Σε μια απρόσμενη κίνηση προχώρησαν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα απορρίπτοντας την προσφορά της φαρμακοβιομηχανίας Pfizer για ένα εκατομμύριο δωρεάν εμβόλια κατά της πνευμονίας (PCV). Πρόκειται για μια απόφαση που προκαλεί έκπληξη, ωστόσο υπάρχει εξήγηση, την οποία και παρουσιάζει ο...
εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης Τζέισον Κόουν.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η απόφαση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα μοιάζει παράλογη. Όμως είναι; «Λάβαμε πρόσφατα μια ομολογουμένως δύσκολη απόφαση να απορρίψουμε την προσφορά της Pfizer για δωρεά ενός σημαντικού αριθμού εμβόλιων για την πνευμονία. Δεν πρόκειται για μια απόφαση που πήραμε ελαφρά τη καρδία», σημειώνει ο εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης Τζέισον Κόουν, υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για μια από τις πιο θανατηφόρες ασθένειες για τα παιδιά. Όπως εξηγεί σε κείμενό του που αναρτήθηκε στη σελίδα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, παρά το γεγονός ότι υπάρχει εμβόλιο για την πρόληψη αυτής της ασθένειας, αυτό είναι πάρα πολύ ακριβό για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Οι μοναδικοί παραγωγοί του εμβολίου είναι η Pfizer και η GlaxoSmithKline (GSK), οι οποίοι κρατούν σε υψηλά επίπεδα την τιμή του εμβολίου, σημειώνει, προσθέτοντας πως οι δύο εταιρείες από το 2009 έχουν κερδίσει μόνο από αυτό το εμβόλιο 36 δισεκατομμύρια δολάρια. «Για χρόνια προσπαθούμε να πείσουμε τις εταιρείες να μειώσουν την τιμή του εμβολίου, αλλά αντ’ αυτού μας κάνουν δωρεές. Ίσως λοιπόν να αναρωτιέστε γιατί προτιμούμε να πληρώσουμε σε χαμηλότερη τιμή το εμβόλιο από το να το πάρουμε δωρεάν. Δεν είναι καλύτερη η δωρεά;», γράφει και απαντάει: «Όχι. Η δωρεά δεν είναι σε κάθε περίπτωση καλύτερη».
Γιατί «όχι» στις δωρεές;
«Οι δωρεές συχνά περιλαμβάνουν πολυάριθμες προϋποθέσεις και δεσμεύσεις, μεταξύ των οποίων και περιορισμούς για τους πληθυσμούς των ασθενών και τις γεωγραφικές περιοχές που θα χορηγηθεί το εμβόλιο. Αυτό θα μπορούσε να καθυστερήσει την έναρξη μιας εκστρατείας εμβολιασμών γεγονός, που θα ήταν απαράδεκτο σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Παράλληλα οι δωρεές υπονομεύουν μακροπρόθεσμα τις προσπάθειες για αύξηση της πρόσβασης σε προσιτά εμβόλια και φάρμακα. Αφαιρούν τα κίνητρα για τους νέους κατασκευαστές ώστε αυτοί να εισέλθουν σε μια αγορά. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών ώστε να μειωθούν οι τιμές των εμβολίων και των φαρμάκων κάτι που δεν συμβαίνει για το εμβόλιο της πνευμονίας.
Επίσης οι δωρεές χρησιμοποιούνται συχνά ως πρόσχημα για διατήρηση των υψηλών τιμών. Οι φαρμακευτικές εταιρείες χρησιμοποιούν ως δικαιολογία τις δωρεές για να συνεχίζουν την πώληση στους υπόλοιπους σε υψηλή τιμή, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρωπιστικών οργανώσεων αλλά και των αναπτυσσόμενων χωρών. Ένα ακόμη ζήτημα είναι πως οι δωρεές σταματούν τόσο ξαφνικά, όπως γίνονται. Ο δότης έχει τον απόλυτο έλεγχο για το που και το πότε θα δωρίσει το προϊόν του, διακόπτοντας προγράμματα όταν κρίνει πως αυτά δεν είναι πλέον προς όφελός του. Για παράδειγμα η Ουγκάντα βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια πανεθνική έλλειψη σε Diflucan, παρά την αρχική δέσμευση της Pfizer για συνέχιση της δωρεάς του συγκεκριμένου φαρμάκου στην κυβέρνηση. Υπάρχουν και άλλα παρόμοια παραδείγματα με προγράμματα δωρεών που σταμάτησαν απότομα, εγκαταλείποντας χώρες και ασθενείς στη μοίρα τους».
