Έφυγε σήμερα από τη ζωή, στα 72 της χρόνια, η Αρλέτα, μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα.
Η αγαπημένη τραγουδοποιός, νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες στη ΜΕΘ του νοσοκομείου «Αγία Όλγα» έχοντας υποστεί ....
εγκεφαλικό επεισόδιο παράλληλα με έμφραγμα.
Τον θάνατο της ανακοίνωσε μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της στο facebook, η καλή της φίλη, επίσης τραγουδοποιός Σάννυ Μπαλτζή, με το εξής μήνυμα:
«Η μοναδική μας Αρλέτα έφυγε πριν λίγο ήρεμα και τρυφερά όπως έζησε. Καλό ταξίδι αγαπημένη μου ερήμωσε ο κόσμος μας
'Ακόμα κι αν φύγεις
για το γύρο του κόσμου...
θα είμαστε πάντα μαζί
Και δε θα σου λείπω
γιατί θα `ναι η ψυχή μου
το τραγούδι της ερήμου
που θα σ’ ακολουθεί...'»
Η Αργυρώ-Νικολέτα Τσάπρα, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου του 1945 και μεγάλωσε στο «τρίγωνο του θανάτου», όπως έλεγε η ίδια: Μεταξουργείο, Εξάρχεια, Κυψέλη.
Το τραγούδι μπήκε από πολύ νωρίς στη ζωή της, καθώς από παιδί έμαθε να τραγουδά από τον πατέρα της, ο οποίος μπορεί να ήταν γιατρός στο επάγγελμα, αλλά ήταν και εξαιρετικός τραγουδιστής. Τα μοναδικά ερεθίσματα ήταν ένα ραδιόφωνο που έπαιζε οπερέτες και τα δημοτικά τραγούδια που άκουγε στο χωριό από όπου καταγόταν, τη Λιβαδειά Ορχομενού.
Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών -για την ακρίβεια, έδωσε εξετάσεις πριν τελειώσει το γυμνάσιο.
Είχε την τύχη τότε να γνωρίσει μεγάλες προσωπικότητες και να έχει δασκάλους σαν τον Μόραλη, τον Σαραφιανό και τον Πρεβελάκη, προσωπικότητες που σημάδεψαν και χάραξαν βαθιά το χαρακτήρα και τις ιδέες της. Όταν ακόμα ήταν πρωτοετής, συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Γιώργο Παπαστεφάνου σε μια εκδρομή, όπου την άκουσε να τραγουδά το «Άξιον Εστί». Ενθουσιάστηκε και την ρώτησε αν θέλει να κάνει δίσκο. Κάπως έτσι και χωρίς να ρωτήσει κανέναν έκανε τον πρώτο της μεγάλο δίσκο που είχε τίτλο «Τραγουδά η Αρλέτα».
Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο πρώτος δίσκος της το 1966 περιελάμβανε τραγούδια των Γιάννη Σπανού, Νότη Μαυρουδή, Νίκου Χουλιάρα και Γιώργου Κοντογιώργου, από τα οποία ξεχώρισαν το «Μια φορά θυμάμαι», «Τις άδειες νύχτες», «Το πέτρινο χαμόγελο» και άλλα.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται σε μπουάτ της Πλάκας, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούν οι δίσκοι της «Αρλέτα 2», «Στο ρυθμό του αγέρα» (1968), «12+1 τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι» (1969) και «Έξι μέρες» (1970).
Λίγο μετά τη χούντα τραγούδησε, μετά από πρόσκληση του Ζωρζ Μουστακί, στο θέατρο «Bobino» στο Παρίσι. Ακολούθησαν δίσκοι όπως το «Romancero gitano» (1978) του Μίκη Θεοδωράκη (σε ποίηση Λόρκα και απόδοση Ελύτη), ενώ το 1981 ηχογραφεί το «Ένα καπέλο γεμάτο τραγούδια» (1981), τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό.
Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού».
