Δέκα χρόνια μετά το κύμα των αυτοκτονιών στην France Telecom, στο τέλος της δεκαετίας του 2000, η εταιρεία και τα μέλη της τότε διεύθυνσης κάθονται στο σκαμνί, σε μία δίκη πρωτοφανή για τα δικαστικά δεδομένα της Γαλλίας.
Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της «ηθικής παρενόχλησης» και φέρονται να δημιούργησαν ένα κλίμα που οδήγησε τουλάχιστον 35 υπαλλήλους της εταιρείας στο απονενοημένο διάβημα ή σε πολύ σοβαρές ψυχικές διαταραχές. Η διαδικασία αναμένεται να διαρκέσει δύο μήνες και είναι η πιο τρανταχτή περίπτωση.....
όπου μια μεγάλη εταιρεία και οι διευθυντές της προσάγονται σε δίκη και καλούνται να δώσουν εξηγήσεις για τη μεταχείριση του προσωπικού τους.
Στο επίκεντρο της δικαστικής έρευνας βρίσκεται ο Didier Lombard, πρώην πρόεδρος της France Télécom – η οποία εξαγοράστηκε και μετονομάστηκε σε Orange το 2013 - και έξι άλλα πρώην ανώτερα στελέχη του κολοσσού. Όλοι αρνούνται ότι φέρουν ευθύνη για το γεγονός ότι κάποιοι από τους υφιστάμενούς τους οδηγήθηκαν στον θάνατο. Το δικαστήριο θα εξετάσει πώς τα στελέχη πραγματοποίησαν την αναδιάρθρωση της εταιρείας το 2006, δύο χρόνια μετά την ιδιωτικοποίησή της, κατά τη διάρκεια της οποίας χάθηκαν 22.000 θέσεις εργασίας και 14.000 εργαζόμενοι άλλαξαν πόστο.
Η δικαστική έρευνα για τις αυτοκτονίες ξεκίνησε το 2016 κι αποκάλυψε ότι η διοίκηση έθεσε σε εφαρμογή τακτικές με στόχο να αποσταθεροποιήσει την επαγγελματική ζωή όλου του εργατικού δυναμικού και έτσι να ωθήσει τους υπαλλήλους να εγκαταλείψουν την εταιρεία «οικειοθελώς». Σύμφωνα με το πόρισμα - 193 σελίδων - του εισαγγελέα του Παρισιού, περίπου 4.000 στελέχη της εταιρείας εκπαιδεύτηκαν σε τεχνικές που θα ασκούσαν τη μέγιστη πίεση και θα «ωθούσαν τους συναδέλφους τους στα όριά τους». Οι διευθυντές της France Télécom κατηγορούνται ότι δημιούργησαν σκόπιμα κουλτούρα ανησυχίας στο προσωπικό και προχώρησαν στην απομόνωση όσων αντιδρούσαν στις αλλαγές, εκφοβίζοντας και μειώνοντας του ηθικά, ενώ ασκούσαν πιέσεις με το να τους απομακρύνουν από την οικογένειές τους.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα πρακτικά μιας συνάντησης των ανώτατων στελεχών της France Telecom τον Οκτώβριο του 2006, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Parisien, ο Lombard έλεγε στα διευθυντικά στελέχη της εταιρείας: «Θα τους διώξω με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Μέσω της πόρτας ή μέσω του παραθύρου».
Το managment του τρόμου
Η France Télécom έχοντας μια ισχυρή παράδοση από το 1889, χαρακτηρίστηκε από μια ισχυρή κουλτούρα δημόσιας υπηρεσίας βασισμένη στις αξίες της δικαιοσύνης και της ισότητας και σκοπός της ήταν να παρέχει δίκαιες τηλεφωνικές υπηρεσίες σε όλους τους πολίτες. Η ιδιωτικοποίηση της εταιρείας το 1997 σηματοδότησε μια ρήξη με αυτή την παράδοση και την ανάδειξη μιας νέας οικονομικής λογικής.
'Εκτοτε τα αφεντικά της εταιρείας επεδίωξαν να απαλλάξουν τη France Télécom από την δυσκινησία του δημόσιου τομέα και να την μετατρέψουν σε έναν δυναμικό παίκτη στο παγκόσμιο μονοπωλιακό παιχνίδι των τηλεπικοινωνιών. Η στρατηγική διαχείρισης στόχευε στη διασφάλιση της θέσης της France Télécom σε μια άκρως ανταγωνιστική αγορά, μέσω της αύξησης των κερδών, της αγοροπωλησίας μετοχών στις χρηματοπιστωτικές αγορές, της διεξαγωγής σειράς συγχωνεύσεων και εξαγορών (συμπεριλαμβανομένου του φορέα κινητής τηλεφωνίας Orange) και της ανάπτυξης τεχνολογιών αιχμής, του πιο κερδοφόρου τομέα τς τεχνολογικής αγοράς.
