– Στις 6 Σεπτεμβρίου 2011 η διυπουργική επιτροπή αναδιαρθρώσεων και αποκρατικοποιήσεων, με την υπ΄αριθμόν 186 απόφασή της, μεταβίβασε στο ΤΑΙΠΕΔ 28 ακίνητα του δημοσίου -κτήρια και εγκαταστάσεις που ανήκαν στα υπουργεία Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Υγείας, Παιδείας, Πολιτισμού, σε ΔΟΥ, καθώς και στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, τη ΓΑΔΑ και την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Ο σκοπός, περίπου ιερός: η αύξηση των εσόδων για τη μείωση του χρέους (νόμος 3985/2011).
– Στη συνέχεια, οι θιασώτες της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, (πάντα με κρατικά λεφτά), έκριναν σκόπιμο να αξιοποιήσουν τα ακίνητα αυτά με τη μέθοδο sale and lease back, δηλαδή πώληση σε ιδιώτη και επαναμίσθωση των ίδιων ακριβώς κτηριακών εγκαταστάσεων από το δημόσιο. Πράγματι, τα 28 ακίνητα διαχωρίστηκαν σε δύο χαρτοφυλάκια (14 το καθένα), ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ δρομολόγησε, με απόφασή του, διαγωνισμό για την αξιοποίησή τους.
– Η πρώτη φάση του διαγωνισμού ολοκληρώθηκε στις 16 Μαΐου 2013. Με την ένδειξη του προεπιλεγμένου, βρέθηκαν οκτώ υποψήφιοι. Ωστόσο, στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού, (11 Οκτωβρίου 2013), υπέβαλαν δεσμευτική πρόταση μόνο τρεις υποψήφιοι: Η Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ για το χαρτοφυλάκιο Α, η Eurobank Properties ΑΕΕΑΠ για το χαρτοφυλάκιο B και η Dolphin Capital REIT Ltd και για τα δύο χαρτοφυλάκια.
– Στις 18 Οκτωβρίου 2013 το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ απέρριψε την προσφορά της Dolphin Capital REIT Ltd και ανακήρυξε ως τελικούς επενδυτές την εταιρεία Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ (για το χαρτοφυλάκιο Α) και την Eurobank Properties ΑΕΕΑΠ (για το χαρτοφυλάκιο Β). Για το πρώτο «πακέτο» ακινήτων η θυγατρική εταιρεία της Εθνικής Τράπεζας δεσμεύθηκε να καταβάλει το ποσό των 115,5 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ για το δεύτερο «πακέτο» η θυγατρική εταιρεία της Eurobank το ποσό των 145,8 εκατομμυρίων ευρώ. Η απόφαση του ΤΑΙΠΕΔ κατοχυρώθηκε στη βάση σύμφωνης γνώμης ανεξάρτητου εκτιμητή για τη συνολική αξία των ακινήτων, καθώς και ομόφωνης θετικής γνωμοδότησης του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων. Το έργο των τελευταίων είναι ο έλεγχος των συμβάσεων και κατά πόσο αυτές είναι επωφελείς και συμφέρουσες για το δημόσιο…
– Σε όλα τα διαγωνιστικά στάδια, χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ, για την ολοκλήρωση του deal, ήταν οι εταιρείες NBG Securities SA και Eurobank Equities Investment Firm. Η πρώτη, συνδέεται με τον όμιλο της Εθνικής Τράπεζας και την Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ, ενώ η δεύτερη με τον όμιλο της Eurobank και, φυσικά, με την Eurobank Properties ΑΕΕΑΠ. Δηλαδή, οι σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ ανήκαν στην ίδιες ομάδες με τους πλειοδότες επενδυτές…
– Όπως προβλέπουν οι συμβάσεις, οι εταιρείες που κέρδισαν τον διαγωνισμό μπορούν να νοικιάσουν για 20 χρόνια στο δημόσιο τα κτήρια, τα οποία μόλις απέκτησαν από αυτό, λαμβάνοντας ετήσιο μίσθωμα το 1/10 περίπου της αξίας των ακινήτων. Για το πρώτο χαρτοφυλάκιο, τα ενοίκια που πρέπει να καταβάλλει το δημόσιο στην Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ ανέρχεται στα 11,5 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, ενώ για το δεύτερο χαρτοφυλάκιο οι ετήσιες υποχρεώσεις του δημοσίου προς την Eurobank Properties ΑΕΕΑΠ υπολογίζονται στα 14,5 εκατομμύρια ευρώ. Όλα αυτά, συντελούνται ηθικά και νόμιμα, καθώς κατοχυρώνονται από διατάξεις των νόμων 3581/2007 και 3986/2011.
– Στις σχετικές συμβάσεις ενοικίασης αναφέρεται πως αν, για οποιονδήποτε λόγο, το δημόσιο επιβάλει αναγκαστική μείωση των καταβληθέντων ενοικίων, οι ιδιοκτήτες (δηλαδή οι θυγατρικές της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank) έχουν το δικαίωμα να αυξήσουν τα μισθώματα, ώστε να βάλουν τελικά στην «τσέπη» τα ποσά που έχουν αρχικώς συμφωνηθεί. Ο ενοικιαστής (δηλαδή το δημόσιο) δεν έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση, ενώ ο ιδιοκτήτης -μέσα από «παραθυράκια» των νόμων- μπορεί να αξιώσει έως και αποζημίωση από το δημόσιο.
