Του Μπάμπη Κούτρα
Η κυβέρνηση έκανε τεράστιο λάθος στρατηγικής προσπαθώντας να υποβαθμίσει, να ακυρώσει και να συκοφαντήσει το κίνημα «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω» και τώρα το κίνημα «Γιαουρτώνω». Μαζί με το κίνημα «Δεν ψηφίζω» που καταγράφεται από τις δημοσκοπήσεις ως η πρώτη εκλογική δύναμη αποτελούν τον νέο τρόπο έκφρασης της λαϊκής οργής απέναντι σ’ ένα πολιτικό σύστημα που καταρρέει και δεν το έχει καταλάβει ακόμη.
Πολιτικοί και ΜΜΕ συνηθίσαμε, δεκαετίες τώρα, να κρίνουμε και να αξιολογούμε τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας της κοινής γνώμης με γνώμονα τη συμμετοχή στις απεργίες και τις πορείες στο κέντρο της Αθήνας.
Από τη στιγμή που οι συνδικαλιστές αντάλλαξαν τον ρόλο τους με την εξουσία, οι εργαζόμενοι έχασαν την εμπιστοσύνη στο συνδικαλιστικό κίνημα και σταμάτησαν να κατεβαίνουν στους δρόμους.
Η περιορισμένη συμμετοχή στις απεργίες και τις πορείες από τότε που ξεκίνησε το μνημόνιο δημιούργησε μάλιστα στην κυβέρνηση την ψευδαίσθηση ότι ο λαός περίπου συμφωνεί και επικροτεί τη λαίλαπα της τρόικας που ισοπέδωσε το βιοτικό του επίπεδο.
Κάνει λάθος.
Αντίθετα, η κοινή γνώμη αναζήτησε εναλλακτικούς και πιο αποτελεσματικούς τρόπους να εκφράσει τον θυμό της. Αρχισε με την αποχή του από τις κάλπες, συνέχισε με το «Δεν πληρώνω» και κλιμακώνει με το «Γιαουρτώνω».
Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν ανέλυσε σωστά το φαινόμενο, δεν πήρε τα μηνύματα και συνέχισε να βλέπει όνειρα με δήθεν υποκινητές.
Χαρακτήρισε «τζαμπατζήδες» όσους σήκωναν τις μπάρες στα διόδια, αν και γνωρίζει ότι «τζαμπατζής» είναι αυτός που προσπαθεί να μην πληρώσει, ενώ εκείνος που μάχεται φανερά ένα άδικο μέτρο ηγείται μιας δικαιολογημένης κοινωνικής διαμαρτυρίας. Απόδειξη, ότι τελικά αναγκάστηκε να μειώσει τα διόδια, τουλάχιστον σε ορισμένες διαδρομές.
Μετά άρχισε να χρεώνει στους ακτιβιστές του Τσίπρα και τη Νέα Δημοκρατία τα επεισόδια που σημειώθηκαν σε βάρος του πρωθυπουργού στο Βερολίνο, σε βάρος του Πάγκαλου στο Παρίσι, σε βάρος της Διαμαντοπούλου στο Λονδίνο και πρόσφατα ξανά σε βάρος του Πάγκαλου στα Καλύβια με τα γιαούρτια.
Ξέχασε ότι ανάλογα (και πιο βίαια) επεισόδια έγιναν σε βάρος του Χατζηδάκη, του Αλαβάνου, του ίδιου του Τσίπρα (στον κινηματογράφο), του Κακλαμάνη ή έξω από το σπίτι του Τσοχατζόπουλου και του Σημίτη. Κανένας δεν είναι στο απυρόβλητο.
Θα έχετε προσέξει ότι όλο και λιγότερο πολιτικοί κυκλοφορούν στον δρόμο. Εχουν τον λόγο τους να φοβούνται τα γιαούρτια, περισσότερο μάλιστα τα μέλη της κυβέρνησης, και ειδικά ο Θόδωρος Πάγκαλος, που πληρώνεται τώρα με ανάλογο νόμισμα για τις προκλήσεις του προς την κοινωνία. (Σημειώνω πως σε πρόσφατη δημοσκόπηση της Alco το 76% έκρινε δικαιολογημένες... τις έμπρακτες διαμαρτυρίες στον Πάγκαλο!) Ας σταματήσουν λοιπόν να ψάχνουν στην κυβέρνηση τους υποκινητές.
Ολόκληρη η κοινωνία βράζει και ξεσπάει με όποιον τρόπο θεωρεί ισοδύναμο για τη δραματική οικονομική και κοινωνική κατάσταση η που βιώνει καθημερινά.