Ωστόσο, μετά από την κακή ηγεσία του διευθύνοντα συμβούλου της Michel Le Bon και την φρενήρη απόκτηση υπερπόντιων εταιρειών, η εταιρεία συγκέντρωσε τεράστια χρέη και έπρεπε να εξομαλυνθεί με δημόσιους πόρους. Μέχρι το 2001, η France Télécom ήταν η πιο χρεωμένη εταιρεία στον κόσμο και η Moody's υποβάθμισε τις μετοχές της στο status των junk bonds.Αυτό σήμαινε ότι όταν ο Didier Lombard ανέλαβε καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου το 2005, είχε πρωταρχική προτεραιότητα να μειώσει τα χρέη της εταιρείας κι ο τρόπος που επέλεξε ήταν οι μαζικές περικοπές προσωπικού.
Είχε όμως ένα πρόβλημα. Το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και δεν μπορούσαν να απολυθούν νόμιμα. Έτσι η διοίκηση κατέφυγε σε ύπουλες ψυχολογικές τακτικές για να τους ωθήσει να την εγκαταλείψουν.
Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από ένα συνδικαλιστικό παρατηρητήριο το 2007 βάσει ερωτηματολογίων που συμπληρώθηκαν από 3.200 υπαλλήλους αποκάλυψε ότι δύο στους τρεις εργαζόμενους αντιμετώπιζαν άγχος που σχετίζεται με την εργασία. Μια μεταγενέστερη μελέτη σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στην εταιρεία περιέγραψε την «προγραμματισμένη κακομεταχείριση» της διοίκησης.
Αυτοί που έφυγαν
Το εργασιακό bullying που εισηγήθηκε ο Lombard πέτυχε. Τους έδιωξε μια για πάντα. Κάποιοι υποβλήθηκαν σε τόσο έντονες διοικητικές πιέσεις που επέλεξαν να αυτοκτονήσουν και συγκεκριμένα, 12 εργαζόμενοι της France Télécom έβαλαν τέλος στη ζωή τους το 2008, 19 το 2009, 27 το 2010 και 11 το 2011. Παρά τη νέα συμφωνία για τις συνθήκες εργασίας οι αυτοκτονίες δεν σταμάτησαν με 11 περιπτώσεις να καταγράφονται το 2013 και 10 αυτοκτονίες το 2014.
Τον Ιούλιο 2009, ένας 51χρονος τεχνικός από την Μασσαλία αυτοκτονούσε, αφήνοντας πίσω του επιστολή-καταγγελία για το «μάνατζμεντ του τρόμου». Από την υπηρεσία ελέγχου δορυφορικών τηλεπικοινωνιών τον είχαν μεταφέρει σε ένα τηλεφωνικό κέντρο. Στην επιστολή που άφησε πίσω υπογράμμιζε την απογοήτευσή του για το νέο του ρόλο, για τον οποίο δεν είχε επαγγελματική εμπειρία ή κατάρτιση: «Δεν μπορούσα πλέον να αντέξω να είμαι σε αυτή την κόλαση, ξοδεύοντας ώρες μπροστά σε μια οθόνη σαν μια μηχανική μαριονέτα που βρισκόταν αντιμέτωπη με την αποφασιστικότητα κάποιων ανθρώπων να μας αφήσουν να πεθάνουμε σαν σκυλιά »., έγραψε και ζητούσε από τα συνδικάτα να κάνουν γνωστούς τους λόγους της απόφασής του. Δύο μήνες αργότερα, 32χρονη εργαζόμενη έπεφτε από το παράθυρο στο γραφείο του Παρισιού, μπροστά στα μάτια των συναδέλφων της. Ένας άλλος νεαρός υπάλληλος έπεσε από μία γέφυρα κοντά στις εγκαταστάσεις της France Telecom. Το 2011 ένας 57χρονος εργαζόμενος αυτοπυρπολήθηκε στο πάρκινγκ της εταιρείας. Άφησε πίσω του το µελανό αποτύπωµα του θανάτου του πάνω σε έναν τοίχο. Ήταν η τελετουργική θυσία ενός ανθρώπου που οι καταπιεστικές µεθοδεύσεις της εργοδοσίας τον είχαν φτάσει στα άκρα – όπως δεκάδες άλλους συναδέλφους του.
