλιες συνθήκες υγιεινής και γενικά υπό όρους που παραβιάζουν σχεδόν το σύνολο αυτού που έχει απομείνει από την εργατική νομοθεσία στην Ελλάδα δεν είναι αδίκημα; Τι άραγε να συμβαίνει εδώ; Στη μεν πρώτη περίπτωση, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων φρόντισε έγκαιρα και άσκησε έφεση κατά του βουλεύματος με το οποίο οι κατηγορούμενοι διώκονταν για απόπειρα ανθρωποκτονίας και το κακούργημα αυτό μετατράπηκε στο πλημμέλημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Το (δεύτερο μετά τους πυροβολισμούς) έγκλημα είχε ήδη γίνει σε αυτό το σημείο. Εκεί δηλαδή που η ελληνική δικαιοσύνη θεώρησε ότι το να πυροβολείς ανθρώπους δεν είναι προσπάθεια να τους σκοτώσεις ή αδιαφορία ως προς το ενδεχόμενο αυτό, αλλά πλημμέλημα που τιμωρείται όπως ένα γερό, πιθανώς επικίνδυνο, σκαμπίλι στο κεφάλι ενός ανθρώπου. Επίσης, το κακό είχε γίνει εκεί που η ελληνική δικαιοσύνη θεώρησε ότι ο άνθρωπος στην επιχείρηση του οποίου συμβαίνει ένα τέτοιο περιστατικό από τους επιστάτες του είναι αμέτοχος. Σαν να επρόκειτο για προσωπικές διαφορές μεταξύ ισότιμων ανθρώπων και όχι για διατεταγμένη υπηρεσία ενός επιστάτη επί του εργαζομένου για λογαριασμό του αφεντικού. Από την απόφαση προκύπτει ότι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης ήταν παντελώς ανεύθυνος. Ούτε μια ηθική αυτουργία… Τέλος, για όλες τις παραβιάσεις του εργατικού δικαίου γιατί δεν υπάρχει καταλογισμός; Πού ήταν άραγε η Επιθεώρηση Εργασίας όταν ο κόσμος βοούσε για τις συνθήκες εργασίας στα φραουλοχώραφα πριν τους πυροβολισμούς; Θυμίζω ότι πάνε χρόνια που γνωρίζαμε για τον εργασιακό μεσαίωνα της Μανωλάδας, πολύ πριν τα περιστατικά. Η απάντηση είναι απλώς ότι η Επιθεώρηση Εργασίας δεν ήταν πουθενά διότι ολόκληρη η αλυσίδα καλλιέργειας και εμπορίας φράουλας στην Ελλάδα – όπως και στην Ισπανία – βασίζεται αποκλειστικά στη μαύρη εργασία αλλοδαπών χωρίς χαρτιά. Αυτό είναι γνωστό σε όλους. Τυχόν παραβίαση αυτής της κατάστασης από ένα ρυθμισμένο με κανόνες προστασίας εργαζομένων καθεστώς θα σήμανε την κατάρρευση αυτού του τόσο κερδοφόρου κλάδου, του οποίου η ανταγωνιστικότητά βασίζεται αποκλειστικά στο πλεονέκτημα της μαύρης εργασίας παρανόμων μεταναστών.
Αυτά λοιπόν συνέβησαν στη Μανωλάδα πριν την απόφαση και έτσι οδηγηθήκαμε στο προαναγγελθέν όνειδος του Μεικτού Ορκωτού της Πάτρας. Μια ηθελημένα «τυφλή» μεταναστευτική πολιτική που δεν προβλέπει ρεαλιστικούς και βιώσιμους τρόπους τακτοποίησης των χωρίς χαρτιά ανθρώπων που δουλεύουν στην Ελλάδα και αναγκάζεται να προσφεύγει σε μάλλον επισφαλείς νομικές ερμηνείες υποδεδειγμένες κατά παραγγελία της εκτελεστικής εξουσίας στη δικαστική. Μια εξόχως ταξική και ρατσιστική - μονόφθαλμη και όχι τυφλή βέβαια - δικαιοσύνη που βλέπει στους τυφλούς πυροβολισμούς σε φτωχούς ξένους εργάτες ένα απλό πλημμέλημα, διότι τα θύματα ήταν και φτωχά και ξένα: «όπου φτωχός κι η μοίρα του», δηλαδή. Ακόμη χειρότερα, ξένος φτωχός... Μια οικονομία που βρίσκει το συγκριτικό της πλεονέκτημα στη μαύρη και ανασφάλιστη αγορά εργασίας ανθρώπων χωρίς χαρτιά. Με άλλα λόγια, ο νεοφιλελεύθερος παράδεισος.
Αν αφήσουμε αυτήν την κατάσταση να εδραιωθεί, οι ερχόμενες «Μανωλάδες» δεν θα αφορούν πολίτες του Μπαγκλαντές ή του Πακιστάν.
Δεν το βλέπουμε;
tvxs.gr