Φορούσε μαύρο κοστούμι και άσπρο πουκάμισο. Ηταν ντυμένος λες και πήγαινε σε γιορτή. Γύρω στις 5 το πρωί, πριν ακόμα ξημερώσει, κατεβαίνει από το αυτοκίνητο. Ο τόπος που είχε επιλεγεί ήταν η Αγία Μαρίνα, στο Δαφνί. Περνώντας δίπλα από τους...
δημοσιογράφους, δεμένος ακόμα με τις χειροπέδες, κοντοστέκεται. Τους χαιρετά.
«Γεια σας παιδιά. Μπράβο, όλο νιάτα βλέπω μπροστά μου. Σας εύχομαι καλή σταδιοδρομία, να ‘στε πάντα καλά. Βλέπετε εγώ σε λίγο φεύγω με ψεύτικες και άδικες κατηγορίες. Το Κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει».
Λίγες ώρες αργότερα, οι εφημερίδες φέρνουν στην Αθήνα την είδηση: «Εξετελέσθη ζητωκραυγάζων υπέρ του ΚΚΕ, αντιμετώπισε με απόλυτον ψυχραιμίαν τας σφαίρας του αποσπάσματος (…) δεν εδέχθη ούτε να κοινωνήση, ούτε να του δέσουν τους οφθαλμούς του»…
Ηταν 14 Αυγούστου 1954. Πριν από ακριβώς 60*χρόνια. Ο Νίκος Πλουμπίδης, ο φλογερός επαναστάτης, ο αλύγιστος κομμουνιστής, ο «κόκκινος δάσκαλος», ο διανοούμενος του λόγου και της πράξης, πέφτει νεκρός. Δολοφονημένος από το εκτελεστικό απόσπασμα της αμερικανοκρατίας και της ντόπιας πλουτοκρατίας.
Πλουμπίδης: Ο λαϊκός ηγέτης
Ο Ν. Πλουμπίδης γεννήθηκε στα Λαγκάδια της Αρκαδίας στις 31 Δεκέμβρη 1902. Καταγόταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Μετά από πολλές στερήσεις παίρνει το δίπλωμά του από το διδασκαλείο του Πύργου και το 1924 διορίζεται δάσκαλος στο χωριό Μηλέα της Ελασσόνας. Ξεκινάει η συνδικαλιστική του δράση μέσα από τις γραμμές της Δασκαλικής Ομοσπονδίας που αγωνίζεται για αύξηση των μισθών των δασκάλων.
«Γνωρίζεται» με την Ασφάλεια όταν στις απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις του 1929 συλλαμβάνεται και βασανίζεται. Ηδη από το 1926 είναι μέλος του ΚΚΕ.
Ενώ έχει προσβληθεί από φυματίωση και οι γιατροί δεν του δίνουν πάνω από 6 μήνες ζωή, συνεχίζει την αγωνιστική του δράση. Εκλέγεται μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Το «έπαθλο» για την συμμετοχή του στο δημοσιουπαλληλικό κίνημα είναι η σύλληψή του τον Μάρτη του 1931, η καταδίκη του και η απόλυσή του από δάσκαλος. Το 1933, εκλέγεται μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής και στη Γραμματεία της Ενωτικής ΓΣΕΕ. Τον Αύγουστο του 1935 παίρνει μέρος στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Με τη δικτατορία του Μεταξά, ο Ν. Πλουμπίδης περνά στην παρανομία. Τον Ιούνη 1938 εκλέγεται μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Ενα χρόνο αργότερα πέφτει στα χέρια της Ασφάλειας. Το μεταξικό καθεστώς τον βασανίζει απάνθρωπα σε βαθμό που ακόμα και ο ασφαλίτης γιατρός απεκδύεται της ευθύνης καθώς η ζωή του Πλουμπίδη κρέμεται από μια κλωστή. Τον μεταφέρουν στη φυλακή – σανατόριο της «Σωτηρίας», σε συνθήκες απόλυτης απομόνωσης που περιλαμβάνουν απαγόρευση προαυλισμού, συνομιλίας με οποιονδήποτε κρατούμενο και φυσικά επισκέψεων. Ο Πλουμπίδης καταφέρνει να επιβιώσει.
Το 1942, κι αφού ο Πλουμπίδης όπως εκατοντάδες κομμουνιστές έχουν παραδοθεί από το μεταξικό φασιστικό καθεστώς και την κυβέρνηση των δοσίλογων στους Γερμανούς κατακτητές, καταφέρνει να δραπετεύσει από την Τρίπολη, το νέο τόπο εξορίας που τον έχουν μεταφέρει, και φτάνει στην Αθήνα. Τον Δεκέμβρη της ίδιας χρόνιας επανεκλέγεται μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ και μετατρέπεται σε οργανωτικό νου και ψυχή της ανάπτυξης του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης στην πρωτεύουσα.
Ο Πλουμπίδης αναδεικνύεται λαϊκός ηγέτης, καθοδηγώντας πολιτικά και οργανωτικά τις μεγάλες κινητοποιήσεις του λαού της Αθήνας ενάντια στους χιτλεροφασίστες κατακτητές.
«…θα πεθάνω κομμουνιστής»
Ο Πλουμπίδης στα χρόνια του Εμφυλίου δίνει τη μάχη του ΔΣΕ από την Αθήνα δρώντας στην παρανομία. Στις συνθήκες της μετεμφυλιακής παρανομίας στέλνει το γράμμα του στους συνηγόρους του Νίκου Μπελογιάννη, όπου μετά τη σύλληψη και καταδίκη του τελευταίου, δηλώνει ότι είναι ο ίδιος και όχι ο Μπελογιάννης ο επικεφαλής του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ, καλεί την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην δολοφονία και προσφέρεται να παρουσιαστεί και να δικαστεί αυτός.
Συλλαμβάνεται στις 25 Νοέμβρη του 1952 στον Κολωνό και προσάγεται σε δίκη στις 24 Ιούλη 1953. Το κράτος της μετεμφυλιακής κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» τον δικάζει κατ’ εφαρμογή του ΑΝ 375 της μεταξικής φασιστικής χούντας περί «κατασκοπείας»… Μαζί του δικάζονται ερήμην οι Ν. Ζαχαριάδης, Γ. Ιωαννίδης, Β. Μπαρτζιώτας, Μ. Πορφυρογένης, Π. Ρούσος, και άλλα στελέχη της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Η δίκη του Πλουμπίδη δεν θα μπορούσε παρά να αποτελέσει έκφραση της μνημειώδους μισαλλοδοξίας του καθεστώτος της εξάρτησης και της υποτέλειας του κράτους της ολιγαρχίας.
Ο ίδιος δίνει δείγματα απίστευτης ψυχικής ανάτασης. Δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο τους στρατοδίκες του, τους οποίους ξεγυμνώνει με την περήφανη απολογία του. Πρέπει να διαχειριστεί και την άδικη εναντίον του κατηγορία που έχει εκτοξευτεί από την ηγεσία του Κόμματος. Ο Πλουμπίδης γνωρίζει πως κάθε του λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αντίδραση εναντίον του ιδανικού για το οποίο έδωσε όλη του τη ζωή. Επιλέγει να μετατρέψει την προσωπική του τραγωδία σε ένα έπος ανωτερότητας, αυτοθυσίας και ανιδιοτέλειας.
«Ματαιοπονείτε, αν πιστεύετε ότι θα με κάνετε να στραφώ ενάντια στο Κόμμα μου», ήταν η απάντησή του στον πρόεδρο του δικαστηρίου, όταν εκείνος επιχείρησε να αξιοποιήσει τις άδικες και λαθεμένες κατηγορίες της ηγεσίας του ΚΚΕ ενάντια στον Πλουμπίδη.
«Σήμερα, κύριοι, δε δικάζετε άτομα. Δικάζετε το ΚΚΕ. Και επ’ αυτού, παρόλο ότι σήμερα όχι μόνο δεν έχω την τιμή να εκπροσωπώ το Κόμμα μου, αλλά έχω και πολεμική εναντίον μου, δηλώνω, ότι αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες για την πολιτική του Κόμματός μου», ήταν τα λόγια του…
«Εκείνοι που με αγαπούν και με σέβονται οφείλουν να πειθαρχήσουν στο Κόμμα, να διαφυλάξουν την Ενότητά του και να έχουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία του. Τιμή μου εγώ, πάνω απ’ όλα έχω την τιμή του Κόμματος. Εγώ, εκείνα που δίδασκα τα εφαρμόζω πρώτος εγώ. Ημουν πιστός στο Κόμμα τότε που με περιέβαλε με στοργή και με ανέβαζε στα ανώτερα αξιώματά του, είμαι πιστός και τώρα που -καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα- με κατηγορεί και με στιγματίζει. Θα παραμείνω για πάντα πιστός και θα πεθάνω κομμουνιστής», γράφει στο γράμμα του.
Αφοσιωμένος στην «Ποίηση του Κομμουνισμού»
Ο Πλουμπίδης ήταν ακριβώς αυτό: Κομμουνιστής. Οχι μόνο στην καρδιά αλλά και στο μυαλό. Και το απέδειξε έχοντας την ψυχική δύναμη, αλλά και τον πολιτικό ορθολογισμό, να αντιληφθεί – παρότι βρισκόταν στη δίνη της προσωπικής του δοκιμασίας – το κύριο: ότι πάνω από τον ίδιο και πάνω από το Κόμμα, πάνω από τις σχέσεις του ίδιου με την ηγεσία του Κόμματος, βρισκόταν η υπόθεση των συμφερόντων του λαού. Το δίκιο της εργατικής τάξης. Η δικαίωση των αγώνων του ΕΑΜ και του ΔΣΕ. Η υπόθεση της σοσιαλιστικής προοπτικής και του ίδιου του κομμουνισμού. Με άλλα λόγια βρίσκονταν όλα αυτά που, τη δεδομένη μάλιστα στιγμή, στις δεδομένες ιστορικές και πολιτικές συνθήκες της ταξικής σύγκρουσης, δεν θα μπορούσαν παρά να περνάνε – για κάθε κομμουνιστή – μέσα από την υπεράσπιση της τιμής του ΚΚΕ.
Να γιατί η στάση του Πλουμπίδη δεν προσδιορίζεται με τη φράση «κομματική αφοσίωση» που είναι «στενή» για να την περιγράψει ή πολύ περισσότερο από την φτήνια εκείνων που στην επιστήμη της μαρξιστικής-λενινιστικής ανάλυσης και στο κομμουνιστικό ήθος δεν βλέπουν παρά μόνο «κομματική νομιμοφροσύνη».
Η στάση του Πλουμπίδη είναι ο ορισμός της αταλάντευτης αφοσίωσης στην Ποίηση του Κομμουνισμού. Αφοσίωση που για να περπατήσεις το δρόμο της μέχρι τέλους χρειάζονται ισόποσα και τα δυο: Και καρδιά και μυαλό. Που σημαίνει ότι: Αν ο Πλουμπίδης δεν ανέλυε σωστά την κατάσταση, αν στις συνθήκες των διώξεων, των Μακρονησιών, των εκτελέσεων, του πρωτόγονου αντικομμουνισμού, επέλεγε, εις βάρος της υπεράσπισης της συνολικής υπόθεσης του κομμουνισμού, να υπερασπιστεί τον κομμουνιστή εαυτό του από την πολεμική του Κόμματος εναντίον του, τότε υπήρχε κίνδυνος στο λάθος της ηγεσίας του Κόμματος να προσθέσει κάποιο δικό του λάθος.
Ο Πλουμπίδης έπραξε το αντίθετο. Και έστειλε διπλό μήνυμα: Πρώτον, χωρίς τον υπερφίαλο δογματισμό ότι κατέχεις οπωσδήποτε την απόλυτη αλήθεια, να είσαι ασυμβίβαστος παντού. Ασυμβίβαστος απέναντι και στα λάθη των δικών σου, παλεύοντας θαρρετά τη γνώμη σου για ό,τι θεωρείς «στραβό». Δεύτερον, αυτή η κομμουνιστική αρετή, που πρέπει να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού, η αρετή του ασυμβίβαστου ανθρώπου, να μην ξεστρατίζει σε ατραπούς που σου θολώνουν το νου και τελικά μπορεί να σε οδηγήσουν να «προσφερθείς» ακούσια προς εκμετάλλευση από τους ταξικούς αντιπάλους σου.
Αυτό έκανε ο Πλουμπίδης. Αφενός δεν συμβιβάστηκε με το εις βάρος του λάθος. Δεν έκλεισε το στόμα του απέναντι στις «ψεύτικες και άδικες κατηγορίες». Δεν παραιτήθηκε από την απαίτησή του να δικαιωθεί, την οποία κληροδότησε ως αίτημα – διαθήκη (σσ: «Το Κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει»). Και ταυτόχροναδεν άφησε την παραμικρή – μα την παραμικρή – χαραμάδα στους στρατοδίκες να τον «αξιοποιήσουν».
Εδώ βρίσκεται το μεγαλείο του Πλουμπίδη: Οτι υπέγραψε με το αίμα του την αξία ενός κομματιού της «αλφαβήτας» του κομμουνιστή, ότι έδειξε πόση ψυχή κρύβεται σε κάτι που φαντάζει σαν στείρα «προπαιδεια» και που λέει: Κάνουμε «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης». Ο Πλουμπίδης, αναλύοντας σωστά τη συγκεκριμένη κατάσταση, κατάφερεναβάλει τα θεμέλια για να αποτινάξειόλα όσα τον «λέρωναν» προσωπικά, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει ή να τον απομακρύνει από το κύριο καθήκον: να φωτίσει ακόμα περισσότερο την αλήθεια του ταξικού δίκιου απέναντι στην ταξική βαρβαρότητα.
Ετσι ο Νίκος Πλουμπίδης κέρδισε κάτι σπάνιο: την μεγάλη τιμή, για τον ίδιο και για όλους τους Ελληνες κομμουνιστές, να είναι από εκείνους που πρόσθεσαν τον δικό τους στίχο σε αυτήν πανανθρώπινη «Ποίηση» των κομμουνιστικών ιδανικών.
«Αφήνω στο γιό μου ένα τίμιο όνομα»
Το στρατοδικείο καταδίκασε τον Νίκο Πλουμπίδη «δις εις θάνατον». Ψύχραιμος, αποφασιστικός, στο άκουσμα της καταδίκης δηλώνει στους δημοσιογράφους: «Θα αντιμετωπίσω το θάνατο σαν Ελληνας κομμουνιστής, όπως αντιμετώπισα και την κατηγορία σε όλη την ακροαματική διαδικασία. Θα πεθάνω ήσυχος και γιατί αρκετό σπόρο έσπειρα και γιατί χιλιάδες νέοι Ελληνες θα πάρουν τη θέση μου μέχρι τη νίκη του λαού».
Στις 14 Αυγούστου 1954, λίγο πριν το «πυρ», λέει στον επικεφαλής του αποσπάσματος και τον ιερέα που βρισκόταν στον τόπο της εκτέλεσης:«Δεν έχω κανένα βάρος στη συνείδησή μου. Μόνο σας ξαναλέω: Υπήρξα τίμιος αγωνιστής, πάλεψα για το καλό του λαού και για το Κόμμα μου. Κι αφήνω στο γιο μου φεύγοντας ένα τίμιο όνομα».
5 Μάρτη 1943
Ο Πλουμπίδης – λαϊκός ηγέτης έπαιξε επιτελικό και πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια από τις πιο λαμπρές σελίδες του ΕΑΜικού κινήματος με πανευρωπαική και παγκόσμια διάσταση: Η απεργία και η διαδήλωση στις 5 Μάρτη 1943 που καθοδηγήθηκε και οργανώθηκε από το ΚΚΕ, που τίναξε στον αέρα τα σχέδια του Χίτλερ και ακύρωσε το ναζιστικό πρόγραμμα επιστράτευσης Ελλήνων, είναι εν πολλοίς δικό του έργο.
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν περιγράφουν πως ματαιώθηκαν τα σχέδια του Χίτλερ για την επιστράτευση των Ελλήνων στα γερμανικά Νταχάου. Είναι από κείμενο του Νίκου Πλουμπίδη. Γράφτηκε στην απομόνωση το 1954, ανήμερα της 5ης Μάρτη 1943.
«Η 5η του Μάρτη, του 1943, είναι ιστορική ημέρα για το Ελληνικό Λαϊκό επαναστατικό κίνημα με παγκόσμια απήχηση και σημασία. Την ημέρα αυτή ολόκληρος ο Αθηναϊκός λαός με ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ στο κέντρο της Αθήνας επέβαλε στο Χίτλερ και στους Ελληνες πράκτορές του να ανακαλέσουν την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ(…).
Στις 4 του Μάρτη, πριν ακόμα φωτίσει, ήλθε ξαφνικά ο Κ. Χατζήμαλης και μου αναφέρει ότι «απεφασίσθη η πολιτική επιστράτευση και ότι αύριο στις 5 του μηνός θα το αναγγείλει από το Ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών ο Πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος». Η είδηση ήταν σοβαρή με εξαιρετική πολιτική σημασία. Επρεπε να προλάβουμε τον εχθρό, προτού αναγγείλει την απόφασή του (…).
Σε δυο ώρες συνήλθε η επιτροπή πόλης της ΚΟΑ που αποτελούνταν από διαλεχτούς αγωνιστές. Εκεί ανέπτυξα την πρότασή μου (σ.σ.: ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ και ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ με σύνθημα: ΚΑΤΩ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ. ΨΩΜΙ, ΔΟΥΛΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ) και ετόνισα τις ιστορικές ευθύνες που αναλαμβάνουμε. Ολα τα μέλη δέχτηκαν με ενθουσιασμό την πρότασή μου. Καθορίσαμε το γενικό πρόγραμμα δράσης και όλοι έφυγαν για να κινητοποιήσουν τους τομείς που καθοδηγούσε ο καθένας. Είπαμε να ειδοποιηθεί και η Κ.Ο. Πειραιά να βοηθήσει κι αυτή. Από το μεσημέρι της Τρίτης 4 Μάρτη δεκάδες χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές βρίσκονταν σε πυρετώδη κίνηση. Τα τυπογραφεία και οι πολύγραφοι δούλευαν αδιάκοπα. Πλακάτ, σημαίες, συνθήματα ετοιμάστηκαν. Τα σχέδια πορείας του κάθε κλάδου και τομέα καταστρώθηκαν. Χιλιάδες προκηρύξεις και τρικ μοιράστηκαν. Οι συνδέσεις των διαφόρων κρίκων εκανονίστηκαν. Τα ΧΩΝΙΑ τότε εφευρέθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή. ΟΛΟΙ οι τομείς ΟΛΑ τα γρανάζια της πολύπλευρης και πολύπλοκης μηχανής τέθηκαν σε κίνηση και άρχισαν να δουλεύουν ταχύτατα και κανονικά. Ξημέρωσε η Τετάρτη 5 Μάρτη του 1943. Ολη η κίνηση, όλες οι υπηρεσίες σταματημένες.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ήταν πράγματι ΚΑΘΟΛΙΚΗ. Ολα νεκρώθηκαν. Εργάτες, υπάλληλοι, βιοτέχνες, έμποροι, όλοι απεργούν, όλα κλειστά και τότε άρχισε να ξεχύνεται στο κέντρο της Αθήνας ο λαϊκός χείμαρρος των συνοικιών. Για πρώτη φορά τόσο πυκνές λαϊκές μάζες κατέβηκαν στο πεζοδρόμιο για να διεκδικήσουν και να επιβάλουν τα αιτήματά τους. Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε μια τόσο μεγάλη σε όγκο και μαχητικότητα ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ. Αυτό ήταν πρωτοφανές όχι μόνο για την Αθήνα αλλά και για τις μεγάλες ξένες πρωτεύουσες κι αυτό όχι σε καιρούς ειρηνικούς αλλά κάτω απ’ τον πιο βάρβαρο καταχτητή. Το παλλαϊκό ξεσήκωμα ήταν τέτοιο που οι κατακτητές αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν την απόφασή τους και να δηλώσουν ότι «ΔΕΝ ΤΙΘΕΤΑΙ ζήτημα πολιτικής επιστράτευσης για την Ελλάδα». Η 5η του Μάρτη του 1943 δεν έσωσε μόνο τα ελληνόπουλα από τα γερμανικά κάτεργα αλλά συνετέλεσε και στην πορεία και την εξέλιξη του πολέμου και έδειξε το δρόμο που πρέπει να ακολουθούν οι λαοί για να επιβάλουν τις θελήσεις τους (…)».
(Ν. Πλουμπίδης, Φυλακές Απομόνωσης 5.3.54).
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον "Ημεροδρόμο" στις 14 Αυγούστου 2014
imerodromos
δημοσιογράφους, δεμένος ακόμα με τις χειροπέδες, κοντοστέκεται. Τους χαιρετά.
«Γεια σας παιδιά. Μπράβο, όλο νιάτα βλέπω μπροστά μου. Σας εύχομαι καλή σταδιοδρομία, να ‘στε πάντα καλά. Βλέπετε εγώ σε λίγο φεύγω με ψεύτικες και άδικες κατηγορίες. Το Κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει».
Λίγες ώρες αργότερα, οι εφημερίδες φέρνουν στην Αθήνα την είδηση: «Εξετελέσθη ζητωκραυγάζων υπέρ του ΚΚΕ, αντιμετώπισε με απόλυτον ψυχραιμίαν τας σφαίρας του αποσπάσματος (…) δεν εδέχθη ούτε να κοινωνήση, ούτε να του δέσουν τους οφθαλμούς του»…
Ηταν 14 Αυγούστου 1954. Πριν από ακριβώς 60*χρόνια. Ο Νίκος Πλουμπίδης, ο φλογερός επαναστάτης, ο αλύγιστος κομμουνιστής, ο «κόκκινος δάσκαλος», ο διανοούμενος του λόγου και της πράξης, πέφτει νεκρός. Δολοφονημένος από το εκτελεστικό απόσπασμα της αμερικανοκρατίας και της ντόπιας πλουτοκρατίας.
Πλουμπίδης: Ο λαϊκός ηγέτης
Ο Ν. Πλουμπίδης γεννήθηκε στα Λαγκάδια της Αρκαδίας στις 31 Δεκέμβρη 1902. Καταγόταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Μετά από πολλές στερήσεις παίρνει το δίπλωμά του από το διδασκαλείο του Πύργου και το 1924 διορίζεται δάσκαλος στο χωριό Μηλέα της Ελασσόνας. Ξεκινάει η συνδικαλιστική του δράση μέσα από τις γραμμές της Δασκαλικής Ομοσπονδίας που αγωνίζεται για αύξηση των μισθών των δασκάλων.
«Γνωρίζεται» με την Ασφάλεια όταν στις απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις του 1929 συλλαμβάνεται και βασανίζεται. Ηδη από το 1926 είναι μέλος του ΚΚΕ.
Ενώ έχει προσβληθεί από φυματίωση και οι γιατροί δεν του δίνουν πάνω από 6 μήνες ζωή, συνεχίζει την αγωνιστική του δράση. Εκλέγεται μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Το «έπαθλο» για την συμμετοχή του στο δημοσιουπαλληλικό κίνημα είναι η σύλληψή του τον Μάρτη του 1931, η καταδίκη του και η απόλυσή του από δάσκαλος. Το 1933, εκλέγεται μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής και στη Γραμματεία της Ενωτικής ΓΣΕΕ. Τον Αύγουστο του 1935 παίρνει μέρος στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Με τη δικτατορία του Μεταξά, ο Ν. Πλουμπίδης περνά στην παρανομία. Τον Ιούνη 1938 εκλέγεται μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Ενα χρόνο αργότερα πέφτει στα χέρια της Ασφάλειας. Το μεταξικό καθεστώς τον βασανίζει απάνθρωπα σε βαθμό που ακόμα και ο ασφαλίτης γιατρός απεκδύεται της ευθύνης καθώς η ζωή του Πλουμπίδη κρέμεται από μια κλωστή. Τον μεταφέρουν στη φυλακή – σανατόριο της «Σωτηρίας», σε συνθήκες απόλυτης απομόνωσης που περιλαμβάνουν απαγόρευση προαυλισμού, συνομιλίας με οποιονδήποτε κρατούμενο και φυσικά επισκέψεων. Ο Πλουμπίδης καταφέρνει να επιβιώσει.
Το 1942, κι αφού ο Πλουμπίδης όπως εκατοντάδες κομμουνιστές έχουν παραδοθεί από το μεταξικό φασιστικό καθεστώς και την κυβέρνηση των δοσίλογων στους Γερμανούς κατακτητές, καταφέρνει να δραπετεύσει από την Τρίπολη, το νέο τόπο εξορίας που τον έχουν μεταφέρει, και φτάνει στην Αθήνα. Τον Δεκέμβρη της ίδιας χρόνιας επανεκλέγεται μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ και μετατρέπεται σε οργανωτικό νου και ψυχή της ανάπτυξης του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης στην πρωτεύουσα.
Ο Πλουμπίδης αναδεικνύεται λαϊκός ηγέτης, καθοδηγώντας πολιτικά και οργανωτικά τις μεγάλες κινητοποιήσεις του λαού της Αθήνας ενάντια στους χιτλεροφασίστες κατακτητές.
«…θα πεθάνω κομμουνιστής»
Ο Πλουμπίδης στα χρόνια του Εμφυλίου δίνει τη μάχη του ΔΣΕ από την Αθήνα δρώντας στην παρανομία. Στις συνθήκες της μετεμφυλιακής παρανομίας στέλνει το γράμμα του στους συνηγόρους του Νίκου Μπελογιάννη, όπου μετά τη σύλληψη και καταδίκη του τελευταίου, δηλώνει ότι είναι ο ίδιος και όχι ο Μπελογιάννης ο επικεφαλής του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ, καλεί την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην δολοφονία και προσφέρεται να παρουσιαστεί και να δικαστεί αυτός.
