Κάθε μέρα, κατά μέσο όρο, επτά παιδιά και έφηβοι πυροβολούνται
και σκοτώνονται στην Αμερική. Ετησίως ο αριθμός των ανήλικων θυμάτων
είναι 2.500.
Όμως πρόκειται για ένα ζήτημα που ελάχιστα συζητήθηκε στην προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ, σε αντίθεση με πολλά άλλα...
φαιδρά που κυριάρχησαν στην αντιπαράθεση των δύο υποψηφιών, Ντόναλντ Τραμπ και Χίλαρι Κλίντον, για την προεδρία της υπερδύναμης.
Ένας πρόεδρος των ΗΠΑ θα χρειαζόταν ένα ριζικό σχέδιο για να αντιμετωπίσει τη μάστιγα της οπλοκατοχής, ένα σχέδιο που ξεπερνάει κατά πολύ τον έλεγχο απλώς του ιστορικού των ατόμων που κατέχουν όπλο.
Για την αντιμετώπιση αυτού του ακήρυχτου εσωτερικού πολέμου
απαιτείται η αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η ανισότητα, ο κοινωνικός
διαχωρισμός, η φτώχεια, η έλλειψη πόρων από την ψυχική υγεία.
Όμως αν κάποιος υποψήφιος πρόεδρος τολμήσει να αγγίξει τέτοια ζητήματα, τότε αυτόματα αυτή του η πρόθεση - και μόνο - θα τον καταστήσει ανεπιθύμητο για τα μεγάλα κεφάλαια που χρηματοδοτούν τις προεκλογικές εκστρατείες.
Έτσι οι θάνατοι ανηλίκων συνεχίζονται με αμείωτη ένταση και εν απουσία οποιασδήποτε σοβαρής πολιτικής ή νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση των αιτιών των θανάτων, τα μέσα ενημέρωσης και η πολιτική τάξη αναλώνονται σε δικαιολογίες. Εστιάζοντας στην κακή ανατροφή, οι ευθύνες μετατοπίζονται από το κοινωνικό στο ατομικό επίπεδο. Επιπλέον το πρόβλημα δεν εξετάζεται ως μέρος της αμερικανικής κουλτούρας, της κουλτούρας των όπλων, αλλά εξαντλείται στο πρόβλημα των συμμοριών.
Όπως σημειώνει σε άρθρο του στη Monde Diplomatique ο Γκάρι Γιανγκ, δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Another Day in the Death of America: A Chronicle of Ten Short Lives», που ασχολείται με το ζήτημα της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ παρουσιάζοντας ενδεικτικά το θάνατο 10 παιδιών σε μια τυχαία ημέρα, η έμφαση στο θέμα της δράσης των συμμοριών, αποτελεί ένα είδος φιλτραρίσματος σε «άξια και ανάξια για ζωή παιδιά». Εάν μια ένοπλη επίθεση σχετίζεται με τη δράση μιας συμμορίας, τότε θεωρείται πως το παιδί είχε ευθύνη για τον θάνατό του. Μόνο τα παιδιά που δεν συνδέονται με συμμορίες αναγνωρίζονται ως αθώα θύματα που «αξίζουν τη συμπάθειά μας».
Όσο δε για τη σύνδεση με τις συμμορίες. Όποιο παιδί για παράδειγμα μεγαλώνει σε κακόφημη συνοικία έχει πολλές πιθανότητες να έρθει σε επαφή με κάποια συμμορία. “Με τον ίδιο τρόπο που οι Ρώσοι πολίτες ήταν μέλη του κομμουνιστικού κόμματος, και όλοι οι Ιρακινοί υποστηρικτές του Σαντάμ Χουσεΐν”, σχολιάζει ο Γκάρι Γιανγκ. Αν ένα περιβάλλον ελέγχεται από τις συμμορίες, οι περισσότεροι άνθρωποι που ζουν σε αυτό συνδέονται με κάποιο τρόπο με τις συμμορίες και τα μέλη τους. Αυτό όμως δεν καθιστά ένα παιδί συνένοχο στη βία και το θάνατό του. Δεν μπορεί μια κοινωνία να ξεγράφει παιδιά από ολόκληρες κοινότητες επειδή γεννήθηκαν στο λάθος μέρος τη λάθος περίοδο. Εξάλλου ο τρόπος ένταξης σε μια συμμορία είναι περισσότερο χαλαρός από αυτόν που μπορεί κάποιος να φανταστεί. Οι αρχηγοί των συμμοριών δεν δίνουν κάρτες μέλους. Πολλές φορές η συνύπαρξη και μόνο είναι αρκετή. Πρόκειται για μικρές κλίκες που διαμορφώνονται στις γειτονιές, στο πλαίσιο της αλληλοϋποστήριξης, της ασφάλειας και της επιβίωσης στο δρόμο.