Η κυβέρνηση έκανε τεράστιο λάθος στρατηγικής προσπαθώντας να υποβαθμίσει, να ακυρώσει και να συκοφαντήσει το κίνημα «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω» και τώρα το κίνημα «Γιαουρτώνω». Μαζί με το κίνημα «Δεν ψηφίζω» που καταγράφεται από τις δημοσκοπήσεις ως η πρώτη εκλογική δύναμη αποτελούν τον νέο τρόπο έκφρασης της λαϊκής οργής απέναντι σ’ ένα πολιτικό σύστημα που καταρρέει και δεν το έχει καταλάβει ακόμη.
Πολιτικοί και ΜΜΕ συνηθίσαμε, δεκαετίες τώρα, να κρίνουμε και να αξιολογούμε τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας της κοινής γνώμης με γνώμονα τη συμμετοχή στις απεργίες και τις πορείες στο κέντρο της Αθήνας.
Από τη στιγμή που οι συνδικαλιστές αντάλλαξαν τον ρόλο τους με την εξουσία, οι εργαζόμενοι έχασαν την εμπιστοσύνη στο συνδικαλιστικό κίνημα και σταμάτησαν να κατεβαίνουν στους δρόμους.
Η περιορισμένη συμμετοχή στις απεργίες και τις πορείες από τότε που ξεκίνησε το μνημόνιο δημιούργησε μάλιστα στην κυβέρνηση την ψευδαίσθηση ότι ο λαός περίπου συμφωνεί και επικροτεί τη λαίλαπα της τρόικας που ισοπέδωσε το βιοτικό του επίπεδο.
Κάνει λάθος.
Αντίθετα, η κοινή γνώμη αναζήτησε εναλλακτικούς και πιο αποτελεσματικούς τρόπους να εκφράσει τον θυμό της. Αρχισε με την αποχή του από τις κάλπες, συνέχισε με το «Δεν πληρώνω» και κλιμακώνει με το «Γιαουρτώνω».
Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν ανέλυσε σωστά το φαινόμενο, δεν πήρε τα μηνύματα και συνέχισε να βλέπει όνειρα με δήθεν υποκινητές.
Χαρακτήρισε «τζαμπατζήδες» όσους σήκωναν τις μπάρες στα διόδια, αν και γνωρίζει ότι «τζαμπατζής» είναι αυτός που προσπαθεί να μην πληρώσει, ενώ εκείνος που μάχεται φανερά ένα άδικο μέτρο ηγείται μιας δικαιολογημένης κοινωνικής διαμαρτυρίας. Απόδειξη, ότι τελικά αναγκάστηκε να μειώσει τα διόδια, τουλάχιστον σε ορισμένες διαδρομές.
Μετά άρχισε να χρεώνει στους ακτιβιστές του Τσίπρα και τη Νέα Δημοκρατία τα επεισόδια που σημειώθηκαν σε βάρος του πρωθυπουργού στο Βερολίνο, σε βάρος του Πάγκαλου στο Παρίσι, σε βάρος της Διαμαντοπούλου στο Λονδίνο και πρόσφατα ξανά σε βάρος του Πάγκαλου στα Καλύβια με τα γιαούρτια.
Ξέχασε ότι ανάλογα (και πιο βίαια) επεισόδια έγιναν σε βάρος του Χατζηδάκη, του Αλαβάνου, του ίδιου του Τσίπρα (στον κινηματογράφο), του Κακλαμάνη ή έξω από το σπίτι του Τσοχατζόπουλου και του Σημίτη. Κανένας δεν είναι στο απυρόβλητο.
Θα έχετε προσέξει ότι όλο και λιγότερο πολιτικοί κυκλοφορούν στον δρόμο. Εχουν τον λόγο τους να φοβούνται τα γιαούρτια, περισσότερο μάλιστα τα μέλη της κυβέρνησης, και ειδικά ο Θόδωρος Πάγκαλος, που πληρώνεται τώρα με ανάλογο νόμισμα για τις προκλήσεις του προς την κοινωνία. (Σημειώνω πως σε πρόσφατη δημοσκόπηση της Alco το 76% έκρινε δικαιολογημένες... τις έμπρακτες διαμαρτυρίες στον Πάγκαλο!) Ας σταματήσουν λοιπόν να ψάχνουν στην κυβέρνηση τους υποκινητές.
Ολόκληρη η κοινωνία βράζει και ξεσπάει με όποιον τρόπο θεωρεί ισοδύναμο για τη δραματική οικονομική και κοινωνική κατάσταση η που βιώνει καθημερινά.