Συλλαμβάνεται στις 25 Νοέμβρη του 1952 στον Κολωνό και προσάγεται σε δίκη στις 24 Ιούλη 1953. Το κράτος της μετεμφυλιακής κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» τον δικάζει κατ’ εφαρμογή του ΑΝ 375 της μεταξικής φασιστικής χούντας περί «κατασκοπείας»… Μαζί του δικάζονται ερήμην οι Ν. Ζαχαριάδης, Γ. Ιωαννίδης, Β. Μπαρτζιώτας, Μ. Πορφυρογένης, Π. Ρούσος, και άλλα στελέχη της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Η δίκη του Πλουμπίδη δεν θα μπορούσε παρά να αποτελέσει έκφραση της μνημειώδους μισαλλοδοξίας του καθεστώτος της εξάρτησης και της υποτέλειας του κράτους της ολιγαρχίας.
Ο ίδιος δίνει δείγματα απίστευτης ψυχικής ανάτασης. Δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο τους στρατοδίκες του, τους οποίους ξεγυμνώνει με την περήφανη απολογία του. Πρέπει να διαχειριστεί και την άδικη εναντίον του κατηγορία που έχει εκτοξευτεί από την ηγεσία του Κόμματος. Ο Πλουμπίδης γνωρίζει πως κάθε του λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αντίδραση εναντίον του ιδανικού για το οποίο έδωσε όλη του τη ζωή. Επιλέγει να μετατρέψει την προσωπική του τραγωδία σε ένα έπος ανωτερότητας, αυτοθυσίας και ανιδιοτέλειας.
«Ματαιοπονείτε, αν πιστεύετε ότι θα με κάνετε να στραφώ ενάντια στο Κόμμα μου», ήταν η απάντησή του στον πρόεδρο του δικαστηρίου, όταν εκείνος επιχείρησε να αξιοποιήσει τις άδικες και λαθεμένες κατηγορίες της ηγεσίας του ΚΚΕ ενάντια στον Πλουμπίδη.
«Σήμερα, κύριοι, δε δικάζετε άτομα. Δικάζετε το ΚΚΕ. Και επ’ αυτού, παρόλο ότι σήμερα όχι μόνο δεν έχω την τιμή να εκπροσωπώ το Κόμμα μου, αλλά έχω και πολεμική εναντίον μου, δηλώνω, ότι αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες για την πολιτική του Κόμματός μου», ήταν τα λόγια του…
«Εκείνοι που με αγαπούν και με σέβονται οφείλουν να πειθαρχήσουν στο Κόμμα, να διαφυλάξουν την Ενότητά του και να έχουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία του. Τιμή μου εγώ, πάνω απ’ όλα έχω την τιμή του Κόμματος. Εγώ, εκείνα που δίδασκα τα εφαρμόζω πρώτος εγώ. Ημουν πιστός στο Κόμμα τότε που με περιέβαλε με στοργή και με ανέβαζε στα ανώτερα αξιώματά του, είμαι πιστός και τώρα που -καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα- με κατηγορεί και με στιγματίζει. Θα παραμείνω για πάντα πιστός και θα πεθάνω κομμουνιστής», γράφει στο γράμμα του.
Αφοσιωμένος στην «Ποίηση του Κομμουνισμού»
Ο Πλουμπίδης ήταν ακριβώς αυτό: Κομμουνιστής. Οχι μόνο στην καρδιά αλλά και στο μυαλό. Και το απέδειξε έχοντας την ψυχική δύναμη, αλλά και τον πολιτικό ορθολογισμό, να αντιληφθεί – παρότι βρισκόταν στη δίνη της προσωπικής του δοκιμασίας – το κύριο: ότι πάνω από τον ίδιο και πάνω από το Κόμμα, πάνω από τις σχέσεις του ίδιου με την ηγεσία του Κόμματος, βρισκόταν η υπόθεση των συμφερόντων του λαού. Το δίκιο της εργατικής τάξης. Η δικαίωση των αγώνων του ΕΑΜ και του ΔΣΕ. Η υπόθεση της σοσιαλιστικής προοπτικής και του ίδιου του κομμουνισμού. Με άλλα λόγια βρίσκονταν όλα αυτά που, τη δεδομένη μάλιστα στιγμή, στις δεδομένες ιστορικές και πολιτικές συνθήκες της ταξικής σύγκρουσης, δεν θα μπορούσαν παρά να περνάνε – για κάθε κομμουνιστή – μέσα από την υπεράσπιση της τιμής του ΚΚΕ.
Να γιατί η στάση του Πλουμπίδη δεν προσδιορίζεται με τη φράση «κομματική αφοσίωση» που είναι «στενή» για να την περιγράψει ή πολύ περισσότερο από την φτήνια εκείνων που στην επιστήμη της μαρξιστικής-λενινιστικής ανάλυσης και στο κομμουνιστικό ήθος δεν βλέπουν παρά μόνο «κομματική νομιμοφροσύνη».