Βέβαια όλα τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν μειώνουν τις πραγματικά καταστροφικές και συχνά θανατηφόρες συνέπειες που έχει η δράση των συμμοριών για τους νέους. Ληστείες, διαρρήξεις, εμπόριο ναρκωτικών, δολοφονίες αποτελούν κομμάτια της καθημερινότητας για πολλούς ανήλικους που έχουν ενταχθεί σε κάποια συμμορία. Σύμφωνα με Εθνική Έρευνα για τις συμμορίες νέων, στις ΗΠΑ, το 2012, υπήρχαν περίπου 30.000 συμμορίες με 800.000 μέλη.
Αυτό όμως που έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια είναι η δολοφονική δράση αυτών των συμμοριών. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μεταξύ του 2007 και του 2012, τα μέλη των συμμοριών αυξήθηκαν κατά 8%. Όμως οι ανθρωποκτονίες από συμμορίες εκτοξεύτηκαν κατά 20%. Ο βασικός λόγος που η δράση των συμμοριών των νέων έχει γίνει περισσότερο θανατηφόρα είναι η ολοένα και πιο εύκολη πρόσβαση στα όπλα και μάλιστα σε πιο δυνατά όπλα. Τα πυροβόλα όπλα βρίσκονται πλέον σε πολλά χέρια. Είναι πιο εύκολο να τα αγοράσει κανείς σήμερα από ό,τι στο παρελθόν.
«Το φαινόμενο των συμμοριών στις ΗΠΑ δεν σημαίνει πως οι Αμερικάνοι είναι χειρότεροι γονείς από εκείνους σε άλλες περιοχές του δυτικού κόσμου, ούτε ότι τα παιδιά τους είναι χειρότερα. Υπάρχει όμως μια ευδιάκριτη διαφορά μεταξύ των ΗΠΑ και των υπόλοιπων χωρών του Δυτικού Κόσμου. Στις ΗΠΑ, εκτός από τη φτώχεια, την ανισότητα και τον κοινωνικό διαχωρισμό, υπάρχει και το ζήτημα της οπλοκατοχής. Τα όπλα είναι παντού και είναι τόσο εύκολο να τα αποκτήσει κανείς» αναφέρει ο Γκάρι Γιανγκ στο άρθρο του και καταλήγει:
«Εφ’ όσον οι Αμερικανοί αρνούνται να ασχοληθούν με αυτό το γεγονός στην κοινωνία τους, τόσο οι θάνατοι που περιγράφονται στο βιβλίο μου θα συνεχίσουν να αυξάνονται […] Το να αντιμετωπίζονται αυτοί οι θάνατοι ως “σχετικοί με συμμορίες” και τα θύματα ως άτομα που ανήκουν σε κάποια “ηθικά κατώτερη κοινωνική ομάδα”, είναι ένας τρόπος για να μην αντιμετωπιστεί η αμερικανική πραγματικότητα. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλιστεί πως καθημερινά επτά παιδιά θα ξυπνάνε το πρωί αλλά δεν θα πάνε για ύπνο το βράδυ και πως ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης κοινωνίας θα μπορεί να κοιμάται ήσυχο».
Όμως πρόκειται για ένα ζήτημα που ελάχιστα συζητήθηκε στην προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ, σε αντίθεση με πολλά άλλα...
φαιδρά που κυριάρχησαν στην αντιπαράθεση των δύο υποψηφιών, Ντόναλντ Τραμπ και Χίλαρι Κλίντον, για την προεδρία της υπερδύναμης.
Ένας πρόεδρος των ΗΠΑ θα χρειαζόταν ένα ριζικό σχέδιο για να αντιμετωπίσει τη μάστιγα της οπλοκατοχής, ένα σχέδιο που ξεπερνάει κατά πολύ τον έλεγχο απλώς του ιστορικού των ατόμων που κατέχουν όπλο.
Όμως αν κάποιος υποψήφιος πρόεδρος τολμήσει να αγγίξει τέτοια ζητήματα, τότε αυτόματα αυτή του η πρόθεση - και μόνο - θα τον καταστήσει ανεπιθύμητο για τα μεγάλα κεφάλαια που χρηματοδοτούν τις προεκλογικές εκστρατείες.
Έτσι οι θάνατοι ανηλίκων συνεχίζονται με αμείωτη ένταση και εν απουσία οποιασδήποτε σοβαρής πολιτικής ή νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση των αιτιών των θανάτων, τα μέσα ενημέρωσης και η πολιτική τάξη αναλώνονται σε δικαιολογίες. Εστιάζοντας στην κακή ανατροφή, οι ευθύνες μετατοπίζονται από το κοινωνικό στο ατομικό επίπεδο. Επιπλέον το πρόβλημα δεν εξετάζεται ως μέρος της αμερικανικής κουλτούρας, της κουλτούρας των όπλων, αλλά εξαντλείται στο πρόβλημα των συμμοριών.
Όπως σημειώνει σε άρθρο του στη Monde Diplomatique ο Γκάρι Γιανγκ, δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Another Day in the Death of America: A Chronicle of Ten Short Lives», που ασχολείται με το ζήτημα της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ παρουσιάζοντας ενδεικτικά το θάνατο 10 παιδιών σε μια τυχαία ημέρα, η έμφαση στο θέμα της δράσης των συμμοριών, αποτελεί ένα είδος φιλτραρίσματος σε «άξια και ανάξια για ζωή παιδιά». Εάν μια ένοπλη επίθεση σχετίζεται με τη δράση μιας συμμορίας, τότε θεωρείται πως το παιδί είχε ευθύνη για τον θάνατό του. Μόνο τα παιδιά που δεν συνδέονται με συμμορίες αναγνωρίζονται ως αθώα θύματα που «αξίζουν τη συμπάθειά μας».
