Το μικρό ιταλικό χωριό που αναγεννήθηκε μετά την άφιξη εκατοντάδων μεταναστών. Εκεί που η ουτοπία συναντά το ρεαλισμό.
Τον Ιούλιο του 1998, 200 Κούρδοι μετανάστες ξεβράζονται στο Ριάτσε, ένα μικρό χωριό της Καλαβρίας, που σταδιακά είχε βυθιστεί στην παρακμή: «Ο κόσμος έφευγε, το σχολείο είχε κλείσει, υπήρχε αυξανόμενο έλλειμμα βασικών υπηρεσιών.
Είχαμε αρχίσει να αναρωτιόμαστε αν είχε πλέον νόημα να κάνουμε ...
σχέδια επί χάρτου για να συντηρούμε ένα χωριό, το οποίο ολοένα και ερήμωνε», δήλωνε ο Ντομένικο Λουκάνο, πρώην δάσκαλος και δήμαρχος πλέον του Ριάτσε.
Αντί να τους στοιβάξει σε κέντρα κράτησης, η τοπική κοινωνία με τις προτροπές του Ντ. Λουκάνο αποφασίζει να τους παραχωρήσει εγκαταλελειμμένα σπίτια του χωριού, με τους μετανάστες να μετέχουν στις εργασίες ανακατασκευής τους, αναμένοντας την εξέταση των αιτήσεών τους για άσυλο.
«Οι καινούργιες αφίξεις έφεραν νέες ελπίδες»
Η τοπική κυβέρνηση της Καλαβρίας αποφασίζει να χρηματοδοτήσει τις προσπάθειες του δημάρχου, ΜΚΟ και ακτιβιστές συνεισφέρουν, μετανάστες και κάτοικοι του χωριού αντιλαμβάνονται πως η συμβίωση τους μπορεί να είναι πραγματικά ευεργετική τόσο για το μικρό χώριο, όσο και για τους ίδιους.
Οι άντρες δουλεύουν στην οικοδομή, οι γυναίκες ασχολούνται με τη ραπτική και τη χειροτεχνία, δημιουργούνται δουλειές για τους άνεργους του χωριού, αλλά και των γύρω χωριών, ανακαινίζονται σπίτια του 17ου αιώνα, τα οποία και νοικιάζονται σε τουρίστες, ανοίγουν ταβέρνες με κουρδική κουζίνα, οργανώνονται αποτελεσματικές ομάδες δασοπροστασίας, το σχολείο γεμίζει και πάλι παιδιά.
Οι πρώτοι Κούρδοι μπορεί να εγκατέλειψαν αργότερα το χωριό, έσωσαν όμως το Ριάτσε, όπως τους έσωσε και αυτό. Στη θέση τους ήρθαν μετανάστες από την Ερυθραία, την Παλαιστίνη, το Αφγανιστάν, τη Σομαλία, το Ιράκ κ.ά.
Σήμερα η δασκάλα του χωριού, Αννα Νιτσιφόρο, υπερηφανεύεται ότι διδάσκει μαθητές και μαθήτριες οχτώ εθνικοτήτων. Στο σχολείο «η ενσωμάτωση γίνεται αυθόρμητα. Τα παιδιά των αλλοδαπών είναι έξυπνα, μαθαίνουν πιο γρήγορα από τα Ιταλάκια» ομολογεί η Νιτσιφόρο. Στο Ριάτσε μένουν μόνιμα περίπου 180 πρόσφυγες, ενώ καταφύγιο έχει προσφερθεί και σε ορισμένους απ’ τους 155 επιζώντες του ναυαγίου της Λαμπεντούζα.
Ο δήμαρχος και η Μαφία
«Ένας άνθρωπος είναι άνθρωπος, με νόμιμα χαρτιά ή όχι. Οι πιο φτωχοί κι απ’ τους φτωχούς θα σώσουν το Ριάτσε, και σε αντάλλαγμα θα σωθούν κι οι ίδιοι απ’ αυτό». Αυτό ήταν το σύνθημα με το οποίο εκλέχτηκε ο Ντ. Λουκάνο δήμαρχος το 2004 και ξανά το 2009, ενώ το 2010 ανακηρύσσεται τρίτος καλύτερος δήμαρχος στον κόσμο από το City Mayors Foundation.
Η επιρροή και η δημοφιλία του δημάρχου, ωστόσο, δεν άργησε να ενοχλήσει την τοπική μαφία, γνωστή ως Ντραγκέτα, που εκμεταλλευόταν τους μετανάστες που έφταναν στην περιοχή.
Το 2009 σημειώνεται απόπειρα δολοφονίας του, από την οποία γλυτώνει την τελευταία στιγμή. Περιέργως, δηλητηριάζονται και δύο από τα σκυλιά του.
Κομισιόν: Οι μετανάστες αποτελούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και πηγή δυναμισμού για τις ευρωπαϊκές οικονομίες
«Πρέπει να αρθούν τα εμπόδια στην πρόσβαση των μεταναστών στην απασχόληση.
Ενισχύουν με εισφορές και φόρους ασφαλιστικά και κρατικά ταμεία. Δεν καλύπτουν απλά θέσεις εργασίας, τις δημιουργούν»
Περισσότερα για το Ριάτσε στα ρεπορτάζ των Guardian, AFP, FT.
Με αφορμή το εγχείρημα του μικρού ιταλικού χωριου, ο Βιμ Βέντερς γύρισε την τριαντάλεπτη ταινία «Πτήση» (Il Volo), στην οποία συμμετέχουν κάτοικοι του Ριάτσε, ντόπιοι και μετανάστες.