Σημειώνεται πως συστάσεις για περιορισμό της εξάρτησης από τις δωρεές έχουν γίνει και από τον Παγκόσμιου Οργανισμό Υγείας και από άλλες κορυφαίους παγκόσμιους οργανισμούς, όπως για παράδειγμα από τη UNICEF και τη Gavi. Συμπερασματικά ο Τζέισον Κόουν τονίζει πως η δωρεά φαρμάκων και εμβολίων, μπορεί να φαίνεται ως μια «καλή» και «γρήγορη λύση», ωστόσο δεν είναι η απάντηση στις ολοένα και υψηλότερες τιμές εμβολίων που χρεώνουν οι πολυεθνικές φαρμακευτικές βιομηχανίες όπως η Pfizer Κα η GSK.
«Σίγουρα υπάρχουν φορές που η πραγματικότητα απαιτεί και βραχυπρόθεσμες λύσεις. Τέτοια ήταν η περίπτωση του 2014, όταν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα συμφώνησαν να αποδεχθούν για πρώτη φορά μια δωρεά από την Pfizer και την GSK εμβολίων κατά της πνευμονίας. Πρόκειται για μια εξαίρεση στην εν γενεί στάση μας για το θέμα των δωρεών, η οποία έγινε ώστε τα παιδιά να εμβολιαστούν. Ωστόσο στο πλαίσιο της συμφωνίας μας λάβαμε διαβεβαιώσεις από τις δύο εταιρείες πως θα εργαστούν για μια μακροπρόθεσμη λύση», αναφέρει ο Κόουν και συνεχίζει:
«Μόλις τον περασμένο μήνα, μετά από χρόνια διαπραγματεύσεων και μακρόχρονης εκστρατείας από μέρους μας, η GSK ανακοίνωσε πως θα προσφέρει το εμβόλιο της πνευμονίας στις ανθρωπιστικές οργανώσεις σε χαμηλότερη τιμή και ειδικότερα έναντι 3,05 δολαρίων ανά δόση ή 9,15 δολαρίων ανά παιδί (σημ: χρειάζονται τρεις δόσεις). Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της βιώσιμης λύσης για τις ανθρωπιστικές οργανώσεις και τα παιδιά που μαστίζονται από την ασθένεια. Αντίθετα η Pfizer δεν έχει προχωρήσει ακόμη σε αλλαγή της τιμολογιακής της πολιτικής. Αν αποδεχόμασταν τη δωρεά της Pfizer δεν θα προσφέραμε τίποτα στα εκατομμύρια παιδιά που ζουν σε χώρες, όπου ούτε οι κυβερνήσεις ούτε οι οικογένειες μπορούν να αντέξουν οικονομικά τα ακριβά εμβόλια».
«Δεν δεχόμαστε να ζούμε σε έναν κόσμο όπου ένα εμβόλιο για την προστασία των παιδιών από τη πνευμονία αποτελεί πολυτέλεια, ενώ οι ζωές πολλών νέων ανθρώπων βρίσκονται σε κίνδυνο. Δεν πιστεύουμε πως το έργο μας, το έργο όλων των ανθρωπιστικών οργανώσεων ή των κυβερνήσεων, για ιατρική φροντίδα θα πρέπει να είναι στο έλεος του εθελοντισμού, στην “καλή θέληση” των φαρμακευτικών εταιρειών. Η Pfizer θα πρέπει να μειώσει τη τιμή του εμβολίου. Μόνο τότε θα έχουμε κάνει ένα ουσιαστικό βήμα για τη σωτηρία των παιδιών, για το παρόν αλλά και το μέλλον