Όσο δε για τη σύνδεση με τις συμμορίες. Όποιο παιδί για παράδειγμα μεγαλώνει σε κακόφημη συνοικία έχει πολλές πιθανότητες να έρθει σε επαφή με κάποια συμμορία. “Με τον ίδιο τρόπο που οι Ρώσοι πολίτες ήταν μέλη του κομμουνιστικού κόμματος, και όλοι οι Ιρακινοί υποστηρικτές του Σαντάμ Χουσεΐν”, σχολιάζει ο Γκάρι Γιανγκ. Αν ένα περιβάλλον ελέγχεται από τις συμμορίες, οι περισσότεροι άνθρωποι που ζουν σε αυτό συνδέονται με κάποιο τρόπο με τις συμμορίες και τα μέλη τους. Αυτό όμως δεν καθιστά ένα παιδί συνένοχο στη βία και το θάνατό του. Δεν μπορεί μια κοινωνία να ξεγράφει παιδιά από ολόκληρες κοινότητες επειδή γεννήθηκαν στο λάθος μέρος τη λάθος περίοδο. Εξάλλου ο τρόπος ένταξης σε μια συμμορία είναι περισσότερο χαλαρός από αυτόν που μπορεί κάποιος να φανταστεί. Οι αρχηγοί των συμμοριών δεν δίνουν κάρτες μέλους. Πολλές φορές η συνύπαρξη και μόνο είναι αρκετή. Πρόκειται για μικρές κλίκες που διαμορφώνονται στις γειτονιές, στο πλαίσιο της αλληλοϋποστήριξης, της ασφάλειας και της επιβίωσης στο δρόμο.
Βέβαια όλα τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν μειώνουν τις πραγματικά καταστροφικές και συχνά θανατηφόρες συνέπειες που έχει η δράση των συμμοριών για τους νέους. Ληστείες, διαρρήξεις, εμπόριο ναρκωτικών, δολοφονίες αποτελούν κομμάτια της καθημερινότητας για πολλούς ανήλικους που έχουν ενταχθεί σε κάποια συμμορία. Σύμφωνα με Εθνική Έρευνα για τις συμμορίες νέων, στις ΗΠΑ, το 2012, υπήρχαν περίπου 30.000 συμμορίες με 800.000 μέλη.
Αυτό όμως που έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια είναι η δολοφονική δράση αυτών των συμμοριών. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μεταξύ του 2007 και του 2012, τα μέλη των συμμοριών αυξήθηκαν κατά 8%. Όμως οι ανθρωποκτονίες από συμμορίες εκτοξεύτηκαν κατά 20%. Ο βασικός λόγος που η δράση των συμμοριών των νέων έχει γίνει περισσότερο θανατηφόρα είναι η ολοένα και πιο εύκολη πρόσβαση στα όπλα και μάλιστα σε πιο δυνατά όπλα. Τα πυροβόλα όπλα βρίσκονται πλέον σε πολλά χέρια. Είναι πιο εύκολο να τα αγοράσει κανείς σήμερα από ό,τι στο παρελθόν.
«Το φαινόμενο των συμμοριών στις ΗΠΑ δεν σημαίνει πως οι Αμερικάνοι είναι χειρότεροι γονείς από εκείνους σε άλλες περιοχές του δυτικού κόσμου, ούτε ότι τα παιδιά τους είναι χειρότερα. Υπάρχει όμως μια ευδιάκριτη διαφορά μεταξύ των ΗΠΑ και των υπόλοιπων χωρών του Δυτικού Κόσμου. Στις ΗΠΑ, εκτός από τη φτώχεια, την ανισότητα και τον κοινωνικό διαχωρισμό, υπάρχει και το ζήτημα της οπλοκατοχής. Τα όπλα είναι παντού και είναι τόσο εύκολο να τα αποκτήσει κανείς» αναφέρει ο Γκάρι Γιανγκ στο άρθρο του και καταλήγει:
«Εφ’ όσον οι Αμερικανοί αρνούνται να ασχοληθούν με αυτό το γεγονός στην κοινωνία τους, τόσο οι θάνατοι που περιγράφονται στο βιβλίο μου θα συνεχίσουν να αυξάνονται […] Το να αντιμετωπίζονται αυτοί οι θάνατοι ως “σχετικοί με συμμορίες” και τα θύματα ως άτομα που ανήκουν σε κάποια “ηθικά κατώτερη κοινωνική ομάδα”, είναι ένας τρόπος για να μην αντιμετωπιστεί η αμερικανική πραγματικότητα. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλιστεί πως καθημερινά επτά παιδιά θα ξυπνάνε το πρωί αλλά δεν θα πάνε για ύπνο το βράδυ και πως ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης κοινωνίας θα μπορεί να κοιμάται ήσυχο».