– Οι συμβάσεις sale and lease back υποβλήθηκαν στο Ελεγκτικό Συνέδριο για προσυμβατικό έλεγχο. Το Ζ” κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την υπ΄ αριθμόν 275/2013 πράξη, έκρινε ότι η υπογραφή των παραπάνω συμβάσεων κωλύεται διότι, «η συμμετοχή στην όλη διαγωνιστική διαδικασία ως χρηματοοικονομικών συμβούλων εταιρειών που ελέγχονται από τους ίδιους ομίλους, στους οποίους ανήκουν οι τελικά επιλεγέντες επενδυτές, υπονομεύει τις αρχές της αμεροληψίας και της διαφάνειας, πράγμα το οποίο δεν αναιρείται από το γεγονός ότι παραδεκτή οικονομική προσφορά υπέβαλαν τελικά μόνο οι εν λόγω επενδυτές».
– Επίσης, κρίθηκε ότι η γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων -και συνακόλουθα η απόφαση του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ- δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένες ως προς την επωφέλεια της συναλλαγής για το ελληνικό δημόσιο, γιατί η αιτιολογία τους περιορίζεται στη διαβεβαίωση ότι τα ακίνητα πωλούνται σε τιμή της αγοραίας αξίας τους, ενώ «η σύμβαση είναι σύνθετη και περιλαμβάνει εκτός της μεταβίβασης της κυριότητας των ακινήτων και τη δημιουργία μακροχρόνιων υποχρεώσεων σε βάρος του Δημοσίου λόγω της μίσθωσης των ακινήτων με συνέπεια την υποχρέωση καταβολής μισθωμάτων, εξόδων συντήρησης κλπ». Κατά συνέπεια, η συναλλαγή αποτελεί ειδική μορφή δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από ιδιώτες, όπου το τίμημα της πώλησης είναι το κεφάλαιο του δανείου, ενώ τα καταβαλλόμενα μισθώματα αποτελούν ένα είδος τοκοχρεολυσίων. Η εκτίμηση των στοιχείων αυτών δεν πραγματοποιήθηκε ούτε από το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων ούτε από το Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ.
– Στη συνέχεια, όμως, το ΣΤ΄ τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου -μετά από αίτηση του ΤΑΙΠΕΔ- ανακάλεσε την απόφαση του Ζ΄ κλιμακίου και εξέδωσε νέα (αριθμός απόφασης 1204/2014), με την οποία έκρινε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή των συγκεκριμένων συμβάσεων. Το ΣΤ΄ τμήμα έκρινε ότι εσφαλμένα το Ζ΄ κλιμάκιο προέβη σε έλεγχο σκοπιμότητας των συμβάσεων και σε έλεγχο της ορθότητας των κρίσεων του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων, καθώς υπερέβη τις αρμοδιότητές του.
Η υπόθεση της αξιοποίησης των 28 ακινήτων του δημοσίου, μέσω ΤΑΙΠΕΔ, καταγγέλθηκε από ομάδα πολιτών τον Δεκέμβριο του 2013. Σε εξώδικη πρόσκλησή τους χαρακτηρίζουν «σκανδαλώδεις» τις συμβάσεις γιατί όπως υποστηρίζουν:
«Τα ακίνητα αυτά είναι εκτός συναλλαγής, βάσει Συντάγματος, είναι ιδιόχρηστα, αμεταβίβαστα, ανήκουν στη δημόσια κτήση και όχι στην ιδιωτική περιουσία του κράτους. Επομένως, η πώλησή τους είναι παράνομη και αντισυνταγματική».
«Οι οικονομικοί όροι είναι εξαιρετικά ασύμφοροι για το ελληνικό δημόσιο, το οποίο λαμβάνει 261.310.000€, που αυτομάτως πηγαίνουν στην αποπληρωμή του χρέους και, ταυτόχρονα, υποχρεούται να καταβάλλει, επί 20 χρόνια, περίπου 30.000.000€ το χρόνο για τη μίσθωση των ακινήτων. Δηλαδή, συνολικά θα καταβάλλει 600.000.000€ χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι προσαυξήσεις που ορίζει ο ευρωπαϊκός δείκτης καταναλωτή. Στην πραγματικότητα, το ετήσιο κόστος που θα καταβάλλει το δημόσιο θα είναι αρκετά υψηλότερο από τα ενοίκια, καθώς θα επιβαρύνεται επιπλέον για την επόμενη εικοσαετία με την ετήσια ασφάλιση των συνολικά 270.460 τ.μ. των 28 κτιρίων όσο και με την τακτική συντήρησή τους, ενώ οι νέοι ιδιοκτήτες μόνο με την έκτακτη βαριά συντήρηση».
Σημειώνεται ότι τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης έχουν ζητήσει τρεις γνωστοί δικηγόροι, με μηνυτήρια αναφορά τους προς την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Το altsantiri.gr δημοσιεύει τα επίμαχα μισθωτήρια. Oλα τα συμβόλαια με ημερομηνία 12-5-2014 και αγοραστή-εκμισθωτή την Eurobank είναι της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Μ. Στο χαρτοφυλάκιο αυτό δεν προσδιορίζεται η τιμή κτήσης κάθε ακινήτου χωριστά, αλλά αναφέρεται ως ενιαία συνολική τιμή το ποσό των 145.810.000,00€.
Αντίθετα, στα συμβόλαια με ημερομηνία 23-5-2014 και αγοραστή-εκμισθωτή την ΠΑΝΓΑΙΑ προσδιορίζονται για κάθε ακίνητο η αντικειμενική τιμή, αλλά και η αντίστοιχη τιμή κτήσης . Τα συμβόλαια αυτού του χαρτοφυλακίου καταρτίστηκαν από τη συμβολαιογράφο Αθηνών Μ.Π.