Η στάση του Πλουμπίδη είναι ο ορισμός της αταλάντευτης αφοσίωσης στην Ποίηση του Κομμουνισμού. Αφοσίωση που για να περπατήσεις το δρόμο της μέχρι τέλους χρειάζονται ισόποσα και τα δυο: Και καρδιά και μυαλό. Που σημαίνει ότι: Αν ο Πλουμπίδης δεν ανέλυε σωστά την κατάσταση, αν στις συνθήκες των διώξεων, των Μακρονησιών, των εκτελέσεων, του πρωτόγονου αντικομμουνισμού, επέλεγε, εις βάρος της υπεράσπισης της συνολικής υπόθεσης του κομμουνισμού, να υπερασπιστεί τον κομμουνιστή εαυτό του από την πολεμική του Κόμματος εναντίον του, τότε υπήρχε κίνδυνος στο λάθος της ηγεσίας του Κόμματος να προσθέσει κάποιο δικό του λάθος.
Ο Πλουμπίδης έπραξε το αντίθετο. Και έστειλε διπλό μήνυμα: Πρώτον, χωρίς τον υπερφίαλο δογματισμό ότι κατέχεις οπωσδήποτε την απόλυτη αλήθεια, να είσαι ασυμβίβαστος παντού. Ασυμβίβαστος απέναντι και στα λάθη των δικών σου, παλεύοντας θαρρετά τη γνώμη σου για ό,τι θεωρείς «στραβό». Δεύτερον, αυτή η κομμουνιστική αρετή, που πρέπει να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού, η αρετή του ασυμβίβαστου ανθρώπου, να μην ξεστρατίζει σε ατραπούς που σου θολώνουν το νου και τελικά μπορεί να σε οδηγήσουν να «προσφερθείς» ακούσια προς εκμετάλλευση από τους ταξικούς αντιπάλους σου.
Αυτό έκανε ο Πλουμπίδης. Αφενός δεν συμβιβάστηκε με το εις βάρος του λάθος. Δεν έκλεισε το στόμα του απέναντι στις «ψεύτικες και άδικες κατηγορίες». Δεν παραιτήθηκε από την απαίτησή του να δικαιωθεί, την οποία κληροδότησε ως αίτημα – διαθήκη (σσ: «Το Κόμμα μου, το ξέρω, θα βρει την αλήθεια και θα με δικαιώσει»). Και ταυτόχροναδεν άφησε την παραμικρή – μα την παραμικρή – χαραμάδα στους στρατοδίκες να τον «αξιοποιήσουν».
Εδώ βρίσκεται το μεγαλείο του Πλουμπίδη: Οτι υπέγραψε με το αίμα του την αξία ενός κομματιού της «αλφαβήτας» του κομμουνιστή, ότι έδειξε πόση ψυχή κρύβεται σε κάτι που φαντάζει σαν στείρα «προπαιδεια» και που λέει: Κάνουμε «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης». Ο Πλουμπίδης, αναλύοντας σωστά τη συγκεκριμένη κατάσταση, κατάφερεναβάλει τα θεμέλια για να αποτινάξειόλα όσα τον «λέρωναν» προσωπικά, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει ή να τον απομακρύνει από το κύριο καθήκον: να φωτίσει ακόμα περισσότερο την αλήθεια του ταξικού δίκιου απέναντι στην ταξική βαρβαρότητα.
Ετσι ο Νίκος Πλουμπίδης κέρδισε κάτι σπάνιο: την μεγάλη τιμή, για τον ίδιο και για όλους τους Ελληνες κομμουνιστές, να είναι από εκείνους που πρόσθεσαν τον δικό τους στίχο σε αυτήν πανανθρώπινη «Ποίηση» των κομμουνιστικών ιδανικών.
«Αφήνω στο γιό μου ένα τίμιο όνομα»
Το στρατοδικείο καταδίκασε τον Νίκο Πλουμπίδη «δις εις θάνατον». Ψύχραιμος, αποφασιστικός, στο άκουσμα της καταδίκης δηλώνει στους δημοσιογράφους: «Θα αντιμετωπίσω το θάνατο σαν Ελληνας κομμουνιστής, όπως αντιμετώπισα και την κατηγορία σε όλη την ακροαματική διαδικασία. Θα πεθάνω ήσυχος και γιατί αρκετό σπόρο έσπειρα και γιατί χιλιάδες νέοι Ελληνες θα πάρουν τη θέση μου μέχρι τη νίκη του λαού».
Στις 14 Αυγούστου 1954, λίγο πριν το «πυρ», λέει στον επικεφαλής του αποσπάσματος και τον ιερέα που βρισκόταν στον τόπο της εκτέλεσης:«Δεν έχω κανένα βάρος στη συνείδησή μου. Μόνο σας ξαναλέω: Υπήρξα τίμιος αγωνιστής, πάλεψα για το καλό του λαού και για το Κόμμα μου. Κι αφήνω στο γιο μου φεύγοντας ένα τίμιο όνομα».
5 Μάρτη 1943
Ο Πλουμπίδης – λαϊκός ηγέτης έπαιξε επιτελικό και πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια από τις πιο λαμπρές σελίδες του ΕΑΜικού κινήματος με πανευρωπαική και παγκόσμια διάσταση: Η απεργία και η διαδήλωση στις 5 Μάρτη 1943 που καθοδηγήθηκε και οργανώθηκε από το ΚΚΕ, που τίναξε στον αέρα τα σχέδια του Χίτλερ και ακύρωσε το ναζιστικό πρόγραμμα επιστράτευσης Ελλήνων, είναι εν πολλοίς δικό του έργο.