Από τις μεγάλες επιτυχίες της τα τραγούδια «Μια Φορά Θυμάμαι», «Τα Μικρά Παιδιά», «Το Λέει Και Το Τραγούδι», «Ο Λύκος», «Το Τραγούδι Της Δραχμής», «Καφενείο», «Σερενάτα», «Έρχεται Κρύο», «Τσάι Γιασεμιού», «Τα Ήσυχα Βράδυα», «Batida de Coco», «Το μπαρ το Ναυάγιο», «Λεωφορείο το 2».
Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Από πού πάνε για την Άνοιξη» με κείμενα, στίχους, σχέδια και ζωγραφιές της. (Εκδόσεις «Καστανιώτη»).
Οι δυο τελευταίοι δίσκοι της ήταν ο διπλός «Και πάλι χαίρετε» (2009) και ο αγγλόφωνος «Demo» (2010) με δέκα τραγούδια που βρέθηκαν 35 χρόνια μετά την ηχογράφησή τους στο αρχείο της «Lyra» και τα οποία δεν είχαν κυκλοφορήσει ως τότε.
Το 2016 είχε δηλώσει σε συνέντευξη της: «Ποτέ δεν επεδίωξα καριέρα και δεν νομίζω ότι έχω καριέρα. Ποτέ στη ζωή μου δεν επεδίωξα κασέ, αυτοπροβολή.
Έκλεισα φέτος 50 χρόνια στο τραγούδι, μετά από τόσα χρόνια είναι λίγο δύσκολο να αλλάξω. Μπορώ να πω ότι έχω μια πορεία, η οποία ήταν παράξενη και βασίστηκε αποκλειστικά στον κόσμο.
Οι άνθρωποι που με βοήθησαν ήταν πολύ λίγοι, μετρημένοι μπορώ να πω, και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό. Επίσης είχα πάρα πολύ καλούς δασκάλους, πράγμα που με βοήθησε όχι τελείως άμεσα αλλά πάρα πολύ έμμεσα. Είμαι πολύ ευτυχής για αυτό».
tvxs
Η αγαπημένη τραγουδοποιός, νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες στη ΜΕΘ του νοσοκομείου «Αγία Όλγα» έχοντας υποστεί ....
εγκεφαλικό επεισόδιο παράλληλα με έμφραγμα.
Τον θάνατο της ανακοίνωσε μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της στο facebook, η καλή της φίλη, επίσης τραγουδοποιός Σάννυ Μπαλτζή, με το εξής μήνυμα:
«Η μοναδική μας Αρλέτα έφυγε πριν λίγο ήρεμα και τρυφερά όπως έζησε. Καλό ταξίδι αγαπημένη μου ερήμωσε ο κόσμος μας
'Ακόμα κι αν φύγεις
για το γύρο του κόσμου...
θα είμαστε πάντα μαζί
Και δε θα σου λείπω
γιατί θα `ναι η ψυχή μου
το τραγούδι της ερήμου
που θα σ’ ακολουθεί...'»
Η Αργυρώ-Νικολέτα Τσάπρα, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου του 1945 και μεγάλωσε στο «τρίγωνο του θανάτου», όπως έλεγε η ίδια: Μεταξουργείο, Εξάρχεια, Κυψέλη.
Το τραγούδι μπήκε από πολύ νωρίς στη ζωή της, καθώς από παιδί έμαθε να τραγουδά από τον πατέρα της, ο οποίος μπορεί να ήταν γιατρός στο επάγγελμα, αλλά ήταν και εξαιρετικός τραγουδιστής. Τα μοναδικά ερεθίσματα ήταν ένα ραδιόφωνο που έπαιζε οπερέτες και τα δημοτικά τραγούδια που άκουγε στο χωριό από όπου καταγόταν, τη Λιβαδειά Ορχομενού.
Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών -για την ακρίβεια, έδωσε εξετάσεις πριν τελειώσει το γυμνάσιο.
Είχε την τύχη τότε να γνωρίσει μεγάλες προσωπικότητες και να έχει δασκάλους σαν τον Μόραλη, τον Σαραφιανό και τον Πρεβελάκη, προσωπικότητες που σημάδεψαν και χάραξαν βαθιά το χαρακτήρα και τις ιδέες της. Όταν ακόμα ήταν πρωτοετής, συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Γιώργο Παπαστεφάνου σε μια εκδρομή, όπου την άκουσε να τραγουδά το «Άξιον Εστί». Ενθουσιάστηκε και την ρώτησε αν θέλει να κάνει δίσκο. Κάπως έτσι και χωρίς να ρωτήσει κανέναν έκανε τον πρώτο της μεγάλο δίσκο που είχε τίτλο «Τραγουδά η Αρλέτα».
Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο πρώτος δίσκος της το 1966 περιελάμβανε τραγούδια των Γιάννη Σπανού, Νότη Μαυρουδή, Νίκου Χουλιάρα και Γιώργου Κοντογιώργου, από τα οποία ξεχώρισαν το «Μια φορά θυμάμαι», «Τις άδειες νύχτες», «Το πέτρινο χαμόγελο» και άλλα.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται σε μπουάτ της Πλάκας, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούν οι δίσκοι της «Αρλέτα 2», «Στο ρυθμό του αγέρα» (1968), «12+1 τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι» (1969) και «Έξι μέρες» (1970).
Λίγο μετά τη χούντα τραγούδησε, μετά από πρόσκληση του Ζωρζ Μουστακί, στο θέατρο «Bobino» στο Παρίσι. Ακολούθησαν δίσκοι όπως το «Romancero gitano» (1978) του Μίκη Θεοδωράκη (σε ποίηση Λόρκα και απόδοση Ελύτη), ενώ το 1981 ηχογραφεί το «Ένα καπέλο γεμάτο τραγούδια» (1981), τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό.
Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού».
Από τις μεγάλες επιτυχίες της τα τραγούδια «Μια Φορά Θυμάμαι», «Τα Μικρά Παιδιά», «Το Λέει Και Το Τραγούδι», «Ο Λύκος», «Το Τραγούδι Της Δραχμής», «Καφενείο», «Σερενάτα», «Έρχεται Κρύο», «Τσάι Γιασεμιού», «Τα Ήσυχα Βράδυα», «Batida de Coco», «Το μπαρ το Ναυάγιο», «Λεωφορείο το 2».
Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Από πού πάνε για την Άνοιξη» με κείμενα, στίχους, σχέδια και ζωγραφιές της. (Εκδόσεις «Καστανιώτη»).
Οι δυο τελευταίοι δίσκοι της ήταν ο διπλός «Και πάλι χαίρετε» (2009) και ο αγγλόφωνος «Demo» (2010) με δέκα τραγούδια που βρέθηκαν 35 χρόνια μετά την ηχογράφησή τους στο αρχείο της «Lyra» και τα οποία δεν είχαν κυκλοφορήσει ως τότε.
Το 2016 είχε δηλώσει σε συνέντευξη της: «Ποτέ δεν επεδίωξα καριέρα και δεν νομίζω ότι έχω καριέρα. Ποτέ στη ζωή μου δεν επεδίωξα κασέ, αυτοπροβολή.
Έκλεισα φέτος 50 χρόνια στο τραγούδι, μετά από τόσα χρόνια είναι λίγο δύσκολο να αλλάξω. Μπορώ να πω ότι έχω μια πορεία, η οποία ήταν παράξενη και βασίστηκε αποκλειστικά στον κόσμο.
Οι άνθρωποι που με βοήθησαν ήταν πολύ λίγοι, μετρημένοι μπορώ να πω, και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό. Επίσης είχα πάρα πολύ καλούς δασκάλους, πράγμα που με βοήθησε όχι τελείως άμεσα αλλά πάρα πολύ έμμεσα. Είμαι πολύ ευτυχής για αυτό».
tvxs