Τον Ιούλιο του 1998, 200 Κούρδοι μετανάστες ξεβράζονται στο Ριάτσε, ένα μικρό χωριό της Καλαβρίας, που σταδιακά είχε βυθιστεί στην παρακμή: «Ο κόσμος έφευγε, το σχολείο είχε κλείσει, υπήρχε αυξανόμενο έλλειμμα βασικών υπηρεσιών.
Είχαμε αρχίσει να αναρωτιόμαστε αν είχε πλέον νόημα να κάνουμε ...
σχέδια επί χάρτου για να συντηρούμε ένα χωριό, το οποίο ολοένα και ερήμωνε», δήλωνε ο Ντομένικο Λουκάνο, πρώην δάσκαλος και δήμαρχος πλέον του Ριάτσε.
Αντί να τους στοιβάξει σε κέντρα κράτησης, η τοπική κοινωνία με τις προτροπές του Ντ. Λουκάνο αποφασίζει να τους παραχωρήσει εγκαταλελειμμένα σπίτια του χωριού, με τους μετανάστες να μετέχουν στις εργασίες ανακατασκευής τους, αναμένοντας την εξέταση των αιτήσεών τους για άσυλο.
«Οι καινούργιες αφίξεις έφεραν νέες ελπίδες»
Η τοπική κυβέρνηση της Καλαβρίας αποφασίζει να χρηματοδοτήσει τις προσπάθειες του δημάρχου, ΜΚΟ και ακτιβιστές συνεισφέρουν, μετανάστες και κάτοικοι του χωριού αντιλαμβάνονται πως η συμβίωση τους μπορεί να είναι πραγματικά ευεργετική τόσο για το μικρό χώριο, όσο και για τους ίδιους.
Οι άντρες δουλεύουν στην οικοδομή, οι γυναίκες ασχολούνται με τη ραπτική και τη χειροτεχνία, δημιουργούνται δουλειές για τους άνεργους του χωριού, αλλά και των γύρω χωριών, ανακαινίζονται σπίτια του 17ου αιώνα, τα οποία και νοικιάζονται σε τουρίστες, ανοίγουν ταβέρνες με κουρδική κουζίνα, οργανώνονται αποτελεσματικές ομάδες δασοπροστασίας, το σχολείο γεμίζει και πάλι παιδιά.
Οι πρώτοι Κούρδοι μπορεί να εγκατέλειψαν αργότερα το χωριό, έσωσαν όμως το Ριάτσε, όπως τους έσωσε και αυτό. Στη θέση τους ήρθαν μετανάστες από την Ερυθραία, την Παλαιστίνη, το Αφγανιστάν, τη Σομαλία, το Ιράκ κ.ά.
Σήμερα η δασκάλα του χωριού, Αννα Νιτσιφόρο, υπερηφανεύεται ότι διδάσκει μαθητές και μαθήτριες οχτώ εθνικοτήτων. Στο σχολείο «η ενσωμάτωση γίνεται αυθόρμητα. Τα παιδιά των αλλοδαπών είναι έξυπνα, μαθαίνουν πιο γρήγορα από τα Ιταλάκια» ομολογεί η Νιτσιφόρο. Στο Ριάτσε μένουν μόνιμα περίπου 180 πρόσφυγες, ενώ καταφύγιο έχει προσφερθεί και σε ορισμένους απ’ τους 155 επιζώντες του ναυαγίου της Λαμπεντούζα.
Ο δήμαρχος και η Μαφία
«Ένας άνθρωπος είναι άνθρωπος, με νόμιμα χαρτιά ή όχι. Οι πιο φτωχοί κι απ’ τους φτωχούς θα σώσουν το Ριάτσε, και σε αντάλλαγμα θα σωθούν κι οι ίδιοι απ’ αυτό». Αυτό ήταν το σύνθημα με το οποίο εκλέχτηκε ο Ντ. Λουκάνο δήμαρχος το 2004 και ξανά το 2009, ενώ το 2010 ανακηρύσσεται τρίτος καλύτερος δήμαρχος στον κόσμο από το City Mayors Foundation.
Η επιρροή και η δημοφιλία του δημάρχου, ωστόσο, δεν άργησε να ενοχλήσει την τοπική μαφία, γνωστή ως Ντραγκέτα, που εκμεταλλευόταν τους μετανάστες που έφταναν στην περιοχή.
Το 2009 σημειώνεται απόπειρα δολοφονίας του, από την οποία γλυτώνει την τελευταία στιγμή. Περιέργως, δηλητηριάζονται και δύο από τα σκυλιά του.
Κομισιόν: Οι μετανάστες αποτελούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και πηγή δυναμισμού για τις ευρωπαϊκές οικονομίες
«Πρέπει να αρθούν τα εμπόδια στην πρόσβαση των μεταναστών στην απασχόληση.
Ενισχύουν με εισφορές και φόρους ασφαλιστικά και κρατικά ταμεία. Δεν καλύπτουν απλά θέσεις εργασίας, τις δημιουργούν»
Περισσότερα για το Ριάτσε στα ρεπορτάζ των Guardian, AFP, FT.
Με αφορμή το εγχείρημα του μικρού ιταλικού χωριου, ο Βιμ Βέντερς γύρισε την τριαντάλεπτη ταινία «Πτήση» (Il Volo), στην οποία συμμετέχουν κάτοικοι του Ριάτσε, ντόπιοι και μετανάστες.