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν περιγράφουν πως ματαιώθηκαν τα σχέδια του Χίτλερ για την επιστράτευση των Ελλήνων στα γερμανικά Νταχάου. Είναι από κείμενο του Νίκου Πλουμπίδη. Γράφτηκε στην απομόνωση το 1954, ανήμερα της 5ης Μάρτη 1943.
«Η 5η του Μάρτη, του 1943, είναι ιστορική ημέρα για το Ελληνικό Λαϊκό επαναστατικό κίνημα με παγκόσμια απήχηση και σημασία. Την ημέρα αυτή ολόκληρος ο Αθηναϊκός λαός με ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ στο κέντρο της Αθήνας επέβαλε στο Χίτλερ και στους Ελληνες πράκτορές του να ανακαλέσουν την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ(…).
Στις 4 του Μάρτη, πριν ακόμα φωτίσει, ήλθε ξαφνικά ο Κ. Χατζήμαλης και μου αναφέρει ότι «απεφασίσθη η πολιτική επιστράτευση και ότι αύριο στις 5 του μηνός θα το αναγγείλει από το Ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών ο Πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος». Η είδηση ήταν σοβαρή με εξαιρετική πολιτική σημασία. Επρεπε να προλάβουμε τον εχθρό, προτού αναγγείλει την απόφασή του (…).
Σε δυο ώρες συνήλθε η επιτροπή πόλης της ΚΟΑ που αποτελούνταν από διαλεχτούς αγωνιστές. Εκεί ανέπτυξα την πρότασή μου (σ.σ.: ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ και ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ με σύνθημα: ΚΑΤΩ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ. ΨΩΜΙ, ΔΟΥΛΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ) και ετόνισα τις ιστορικές ευθύνες που αναλαμβάνουμε. Ολα τα μέλη δέχτηκαν με ενθουσιασμό την πρότασή μου. Καθορίσαμε το γενικό πρόγραμμα δράσης και όλοι έφυγαν για να κινητοποιήσουν τους τομείς που καθοδηγούσε ο καθένας. Είπαμε να ειδοποιηθεί και η Κ.Ο. Πειραιά να βοηθήσει κι αυτή. Από το μεσημέρι της Τρίτης 4 Μάρτη δεκάδες χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές βρίσκονταν σε πυρετώδη κίνηση. Τα τυπογραφεία και οι πολύγραφοι δούλευαν αδιάκοπα. Πλακάτ, σημαίες, συνθήματα ετοιμάστηκαν. Τα σχέδια πορείας του κάθε κλάδου και τομέα καταστρώθηκαν. Χιλιάδες προκηρύξεις και τρικ μοιράστηκαν. Οι συνδέσεις των διαφόρων κρίκων εκανονίστηκαν. Τα ΧΩΝΙΑ τότε εφευρέθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή. ΟΛΟΙ οι τομείς ΟΛΑ τα γρανάζια της πολύπλευρης και πολύπλοκης μηχανής τέθηκαν σε κίνηση και άρχισαν να δουλεύουν ταχύτατα και κανονικά. Ξημέρωσε η Τετάρτη 5 Μάρτη του 1943. Ολη η κίνηση, όλες οι υπηρεσίες σταματημένες.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ήταν πράγματι ΚΑΘΟΛΙΚΗ. Ολα νεκρώθηκαν. Εργάτες, υπάλληλοι, βιοτέχνες, έμποροι, όλοι απεργούν, όλα κλειστά και τότε άρχισε να ξεχύνεται στο κέντρο της Αθήνας ο λαϊκός χείμαρρος των συνοικιών. Για πρώτη φορά τόσο πυκνές λαϊκές μάζες κατέβηκαν στο πεζοδρόμιο για να διεκδικήσουν και να επιβάλουν τα αιτήματά τους. Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε μια τόσο μεγάλη σε όγκο και μαχητικότητα ΠΑΛΛΑΪΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ. Αυτό ήταν πρωτοφανές όχι μόνο για την Αθήνα αλλά και για τις μεγάλες ξένες πρωτεύουσες κι αυτό όχι σε καιρούς ειρηνικούς αλλά κάτω απ’ τον πιο βάρβαρο καταχτητή. Το παλλαϊκό ξεσήκωμα ήταν τέτοιο που οι κατακτητές αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν την απόφασή τους και να δηλώσουν ότι «ΔΕΝ ΤΙΘΕΤΑΙ ζήτημα πολιτικής επιστράτευσης για την Ελλάδα». Η 5η του Μάρτη του 1943 δεν έσωσε μόνο τα ελληνόπουλα από τα γερμανικά κάτεργα αλλά συνετέλεσε και στην πορεία και την εξέλιξη του πολέμου και έδειξε το δρόμο που πρέπει να ακολουθούν οι λαοί για να επιβάλουν τις θελήσεις τους (…)».
(Ν. Πλουμπίδης, Φυλακές Απομόνωσης 5.3.54).
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον "Ημεροδρόμο" στις 14 Αυγούστου 2014
imerodromos