Σε συνέντευξη Τύπου τον περασμένο μήνα, τα συνδικάτα των εργαζομένων στις τηλεπικοινωνίες δήλωσαν ότι οι υπάλληλοι της France Télécom υπέστησαν «απίστευτη βία» κατά τη διάρκεια ιδιωτικοποίησης της εταιρείας. «Γίναμε μάρτυρες της θέσπισης ενός συστήματος θεσμικής παρενόχλησης», δήλωσε ο Patrick Ackermann, επικεφαλής της Ένωσης SUD. «Ξεκίνησε από το υψηλότερο επίπεδο της ιεραρχίας της εταιρείας και έφτασε μέχρι το πρώτο επίπεδο των στελεχών, με βία που οδήγησε σε τρομερές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της αυτοκτονίας», δήλωσε κατηγορηματικά.
Οι εργασιακές αυτοκτονίες δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Γάλλος κοινωνιολόγος Emile Durkheim υποστήριξε ότι η αυτοκτονία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που ξεπερνά τις μεμονωμένες περιστάσεις και αποκαλύπτει τη θεμελιώδη φύση της ίδιας της κοινωνικής τάξης. Το έργο του Durkheim, και αργότερα εκείνο του Maurice Halbwachs, συνέβαλε στον ορισμό μιας κοινωνιολογικής παράδοσης στη μελέτη της αυτοκτονίας που εξετάζει τα αίτια της, εξετάζοντας τις κοινωνικές συνθήκες έξω από το άτομο.
Πρόσφατες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στη Γαλλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Αυστραλία, στην Ιαπωνία και στην Ταϊβάν δείχνουν μια απότομη αύξηση των αυτοκτονιών στο χώρο εργασίας στο πλαίσιο γενικευμένης επιδείνωσης των συνθηκών εργασίας. Οι αυτοκτονίες δεν περιορίζονται σε συγκεκριμένους χώρους εργασίας, επαγγέλματα ή τόπους και τα πρόσφατα «κύματα αυτοκτονίας» έχουν επηρεάσει ομάδες πολύ διαφορετικές. Από τους Ινδούς αγρότες και τους Κινέζους εργαζόμενους σε γραμμές συναρμολόγησης, μέχρι τους Αυστραλούς ανθρακωρύχους και τους εργαζόμενους άσπρου κολάρου όπως Γάλλους μηχανικούς και Βρετανούς τραπεζίτες. Η αυτοκτονία στο χώρο εργασίας είναι ένα νέο φαινόμενο σε ιστορικούς όρους και, εκτός από την Ιαπωνία, για το οποίο υπάρχουν λίγες τεκμηριωμένες περιπτώσεις πριν από τη δεκαετία του 1980.
Η εργασία και ο χώρος εργασίας παραδοσιακά λειτουργούσαν ως χώρος κοινωνικής ενσωμάτωσης που συνδέει το άτομο με την κοινωνία μέσω δεσμών κοινωνικής τάξης και κοινοτικής εργασίας. Ενώ οι μαρξιστές εντοπίζουν τον χώρο εργασίας ως χώρο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, θεωρείται από αυτούς επίσης ως ένας χώρος που ενθαρρύνει τις κοινωνικές σχέσεις και παρέχει τη βάση για αλληλεγγύη και ταξική ταυτότητα.
Για τον Durkheim, ο χώρος εργασίας αποτελεί μια εξιδανικευμένη μορφή κοινωνικής σχέσης και είναι ένας χώρος στον οποίο η αυτοκτονία είναι λιγότερο πιθανό να συμβεί. Μάλιστα προτείνει ότι το πρόβλημα της αυτοκτονίας θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη βελτίωση των μορφών κοινωνικής ένταξης και ανταλλαγής στο χώρο εργασίας.
Στον σύγχρονο οικονομικό σκηνικό όμως ο ανεξέλεγκτος νεοφιλελευθερισμός έχει τραγικές συνέπειες στους ανθρώπους που δεν αντέχουν να ακολουθήσουν τους ρυθμούς του καπιταλισμού – καζίνο. Του καπιταλισμού που τελικά σκοτώνει...
Tvxs
Categories:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest